Του Σίμου Ανδρονίδη
Σε ένα ενδιαφέρον άρθρο της που δημοσιεύεται στην εφημερίδα ‘Τα Νέα,’ η Μυρτώ Λοβέρδου, αναφέρεται στη σειρά των ψηφιακών-διαδικτυακών επαφών που εκκινεί η επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής, Φώφη Γεννηματά, ή αλλιώς, στη σειρά των λεγόμενων «ψηφιακών περιοδειών».[1]
Οι κομματικές-πολιτικές συζητήσεις αυτού του τύπου, αξιοποιούν τα μέσα της τεχνολογίας και ιδίως το σκέλος της ‘ανοιχτής θέασης’ (βλέπε πλατφόρμα ‘Zoom’), και καθίστανται στοχευμένες ή αλλιώς, εστιασμένες τοπικά, επιχειρώντας να συναρθρώσουν την δυνατότητα της συζήτησης και ανταλλαγής επιχειρημάτων πάνω στα τοπικά προβλήματα και τις προτεραιότητες που ανακύπτουν, με τις πολιτικές θέσεις του Κινήματος Αλλαγής για τα διακυβεύματα που αναδεικνύει η πανδημική κρίση και η πολιτική-κυβερνητική διαχείριση της.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, δύναται να σημειώσουμε πως και οι θέσεις των τοπικών στελεχών που διαθέτουν γνώση της τοπικής πραγματικότητας, μπορούν να τροφοδοτήσουν τις θέσεις του πολιτικού κόμματος και να συμβάλλουν στη χάραξη μίας συνεκτικής πολιτικής στρατηγικής.
Ως προς αυτό το πλαίσιο, διακρίνουμε τρία επιμέρους πολιτικά επίπεδα που αναδεικνύοντας στο υπόδειγμα που κομίζουν οι «ψηφιακές περιοδείες» του Κινήματος Αλλαγής: Πρώτον, ένα πολιτικοϊδεολογικό, σχετικό και με την συζήτηση και την επεξεργασία των κεντρικών κατευθυντήριων γραμμών του κόμματος εν καιρώ πανδημίας, που εν προκειμένω, τείνουν προς έναν εκ νέου προσδιορισμό της Σοσιαλδημοκρατίας[2] ως της καταστατικής βάσης για την διεκδίκηση σε πραγματικό χρόνο, της αύξησης της κοινωνικής-πολιτικής επιρροής του Κινήματος Αλλαγής.
Αυτό το πολιτικοϊδεολογικό στοιχείο προστίθεται σε ό,τι αναφέραμε και πιο πάνω για την χάραξη της πολιτικής στρατηγικής του κόμματος, που προσαρμόζεται στα χαρακτηριστικά που διέπουν τον κομματικό-πολιτικό ανταγωνισμό. Δεύτερο, εντοπίζουμε ένα στελεχιακό επίπεδο που έχει να κάνει με την επιδίωξη συμμετοχής των τοπικών-περιφερειακών στελεχών σε κεντρικές ζυμώσεις, ή αλλιώς, την επιδίωξη ενεργότερης εμπλοκής του στα κομματικά-πολιτικά δρώμενα. Και ένα τρίτο επίπεδο, σχετίζεται με το οργανωτικό πλαίσιο, κάτι που μας επιτρέπει να εστιάσουμε στην ευρύτερη πολιτική εικόνα, έτσι όπως αυτή διαμορφώνεται την περίοδο της πανδημίας και των μεταβολών και δη των πολιτικών-οργανωσιακών μεταβολών που έχει επιφέρει.
Έτσι, θα αναφέρουμε ό,τι με αφορμή τις περιφερειακές, διαδικτυακές συζητήσεις που σπεύδει να οργανώσει το Κίνημα Αλλαγής, αναδύεται και παράλληλα νοηματοδοτείται ένα εγχείρημα κομματικής-πολιτικής οργάνωσης που επι-τελείται μέσω της χρήσης της τεχνολογίας, διαμέσου της οποίας, σπεύδει να οργανώσει, να συγκεντρώσει πολιτικά στελέχη γύρω από ένα ‘τραπέζι συζήτησης,’ ακόμη και να διαμορφώσει επιμέρους και τομεακά προσανατολισμένα δίκτυα πολιτικής.
Είναι η πανδημία που λειτουργεί ως καταλύτης εξελίξεων σε αυτό το πεδίο, λειτουργώντας ως εγκάρσια τομή η οποία και συμβάλλει στην μετεξέλιξη των πολιτικών κομμάτων[3] προς την κατεύθυνση λειτουργίας ως διαδικτυακών-ψηφιακών πολιτικών κομμάτων, κάτι που πλέον, αφορά και τρεις βασικούς πολιτικούς δρώντες, δηλαδή, πέραν του Κινήματος Αλλαγής, την κυβερνώσα Νέα Δημοκρατία και τον Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς.[4]
Υπό αυτό το πρίσμα, η μετεξέλιξη αυτή καθίσταται ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της σύγχρονης τυπολογίας των πολιτικών κομμάτων, που ναι μεν δεν ενέσκηψε μεταφυσικώ τω τρόπω, με τάσεις προς αυτό το πεδίο να προϋπάρχουν της πανδημίας, από την άλλη όμως δε, κάπου είχε απωλέσει την κοινωνική-πολιτική δυναμική της, συνεπεία και της κρισιακής και μη, απονομιμοποίησης τους.
Πλέον, με την χρήση της διαδικτυακής σφαίρας και για πραγματοποίηση συζητήσεων και την παραγωγή πολιτικοϊδεολογικού λόγου, συντελείται σημαντικό τμήμα του εν εξελίξει κομματικού-πολιτικού ανταγωνισμού, που θέλει τα κόμματα να στρέφουν εκ νέου το ενδιαφέρον τους προς την οργανωμένη βάση.
Οι διαδικτυακές περιοδείες του Κινήματος Αλλαγής,[5] αρχής γενομένης από την Ήπειρο, έχουν την ιδιαιτερότητα, πέραν της προσωπικής συμμετοχής της προέδρου του, ό,τι συσχετίζουν δραστικά την ανοιχτή συζήτηση και με την εξειδίκευση, όπως δεικνύει η παρουσία των Νίκου Χριστοδουλάκη και Κωνσταντίνου Γάτσιου, του ό,τι προσφέρουν μία ευκαιρία αλληλο-τροφοδότησης και ποιοτικής σύνδεσης με την οργανωμένη βάση, που δύναται να διαδραματίσει ρόλο στην απόκτηση στίγματος, προγραμματικού-κοινωνικού βάθους και μίας συνδεσιμότητας που δεν ομνύει στη σαγήνη, στην ομογενοποιημένη επί-κληση του ‘λαϊκού.’ Η τοπική διάσταση των προβλημάτων μπορεί να αναδειχθεί εναργέστερα μέσω της στροφής στην τεχνολογία.
Η πανδημία θέτει στο επίκεντρο προκλήσεις που έχουν σχέση με την φύση και τα χαρακτηριστικά που συνθέτουν τα πολιτικά κόμματα,[6] με το Κίνημα Αλλαγής συγκεκριμένα κινείται και να παραγάγει νοήματα, λόγο και συμβολισμούς, ως «ψηφιακό» κόμμα, για παραπέμψουμε στην ανάλυση του Ευάγγελου Βενιζέλου (Βενιζέλος, 2003: 35-37).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Βλέπε σχετικά, Λοβέρδου Μυρτώ, ‘Ψηφιακές περιοδείες για ομαδικό παιχνίδι,’ Εφημερίδα ‘Τα Νέα,’ 22/01/2021, σελ. 13. Οι «ψηφιακές περιοδείες» της Φώφη Γεννηματά ξεκινούν από την Ήπειρο και την πόλη των Ιωαννίνων, με την συμμετοχή των Νίκου Χριστοδουλάκη και Κωνσταντίνου Γάτσιου.
[2] Ο προσδιορισμός, από το Κίνημα Αλλαγής και από διάφορα στελέχη του, της Σοσιαλδημοκρατίας της περιόδου της πανδημίας επιχειρεί να συνδυάσει την πολιτική ή τις πολιτικές της αναδιανομής (έχουμε να κάνουμε με μία έγκληση των ‘από κάτω’) με τις αναφορές θεσμικού τύπου που στοχεύουν στην ενίσχυση της δημοκρατίας. Ενώ δεν λείπουν και προσεγγίσεις για το κράτος που προσλαμβάνεται με όρους εξισορροπητικούς και ρυθμιστικούς, όπως επίσης και οι πρώτες, έστω και δειλές, αναφορές στο μείζον φαινόμενο της κοινωνικής κινητικότητας και της πράσινης ανάπτυξης που έχει ήδη εισχωρήσει στην ατζέντα αρκετών Σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων.
[3] Ένα λεπτό σημείο των πολιτικών κομμάτων και των λειτουργιών που επιτελούν, είναι η συνάρθρωση που εντοπίζει ο Βασίλης Ασημακόπουλος, ήτοι η συνάρθρωση των σχέσεων εκπροσώπησης (πολιτική εκπροσώπηση κοινωνικών τάξεων και μερίδων τάξεων) και των σχέσεων νομιμοποίησης που αφενός μεν θεσμοποιούν το κόμμα και αφετέρου δε, καθιστούν το κόμμα ιμάντα νομιμοποίησης θεσμών και του ίδιου του κράτους. Βλέπε σχετικά, Ασημακόπουλος Βασίλης, ‘Πρώτη φορά Αριστερά. Αντιθέσεις, αντιφάσεις, εσωτερικές συγκρούσεις στο ΠΑΣΟΚ την περίοδο 1974-1990 και οι βάσεις του πολιτικού μεταμορφισμού του,’ Εκδόσεις A.P. Publications, Αθήνα, 2017.
[4] Επιθυμούμε να προβούμε σε μία σφαιρικότερη ανάλυση των διεργασιών αυτών που άπτονται του τρόπου με τον οποίο συμμετέχουν στον πολιτικοϊδεολογικό ανταγωνισμό και κομίζουν τα μηνύματα τους τα πολιτικά κόμματα. Η Νέα Δημοκρατία ήδη προσδίδει έμφαση σε διαδικτυακές συναντήσεις και συζητήσεις, οργανώνοντας τις δράσεις της σε δύο πεδία: Το πρώτο περιλαμβάνει τις επαφές του πρωθυπουργού και προέδρου του κόμματος Κυριάκου Μητσοτάκη με μέλη της Κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος (πέραν των συνεδριάσεων με αυτόν τον τρόπο, των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου). Και το δεύτερο τις συναντήσεις-συζητήσεις, διαδικτυακής-ψηφιακής χροιάς στελεχών τοπικών οργανώσεων, ενίοτε με την παρουσία βουλευτών και υπουργών. Ο δε ΣΥΡΙΖΑ, εστιάζει σε περισσότερο θεματικές συζητήσεις με επαγγελματικές ομάδες και τους εκπροσώπους τους (κάτι που πράττει και το ΚΙΝΑΛ.,), με άξονες, τόσο την παρουσία του επικεφαλής του κόμματος, Αλέξη Τσίπρα (όπως και του αρμόδιου τομεάρχη), όσο και των επικεφαλής επαγγελματικών οργανώσεων, με διακύβευμα την γνωστοποίηση των θέσεων του κόμματος ανά πεδίο και μεσο-μακροπρόθεσμα, την καλλιέργεια του εδάφους για την διαμόρφωση κοινωνικοπολιτικών συγκλίσεων και συμμαχιών, με ιδεολογικούς όρους ‘αριστερής εναλλακτικής’ και πολιτικούς όρους ‘προοδευτικής διακυβέρνησης.’ Τα δύο κόμματα, δεν παραλείπουν να υιοθετούν και μοτίβα, μίας κλασικού-συμβατικού τύπου, οργανωτικής-πολιτικής κινητοποίησης, μέσω των περιοδειών των αρχηγών τους και της απευθείας επαφής με εκπροσώπους φορέων και πολίτες. Περιοδείες-κινητοποιήσεις που έχουν προκαλέσει αντιδράσεις.
[5] Εν αντιθέσει με τις προσωπικές περιοδείες των Κυριάκου Μητσοτάκη και Αλέξη Τσίπρα, το Κίνημα Αλλαγής δίνει προτεραιότητα στις διαδικτυακέ επαφές της επικεφαλής του, σημασιοδοτώντας τες ως στοιχείο ρεαλισμού και ‘υπευθυνότητας’ που διαφοροποιεί το Κίνημα από τα άλλα δύο κόμματα.
[6] Ένα ενδιαφέρον στοιχείο θα ήταν η πρόσκληση πολιτών σε ανοιχτές πολιτικές συζητήσεις που οργανώνουν πολιτικά κόμματα.