Του Γιάννη Μυλόπουλου *
Τώρα που οι εξελίξεις αποδεικνύουν ότι όλες οι δικαιολογίες που η κυβέρνηση και ο ίδιος ο πρωθυπουργός χρησιμοποίησαν για να «περάσουν» στην κοινωνία την ανάγκη ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων ήταν κατασκευασμένες και προσχηματικές, αποκαλύπτεται η αλήθεια πίσω από τα «ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα».
Τώρα, δηλαδή, που κανένα εμβληματικό ξένο Πανεπιστήμιο που θα μπορούσε να αναβαθμίσει, δια του ανταγωνισμού, τα δημόσια Πανεπιστήμια και να πλουτίσει ακαδημαϊκά την ανώτατη εκπαίδευση της χώρας, όπως μας έλεγαν, δεν ενδιαφέρθηκε να υποβάλει αίτημα ίδρυσης παραρτήματος στην Ελλάδα, αποδείχθηκαν οι σκοπιμότητες και οι ιδιοτέλειες που κινούν το όλο εγχείρημα.
Τελικά τώρα, που κανένας ακαδημαϊκός ή κοινωνικός σκοπός δεν επαληθεύτηκε ότι καθοδήγησε την ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων στην Ελλάδα, αποκαλύφθηκε γυμνή η αλήθεια μιας ταξικής πολιτικής.
Μιας πολιτικής από το παρελθόν που αδιαφορεί για τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων που δυσκολεύονται να επιβιώσουν και που απευθύνεται αποκλειστικά σε μια μικρή ολιγαρχία του πλούτου.
Αν, μάλιστα, η αντισυνταγματική ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων συνδυαστεί και με την πολιτική συρρίκνωσης των δημόσιων Πανεπιστημίων που με συνέπεια ακολουθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη μέσω της υποχρηματοδότησης, της υποστελέχωσης, της θεσμοθέτησης της Ενιαίας Βάσης Εισαγωγής που κόβει 20.000 υποψήφιους ετησίως, ενώ υπάρχουν κενές θέσεις στα δημόσια Πανεπιστήμια, της δυσφήμισης των δημόσιων ιδρυμάτων ως κέντρων ανομίας και εγκληματικότητας, καθώς και μέσω των μαζικών διαγραφών φοιτητών, τότε αποκαλύπτεται η μεγάλη εικόνα μιας ταξικής κυβερνητικής πολιτικής.
Τρανή απόδειξη του ταξικού χαρακτήρα της πολιτικής που υποστηρίζει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα με ταυτόχρονη συρρίκνωση των δημόσιων ιδρυμάτων, αποτελεί η κυνική δήλωση του πρωθυπουργού ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, λέει, εξασφαλίζουν ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση.
Προφανώς ο πρωθυπουργός έχει υπόψη του μια ελάχιστη μερίδα του πληθυσμού που έχει λεφτά, αλλά που τα παιδιά της δεν έχουν την ικανότητα να περάσουν στις εισαγωγικές εξετάσεις και να φοιτήσουν στα εξαιρετικής ακαδημαϊκής στάθμης ελληνικά δημόσια Πανεπιστήμια. Οπότε αναγκάζονται να σπουδάσουν στο εξωτερικό.
Γι’ αυτούς, που δεν είναι περισσότεροι από το 10% του πληθυσμού, αν είναι και τόσοι, πράγματι, η ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων εξασφαλίζει την ισότιμη, για τη δική τους οικονομική τάξη, πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση.
Αφού η δυνατότητά τους να πληρώνουν ακριβά δίδακτρα τους επιτρέπει να σπουδάζουν σε Πανεπιστήμια, ακριβώς όπως οι ικανότητες των φτωχών πλην ικανών νέων, τους επιτρέπουν να σπουδάζουν σε δημόσια ιδρύματα.
Η δήλωση, όμως, του πρωθυπουργού αγνοεί τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων που, ως αποτέλεσμα της μεγάλης ακρίβειας, των χαμηλών αμοιβών, αλλά και της διάχυτης διαφθοράς, των πελατειακών σχέσεων, του κομματισμού και της αναξιοκρατίας που επικρατούν τα τελευταία χρόνια στη χώρα, αδυνατεί να τα βγάλει πέρα κάθε μήνα.
Γι’ αυτό το 90% και πλέον των Ελλήνων, η ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων δεν σημαίνει εξασφάλιση ισότιμης πρόσβασης στην εκπαίδευση.
Σημαίνει μια ταξική πολιτική, σύμφωνα με την οποία θα μπορούν να σπουδάζουν στα ιδιωτικά Πανεπιστήμια που με κωδωνοκρουσίες ιδρύει η κυβέρνηση Μητσοτάκη μόνον όσοι έχουν λεφτά και μπορούν να αντεπεξέλθουν στα ακριβά δίδακτρα των αρκετών δεκάδων χιλιάδων ευρώ τον χρόνο.
Καταργείται, δηλαδή, οριστικά ο δημοκρατικός και συγχρόνως αξιοκρατικός χαρακτήρας της δημόσιας δωρεάν εκπαίδευσης, η οποία απευθύνεται ισότιμα σε όλους τους πολίτες, χωρίς διακρίσεις και ανεξαρτήτως οικονομικής δυνατότητας.
Καταργείται, δηλαδή, ο κινητήριος μοχλός της κοινωνικής κινητικότητας που ίσχυσε στην Ελλάδα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και που ευθύνεται για τη δυνατότητα που δόθηκε στα παιδιά των φτωχών αγροτικών οικογενειών να γίνουν γιατροί ή γεωπόνοι και στα παιδιά της εργατικής τάξης να γίνουν δικηγόροι και μηχανικοί.
Αυτή η ελευθερία της κοινωνικής κινητικότητας, που ένα παιδί όταν γεννιέται δεν υποχρεώνεται να ζήσει στις ίδιες συνθήκες με την οικογένειά του, αλλά η Πολιτεία του δίνει τις ευκαιρίες να ονειρευτεί τη δική του, καλύτερη ζωή, χάνεται με την πολιτικής της ίδρυσης ιδιωτικών Πανεπιστημίων και της ταυτόχρονης συρρίκνωσης των δημόσιων.
Όμως ο πρωθυπουργός δεν σταμάτησε εδώ. Συνέχισε να «καρφώνεται» ως ο πρωθυπουργός της ολιγαρχίας, χαρακτηρίζοντας ως «μίζερη», λέει, την κριτική της αντιπολίτευσης για την ταξική και πλήρη διακρίσεων πολιτική του.
Καλωσορίζουμε τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στην Ελλάδα της φτώχειας και της μιζέριας.
Μιας φτώχειας και μιας μιζέριας, όμως, που η δική του πολιτική προκάλεσε. Μια πολιτική που θέλει τους μισούς Έλληνες να μην πηγαίνουν διακοπές και τους περισσότερους να μη βγάζουν το μήνα. Μια πολιτική που κατάντησε την Ελλάδα την ευρωπαϊκή χώρα με τη μεγαλύτερη ακρίβεια και με τους χαμηλότερους μισθούς, που έχουν, μάλιστα, και τη μικρότερη αγοραστική δύναμη στην Ευρώπη.
Ο πρωθυπουργός επισφράγισε την ταξική και πλήρη διακρίσεων πολιτική της κυβέρνησής του με τη συμβολική επίσκεψή του στο ΑΠΘ.
Επισκέφτηκε το μεγαλύτερο Πανεπιστήμιο της χώρας, που πλήττεται στις μέρες της δικής του διακυβέρνησης από τη φτώχεια και την υποστελέχωση, όπως μαρτυρούν οι διεθνείς δείκτες, αλλά και όπως αποδεικνύουν οι ειδήσεις με τους φοιτητές που πέφτουν από τα παράθυρα επειδή δεν αρκούν οι αίθουσες διδασκαλίας.
Ένα πανεπιστήμιο, όμως, που παρά τη φτώχεια που προκάλεσε η πολιτική της κυβέρνησης, συγχρόνως καταφέρνει να διακρίνεται διεθνώς, καταλαμβάνοντας στις διεθνείς κατατάξεις επίζηλες θέσεις ως προς την ποιότητα του ακαδημαϊκού του έργου.
Και αντί ο πρωθυπουργός να υποσχεθεί στο πληττόμενο από τη φτώχεια ΑΠΘ κάποια αύξηση της χρηματοδότησης, κάποια ενίσχυση των υποδομών ή κάποια επιπλέον στελέχωση, εκείνος ήρθε για να υπογράψει την ίδρυση επώνυμης έδρας για τον Μεγαλέξανδρο, με ιδιωτική χρηματοδότηση.
Με τη συμβολική αυτή κίνηση ο πρωθυπουργός βάζει και επίσημα πλέον την ταφόπλακα της δημόσιας χρηματοδότησης στα ελληνικά Πανεπιστήμια.
Γιατί αν το κράτος δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει την έρευνα για την εθνικής σημασίας υπόθεση της Ιστορίας του Μ. Αλεξάνδρου στο ΑΠΘ, ένα Πανεπιστήμιο που διακρίνεται για τις ανθρωπιστικές του σπουδές, τότε δεν θα μπορεί στο εξής να χρηματοδοτήσει καμία επιστημονική ειδικότητα με δημόσιο χρήμα.
Η ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων, σε συνδυασμό με την επίσημη έναρξη της ιδιωτικής χρηματοδότησης και των δημόσιων ιδρυμάτων, είναι η μεγάλη εικόνα της κατάργησης της δωρεάν δημόσιας εκπαίδευσης και της υποκατάστασής της από μια ταξική και αναξιοκρατική πολιτική.
Καλωσορίζοντας, λοιπόν, τον πρωθυπουργό στην Ελλάδα της φτώχειας και της μιζέριας που η πολιτική της κυβέρνησής του προκάλεσε, μας καλωσορίζει και εκείνος σε μια νέα και σκοτεινή εποχή επιστροφής σε μια ταξική και πλήρη διακρίσεων κοινωνία.
Σε μια κοινωνία στην οποία δεν θα σπουδάζουν όσοι το αξίζουν, αλλά όσοι θα μπορούν να πληρώσουν δίδακτρα. Σε μια κοινωνία, δηλαδή, που ακόμη και η Παιδεία θα είναι ένα εμπορικό προϊόν και ένα αντικείμενο αγοραπωλησίας.
*Γιάννης Μυλόπουλος, Καθηγητής, πρώην Πρύτανης ΑΠΘ, Επικεφαλής παράταξης «ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ Κ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ»



