Φόβους για μια ακόμη προσπάθεια αποκλεισμού εναλλακτικών πηγών ενημέρωσης δημιουργεί η ανακοίνωση της νέας συνεργασίας της Google με κυρίαρχα ΜΜΕ στο πλαίσιο της εκστρατείας “Google News Initiative”.
Η νέα εκστρατεία, που ανακοινώθηκε αυτή την εβδομάδα σε εκδήλωση της εταιρείας στη Νέα Υόρκη, αποσκοπεί θεωρητικά στην καταπολέμηση της «επιδημίας ψευδών ειδήσεων και αναξιόπιστων πληροφοριών που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο», όπως αναφέρουν οι New York Times.
Οι New York Times, μαζί με τη Washington Post, τους Financial Times και άλλα ΜΜΕ, συμπεριλαμβάνονται στους μιντιακούς κολοσσούς με τους οποίους θα συνεργαστεί η Google, η οποία υπολογίζει να ξοδέψει για το σκοπό αυτό περίπου 300 εκατομμύρια δολάρια μέσα στα επόμενα τρία χρόνια.
Στόχος της εταιρείας, σύμφωνα με ανακοινώσεις της, είναι να στηρίξει τη λεγόμενη «έγκυρη δημοσιογραφία», διευκολύνοντας -μεταξύ άλλων- τους χρήστες της να γίνονται συνδρομητές σε «αξιόπιστα» ΜΜΕ, αλλά και παρέχοντας στους εκδότες εργαλεία που θα κάνουν τις σελίδες τους ταχύτερες για τις φορητές συσκευές. O αντιπρόεδρος του τμήματος ειδήσεων της Google, Richard Gingras, δήλωσε ότι η εταιρεία έχει ήδη θέσει σε εφαρμογή νέα εργαλεία που περιορίζουν την εμφάνιση αποτελεσμάτων προερχόμενων από “μη έγκυρα ΜΜΕ” στην αναζήτηση στο Google και στο Youtube.
Τι σημαίνει όμως «μη έγκυρα» ΜΜΕ και τι επιπτώσεις μπορεί να έχει στην παρουσία μικρών ανεξάρτητων πηγών ενημέρωσης η προνομιακή αντιμετώπισή τους από μια εταιρεία όπως η Google, που έχει σχεδόν μονοπωλιακό έλεγχο στις μηχανές αναζήτησης;
Πριν από μερικούς μήνες ο Έρικ Σμιντ, ο πρόεδρος της Alphabet, μητρικής εταιρείας της Google, παραδέχθηκε δημοσίως ότι η Google είναι σε διαδικασία δημιουργίας αλγορίθμων που θα κατατάσσουν τις ρωσικές ειδησεογραφικές ιστοσελίδες RT και Sputnik χαμηλά στα αποτελέσματα του Google News, περιορίζοντας ουσιαστικά την πρόσβαση των χρηστών στις σελίδες αυτές.
Επίσης τον Απρίλιο του 2017 η Google είχε ανακοινώσει ότι θα εφαρμόσει μία σειρά από αλλαγές στους αλγόριθμούς της για να ενισχύσει το “έγκυρο περιεχόμενο” στο διαδίκτυο. Όπως είχε αναδείξει τότε το WSWS, η επισκεψιμότητα σε αριστερές, σοσιαλιστικές και αντιπολεμικές ιστοσελίδες μειώθηκε κατά περισσότερο από 50% έπειτα από τις αλλαγές αυτές.
Υπό μια έννοια έχουμε επίσης μια σιωπηρή παραβίαση του λεγόμενου net neutrality της αρχής δηλαδή ότι κάθε πληροφορία στο διαδίκτυο έχει την ίδια αντιμετώπιση από τους παρόχους πρόσβασης και από εταιρείες όπως η Google, το Facebook το Twitter κ.ά. Η ταχύτερη πρόσβαση που υπόσχεται να προσφέρει η Google στα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης συνεπάγεται περαιτέρω αποκλεισμό των μικρών μέσων ενημέρωσης που δεν θα μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στον ανταγωνισμό. Έρευνες έχουν αποδείξει ότι οι χρήστες του διαδικτύου εγκαταλείπουν τις σελίδες που «φορτώνουν» με καθυστέρηση και προτιμούν όσες ανοίγουν σε λιγότερο από 4-5 δευτερόλεπτα.
Όπως αναφέρει η ηλεκτρονική σελίδα WSWS, που ξεκίνησε πρώτη να ασκεί κριτική στην χρήση των fake news σαν πρόσχημα για την φίμωση μικρών, εναλλακτικών ΜΜΕ, με τον τρόπο αυτό η Google προωθεί τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης και περιορίζει τις εναλλακτικές πηγές πληροφόρησης.
Η συνεργασία της Google με κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης γίνεται γνωστή λίγες μόλις εβδομάδες ύστερα από την απόφαση του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Νίκου Παππά, να ξεκινήσει μια καμπάνια «ευαισθητοποίησης του κοινού στο θέμα των fake news» σε συνεργασία με την Google και το Facebook. Στο πλαίσιο αυτό είχε προταθεί η δημιουργία ειδικού portal που θα «διασταυρώνει» τις ειδήσεις, με στόχο – όπως αναφέρονταν – να ελέγχουν οι δημοσιογράφοι και οι εκδότες την εγκυρότητα των ειδήσεων.