Μπορεί ο δημοσιογράφος Μιχάλης Ιγνατίου στο νέο του βιβλίο να στρέφεται κατά του Γιώργου Παπανδρέου για τον τρόπο που διαχειρίστηκε το ξέσπασμα της κρίσης, εμπλέκοντας το ΔΝΤ στο πρόβλημα της χώρας, δεν αφήνει όμως εκτός και το μερίδιο ευθύνης που φέρει στις πλάτες του ο προκάτοχος του Κώστας Καραμανλής.
Ο Μιχάλης Ιγνατίου χρεώνει στον Γιώργο Παπανδρέου ότι Ευπήρξε δυνατότητα ελληνικής διάσωσης χωρίς την εμπλοκή του ΔΝΤ και ως πρωθυπουργός δεν την αξιοποίησε, στον Κώστα Καραμανλή όμως χρεώνει απάθεια στις προειδοποιήσεις για το «κακό» που ερχόταν.
Το «Εθνος της Κυριακής» παρουσιάζει σήμερα ένα αποκαλυπτικό απόσπασμα από το βιβλίο «Τρόικα: Ο δρόμος προς την καταστροφή»:
Στις 6 Αυγούστου 2009 είναι η σειρά του ΔΝΤ να προειδοποιήσει για τους επερχόμενους κινδύνους. Σε ανάλυση που συνόδευε την έκθεση του άρθρου 4 του καταστατικού του Ταμείου και η οποία είχε συνταχθεί από τους Ντέλια Βελκουλέσκου, Μπομπ Τράα και Μαριαλούζ Μορένο Μπάντια αναφέρεται πως η Ελλάδα θα μπορούσε να αντιμετωπίσει αυξημένες δυσκολίες δανεισμού, λόγω των ελλειμμάτων που παρήγαγαν οι ακολουθούμενες κυβερνητικές πολιτικές.
«Τα έσοδα πρέπει να αυξηθούν και οι δαπάνες πρέπει να κοπούν. Το πολιτικό σύστημα πρέπει να συζητήσει με τους πολίτες ποια είναι η σωστή ισορροπία για την Ελλάδα μεταξύ αυτών των δύο», ανέφερε η έκθεση και υπογράμμιζε πως «αν τελικά δεν λαμβάνονταν μέτρα και η χώρα περίμενε άλλα πέντε χρόνια για την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών της πιέσεων, το σύνολο των μέτρων που θα απαιτούνταν για να ισοσκελιστεί ο προϋπολογισμός θα ξεπερνούσαν το 2015 το 9,9% του ΑΕΠ. Η Ελλάδα δεν θα πρέπει να αναβάλει τα διορθωτικά βήματα», ανέφεραν οι Τράα, Βελκουλέσκου και Μπάντια. Η προειδοποίηση δεν είναι τυχαία. Τα στελέχη του ΔΝΤ γνωρίζουν πως οι συνθήκες δανεισμού για την άσωτη Ελλάδα θα δυσκολέψουν. Οχι μόνον διότι εμφανίζει τεράστια πρωτογενή πλεονάσματα, αλλά διότι οι αγορές μετά τη Lehman Brothers έχουν γίνει πολύ εχθρικές.
Τα πρώτα μέτρα έπειτα από ασφυκτικές πιέσεις
Από τον Ιανουάριο του 2009, η ανησυχία στο ΔΝΤ για την Ελλάδα είχε μεγιστοποιηθεί, με τους αρμοδίους να έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους στην οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση, αφού το ενδεχόμενο εκτροπής ήταν πλέον περισσότερο από ορατό. Η πίεση στην ελληνική κυβέρνηση από το ΔΝΤ και την Ευρωζώνη αυξανόταν, με αποτέλεσμα ο Κώστας Καραμανλής να πάρει την απόφαση και να λάβει κάποια πρώτα διαρθρωτικά μέτρα.
Στις 18 Μαρτίου 2009, ο υπουργός Οικονομικών ανακοινώνει ότι η κυβέρνηση είχε αποφασίσει να εφαρμόσει ένα ολοκληρωμένο και συγκροτημένο σχέδιο, με στόχο την ενίσχυση της ανάπτυξης, τη δημοσιονομική εξυγίανση και την προστασία του εισοδήματος των οικονομικά ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων.
Αυτό που έκανε η κυβέρνηση δεν ήταν παρά να παγώσει τις αυξήσεις των μισθών και των επιδομάτων για τους δημοσίους υπαλλήλους που είχαν αποδοχές μεγαλύτερες των 1.700 ευρώ καθώς επίσης και όσων αμείβονταν με ειδικό μισθολόγιο, όπως για παράδειγμα οι δικαστικοί και οι γιατροί. Το ίδιο έγινε και για τις συντάξεις που ξεπερνούσαν τα 1.100 ευρώ. Παράλληλα, επιβλήθηκε και έκτακτη εισφορά για τα εισοδήματα του 2008.
Ομως, ο πρότερος μη έντιμος βίος της κυβέρνησης δεν έπεισε τα στελέχη του Ταμείου για τις κυβερνητικές προθέσεις. Ετσι, προτού αναχωρήσουν για την Αθήνα τον Ιούνιο του 2009, προχώρησαν σε προειδοποίηση προς την κυβέρνηση, κάτι που δεν συμβαίνει συχνά, και ενημέρωσαν ότι υπό τα τότε δεδομένα η έκθεσή τους προς το ΔΣ δεν θα ήταν θετική. Ζήτησαν την υιοθέτηση άμεσων μέτρων, έστω και την ύστατη ώρα για την αποτροπή του δημοσιονομικού εκτροχιασμού.
«Καμπανάκι» για να αποτραπεί ο εκτροχιασμός
Οι νέες ελληνικές παρεμβάσεις, όπως ανακοινώθηκαν στις 25 Ιουνίου 2009 από τον κ. Παπαθανασίου, παρότι σημαντικές εν συγκρίσει με το παρελθόν, απέτυχαν να «εντυπωσιάσουν» τα στελέχη του ΔΝΤ, που είχαν πρόσφατη την εμπειρία τους από την επίσκεψή τους στην Ελλάδα. Δεν έκαναν αίσθηση ούτε στο ΔΣ του Ταμείου που είχε παραλάβει την έκθεσή τους στις 2 Ιουλίου 2009. Με μια φρασεολογία που παραμένει επίκαιρη μέχρι και τις μέρες μας, το ΔΝΤ απαντά στην ελληνική κυβέρνηση ότι τα μέτρα δεν είναι επαρκή για να αντιμετωπιστεί η κρίσιμη κατάστασης της οικονομίας. Στις σελίδες 33-35 της έκθεσης αναφέρονταν τα εξής:
• To προσωπικό (του Ταμείου) προβλέπει ύφεση. Οι δημοσιονομικές και εξωτερικές ανισορροπίες διευρύνθηκαν και η Ελλάδα χρειάζεται ένα συνεκτικό και διατηρήσιμο σχέδιο για να διορθωθούν οι ανισορροπίες αυτές και να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη. Το πρόγραμμα αυτό θα πρέπει να περιέχει μέτρα για τη διατήρηση ενός αξιόπιστου τραπεζικού συστήματος, τη μείωση του δημοσίου χρέους και των ελλειμμάτων, τη μείωση του κόστους της γραφειοκρατίας, παραγωγής και υπηρεσιών καθώς και μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας.
• Οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές είναι αρνητικές. Χρειάζονται εμπροσθοβαρείς πολιτικές.
• Η δημοσιονομική προσαρμογή δεν μπορεί να αναβληθεί. Τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος αναμένεται να διευρυνθούν για αρκετά χρόνια. Τα «spreads» είναι ακόμα προσβάσιμα, αλλά μια μείωσή τους δεν είναι εφικτή λόγω των δημοσιονομικών αδυναμιών.
• Τα μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος είναι καλοδεχούμενα, αλλά χρειάζονται να γίνουν κι άλλα βήματα. Τα μέτρα αυτά πρέπει να είναι μόνιμα, υψηλής ποιότητας και ουσιαστικά.
• Απαιτούνται μόνιμα διορθωτικά δημοσιονομικά μέτρα περίπου 1 ½% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση από τις αρχές του 2010, ώστε το δημόσιο χρέος να μπει σε καθοδική τροχιά.
• Η αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας πρέπει να γίνει με διαρθρωτικές αλλαγές.
• Η βελτίωση της ποιότητας των στατιστικών στοιχείων αποτελεί υψηλή προτεραιότητα.
Φτάνουμε στις 21 Ιουλίου 2009, όταν οι εμπειρογνώμονες του ΔΝΤ αποστέλλουν στα μέλη του ΔΣ συμπληρωματικές πληροφορίες για την ελληνική οικονομία. Είχε προηγηθεί παρέμβαση της κυβέρνησης Καραμανλή, η οποία ανησύχησε σφόδρα από ένα σημείο της έκθεσης που αφορούσε την πραγματική κατάσταση της οικονομίας.
Η ενημέρωση περιέχει τις αναθεωρημένες προβλέψεις της ελληνικής κυβέρνησης, οι οποίες επιβεβαίωναν την ορθότητα των αρχικών εκτιμήσεων των εμπειρογνωμόνων του ΔΝΤ και τη διαφωνία τους με τα αρχικά στοιχεία που είχαν δοθεί από την Αθήνα. Το έγγραφο ενημερώνει τα μέλη του ΔΣ ότι η κυβέρνηση αναθεώρησε προς τα κάτω τις εκτιμήσεις της όσον αφορά τον ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ.
Πληροφορούσε το Ταμείο ότι στόχος της ήταν να συγκρατήσει το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 3,7% το 2009 και να ξεκινήσει την προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής με την εφαρμογή διαρθρωτικών μέτρων τον Οκτώβριο.
Οι εμπειρογνώμονες του Ταμείου θεώρησαν ότι τα μέτρα που πήρε η κυβέρνηση στα τέλη Ιουνίου, ύψους 0,8% του ΑΕΠ δεν επαρκούσαν για επίτευξη του στόχου και προέβλεπαν ότι το έλλειμμα θα ανέλθει στο 5,9% του ΑΕΠ το 2009 και θα αυξηθεί περαιτέρω στο 6,7% του ΑΕΠ το 2010.
Η έκθεση στο ΔΣ του ΔΝΤ με 6 καίριες διαπιστώσεις
Τρεις μέρες αργότερα, στις 24 Ιουλίου, τα στελέχη του ΔΝΤ παρουσίασαν για πρώτη φορά την έκθεσή τους στο ΔΣ με την οποία διαχώριζαν ξανά τη θέση τους με την ελληνική κυβέρνηση. Σύμφωνα με την έκθεση Greece: Staff Report for the 2009 Article IV Consultation July 24th 2009, ανέφεραν τα εξής:
1. Οι προβλέψεις των ελληνικών αρχών για μηδενικό ή θετικό ρυθμό ανάπτυξης το 2009 και 2010 είναι αισιόδοξες.
2. Η Ελλάδα παραμένει ευάλωτη σε μια απότομη αλλαγή των αγορών λόγω των εξωτερικών ανισορροπιών και της ασθενούς δημοσιονομικής θέσης της.
3. Το υψηλό και αυξανόμενο δημόσιο χρέος δεν επιτρέπει την απόπειρα επαναφοράς στην ανάπτυξη μέσω κρατικών δαπανών – επενδύσεων.
4. Η Ελλάδα πρέπει να υιοθετήσει τις προτάσεις των στελεχών του Ταμείου για μια ουσιαστική και διατηρήσιμη δημοσιονομική προσαρμογή, από τις αρχές του 2010, κυρίως με μόνιμα φορολογικά μέτρα.
5. Η Ελλάδα παρουσιάζει έλλειμμα ανταγωνιστικότητας, εν μέρει έστω αποτέλεσμα των υψηλών αυξήσεων των μισθών και του πληθωρισμού τα προηγούμενα χρόνια. Ετσι αυτό που απαιτούνταν είναι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και προϊόντων.
6. Οι ιδιωτικοποιήσεις και η αναδιάρθρωση των ΔΕΚΟ, ώστε να εξαλειφθούν τα λειτουργικά τους ελλείμματα, καθώς και η εφαρμογή της κοινοτικής οδηγίας για τις υπηρεσίες, πρέπει να προωθηθούν άμεσα.
Ο σκληρός Γερμανός και ο προφητικός Αυστριακός
Τα μέλη του ΔΣ του Ταμείου συμφώνησαν με τις διαπιστώσεις και τις υποδείξεις των εμπειρογνωμόνων για τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία. Ιδιαίτερη σημασία έχει ότι όλη η υφήλιος, δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία των μελών του ΔΣ, συμφώνησε με τα προτεινόμενα μέτρα, ως τη λύση στο οικονομικό αδιέξοδο της Ελλάδας.
Δεν πρέπει να είναι έκπληξη ότι στις σχετικές διαβουλεύσεις στο ΔΣ ο πιο σκληρός και άκαμπτος ήταν ο Κλάους Στέιν, εκπρόσωπος της Γερμανίας, όπως προκύπτει από τα πρακτικά του ΔΝΤ. Η άνοδος του επιτοκίου δανεισμού της Ελλάδας («spreads») είπε ο κ. Στέιν αποτελούσε ξεκάθαρη προειδοποίηση ότι πρέπει να λάβει άμεσα μέτρα λιτότητας. Εξέφρασε ανησυχία ότι η κυβέρνηση Καραμανλή δεν έδειχνε τον ζήλο που θα επιθυμούσε η γερμανική πλευρά στη δέσμευση τήρησης δημοσιονομικής πειθαρχίας που θα καθιστούσε τα δημοσιονομικά της χώρας βιώσιμα.
Ο Γερμανός εκπρόσωπος ζήτησε από την Ελλάδα να θεραπεύσει τις αδυναμίες που παρουσίαζε ο κρατικός μηχανισμός στη δημοσιοποίηση αξιόπιστων στατιστικών στοιχείων που θα αποτύπωναν την πραγματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και ζήτησε από τη χώρα να εξετάσει εκ νέου όσα είχαν συζητηθεί στο παρελθόν με τους μηχανισμούς του ΔΝΤ. Τα προβλήματα αυτά, είπε ο εκπρόσωπος της Γερμανίας, υπονομεύουν την αξιοπιστία των επίσημων στατιστικών, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει βάση επί της οποίας θα εκπονηθεί πολιτική που θα οδηγήσει στην επίλυση των προβλημάτων.
Καταδικαστικός ήταν και ο εκπρόσωπος των Ηνωμένων Πολιτειών (Heath) κάνοντας λόγο για πολυετή αντίσταση των ελληνικών αρχών να εφαρμόσουν πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και μεταρρυθμίσεων. «Τώρα», είπε, «αντιμετωπίζουν ένα δυσμενέστερο εξωτερικό περιβάλλον και σοβαρά εμπόδια στην ανάπτυξη».
Τον ρόλο του «προφήτη» στη συνεδρίαση ανέλαβε ο εκπρόσωπος της Αργεντινής Περέιρα. Πρόβλεψε ότι η Ελλάδα δεν θα τα καταφέρει μόνη της και θα απαιτηθεί, όπως είπε, να αναδιαρθρώσει το χρέος της ή να το χρηματοδοτήσει καταφεύγοντας για βοήθεια στις άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Αυτός που έβλεπε πολύ μπροστά ήταν ο εκπρόσωπος της Αυστρίας Prader. Στη δική του τοποθέτηση αναφέρθηκε στην πιθανότητα πιστωτικού γεγονότος και ζήτησε να ενημερωθεί από τα στελέχη του Ταμείου για τις επιπτώσεις σε περίπτωση ελληνικής χρεοκοπίας, καθώς, όπως ανέφερε, η Ευρωζώνη είχε στα χέρια της 200 δισ. ευρώ χρέος του ελληνικού δημοσίου.
Στη δική της δήλωση η εκπρόσωπος της Ελλάδας, Μιράντα Ξαφά, είπε ότι η παγκόσμια οικονομική κρίση έφερε στην επιφάνεια τις διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας. Ομολόγησε επίσης ότι το πραγματικό ΑΕΠ θα παραμείνει στο ίδιο επίπεδο και το 2009, και θα αυξηθεί μόνο μέτρια το 2010 στην καλύτερη περίπτωση. Η αλήθεια είναι ότι η Ελληνίδα αντιπρόσωπος προσπάθησε να υποστηρίξει την ελληνική διαφωνία για τους κινδύνους που διέβλεπε το ΔΝΤ, ισχυριζόμενη ότι η μείωση των εξωτερικών ανισορροπιών ήταν ήδη ορατή και πως η εξωτερική ανταγωνιστικότητα είχε βελτιωθεί.
Τελικό ανακοινωθέν για τις δυσκολίες της Ελλάδας
Στις 24 Ιουλίου 2009, το ΔΝΤ προχώρησε στην έκδοση τελικού ανακοινωθέντος που αφορούσε τις δυσκολίες της ελληνικής οικονομίας. Εγραφε: Η Ελλάδα άρχισε να αισθάνεται τις επιπτώσεις της παγκόσμιας καθοδικής οικονομικής πορείας μετά από μια ισχυρή ανάπτυξη που οφειλόταν στην έκρηξη της εσωτερικής ζήτησης, η οποία στηρίχτηκε μερικώς στις μεγάλες αυξήσεις μισθών και στις αυξημένες δημόσιες δαπάνες. Ομως, πλέον, είχε αρχίσει να παρατηρείται επιβράδυνση της ανάπτυξης, καθώς η κατανάλωση είχε αρχίσει να μειώνεται, μαζί με τις δημόσιες επενδύσεις και τις εξαγωγές. Ταυτόχρονα, το δημοσιονομικό έλλειμμα μεγεθύνθηκε, εξαιτίας της αύξησης των δαπανών σε συνδυασμό με την υστέρηση εσόδων. Οι δανειακές ανάγκες του 2009 καλύφθηκαν, το χρέος όμως, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, αυξήθηκε περαιτέρω.
Η Ελλάδα, εφαρμόζοντας εργασιακές συμφωνίες που είχαν υπογραφεί, αύξησε πολύ τους μισθούς, με αποτέλεσμα η ανταγωνιστικότητα να επιδεινωθεί. Παράλληλα, η στήριξη των τραπεζών από το κράτος απέτυχε να δημιουργήσει πιο ευνοϊκό περιβάλλον, συνεπεία των επιδεινούμενων διεθνών συνθηκών.
Μετά τη συζήτηση, η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε να απαλειφθούν κάποια σημεία πριν δημοσιευθεί η έκθεση, με τη δικαιολογία ότι μπορεί να προκαλούσαν αναταραχή στις αγορές. Τα σημεία αυτά αφορούσαν τις αναφορές στον κίνδυνο απώλειας της πρόσβασής της στις κεφαλαιαγορές, και στο ρίσκο διάχυσης της ελληνικής κρίσης στην Ευρωζώνη. Η έκθεση τελικά δημοσιοποιήθηκε στις 6 Αυγούστου 2009, με κάποια από τα επίμαχα σημεία να έχουν απαλειφθεί και άλλα να παραμένουν σε χαμηλότερους τόνους.
Πάντως, το μήνυμα της έκθεσης, για το περιεχόμενο της οποίας ενημερώθηκε και ο κ. Παπανδρέου, παρέμεινε σαφές: Για να αποκατασταθεί η σταθερότητα και η εμπιστοσύνη χρειαζόταν η άμεση λήψη μέτρων μακράς πνοής για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας.