Την Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2012, η Πρυτανεία και οι διοικητικές υπηρεσίες του Πολυτεχνείου στην παλιά πόλη των Χανίων, στον Λόφο Καστέλι, παρέμεινε κλειστή καθώς οι φοιτητές του Πολυτεχνείου πραγματοποίησαν παράσταση διαμαρτυρίας και κατάληψη στο κτίριο για μία μέρα.
Σκοπός της κατάληψης ήταν να παρεμποδιστεί η εκλογική διαδικασία για τη σύσταση των Συμβουλίων Διοίκησης. Τα Συμβούλια Διοίκησης προβλέπονται με τον νέο νόμο για την παιδεία (νόμος 4009/2011, γνωστός ως νόμος Διαμαντοπούλου), θα είναι δεκαπενταμελή (ή 11μελή στα ιδρύματα με λιγότερους από 50 πρωτοβάθμιους καθηγητές) και θα απαρτίζονται κατά το ήμισυ από καθηγητές του ιδρύματος, κατά το ήμισυ από εξωπανεπιστημιακούς εκπροσώπους, καθώς και από έναν μόνο φοιτητή.
Το Συμβούλιο θα λαμβάνει αποφάσεις για όλα τα ζητήματα των ανώτατων ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένης και της κατανομής των εξόδων, της έρευνας κλπ. Σύμφωνα με τους ίδιους τους φοιτητές, ο νόμος αυτός θίγει τον δημόσιο χαρακτήρα του ελληνικού πανεπιστημίου και κωφεύει πλέον ανοιχτά σε μια σειρά πάγιων παροχών πρόνοιας προς τους φοιτητές.
Καταλήψεις και αντιδράσεις
Καταλήψεις των διοικητικών οργάνων των πανεπιστημίων πραγματοποιούνται εδώ και μήνες σε όλη τη χώρα. Οι φοιτητές, έχουν επιλέξει να εμποδίσουν την εκλογική διαδικασία των Συμβουλίων Διοίκησης καθώς αυτά αποτελούν βασική πτυχή του νόμου που θα εφαρμοστεί μιας και θα έχουν την ευθύνη εφαρμογής του.
Έξω από το κτίριο της Πρυτανείας του Πολυτεχνείου στα Χανιά ήταν μαζεμένοι πάνω από 60 φοιτητές που συνομίλησαν μαζί μας. «Εδώ και 2 χρόνια αντιδρούμε. Σήμερα οι καθηγητές θα εξέλεγαν τα εσωτερικά μέλη του Συμβουλίου, δηλαδή το μισό 15μελές συμβούλιο, ουσιαστικά κοσμήτορες, πρυτάνεις κλπ θα επέλεγαν τους καθηγητές που θα είναι στο Συμβούλιο. Θα συμμετέχει και ένας φοιτητής, ο οποίος θα εκλέγεται όχι μέσα από του φοιτητικούς συλλόγους αλλά με συγκεκριμένη διαδικασία που επιβάλει το υπουργείο: μέσα από ενιαίο ψηφοδέλτιο όλων των φοιτητών. Είμαστε ενάντια και σε αυτή τη διαδικασία καθώς προσωποποιεί την εκλογή και παρακάμπτει την πολιτική ευθύνη που έχει κανείς όταν εκπροσωπεί μία παράταξη.
Χωρίς πολιτική υποστήριξη ουσιαστικά ο εκπρόσωπος μπορεί να γίνει και έρμαιο των καθηγητών. Άλλωστε, και η αναλογία εκπροσώπησης 1/15 είναι πολύ χαμηλή, είναι απλά ένα βήμα για να βγάλουν τους φοιτητές, που πρέπει να είναι το επίκεντρο του κάθε εκπαιδευτικού ιδρύματος, απ’ έξω από τις λήψεις αποφάσεων που τους αφορούν. Αντιθέτως, δίνει δικαιοδοσία και αρμοδιότητα σε πολλούς εξωπανεπιστημιακούς φορείς – ίδιο αριθμό με τους εσωτερικούς καθηγητές- να έχουν λόγο στο ίδρυμα παρόλο που ο καθένας μπορεί να εξυπηρετεί τα συμφέροντά του».
Η κυβέρνηση προέβλεψε τις αντιδράσεις των φοιτητών και έκανε αλλαγές ώστε να τις παρακάμψει. Οι αλλαγές αυτές πέρασαν τον φετινό Αύγουστο (νόμος 4076/2012) και αναφέρονται, μεταξύ άλλων και στο πώς θα γίνει η εκλογική διαδικασία. Έτσι, αν δεν πραγματοποιηθούν δύο συνεχόμενες εκλογικές διαδικασίες (η πρώτη ήταν η συγκεκριμένη για το Πολυτεχνείο) πάμε σε επιστολική ή ηλεκτρονική ψήφο, δηλαδή ψήφιση των προσώπων από τους καθηγητές μέσω επιστολής ή e-mail. Σε αυτό υπάρχουν διαμαρτυρίες καθηγητών καθώς η επιστολική ψήφος είναι ονομαστική, εκ των πραγμάτων, και γι’ αυτό θίγει τα προσωπικά δεδομένα τους.
Οι καθηγητές μάλιστα έχουν αντιδράσει προσφεύγοντας γι΄αυτόν, και άλλους λόγους εναντίον του νόμου στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ). Οι φοιτητές σχολιάζουν επ’ αυτού: «Φυσικά, εμείς συμπαραστεκόμαστε στις διαμαρτυρίες των καθηγητών αλλά δεν επαφιόμαστε σε αυτές καθώς βλέπουμε ότι συχνά κάμπτονται οι αντιρρήσεις τους μετά από κάποιο διάστημα, πιέσεις ή ανούσιες αλλαγές στον νόμο. Άλλωστε και το ΣτΕ θα βγάλει μια απόφαση μετά από 2 χρόνια, και αν τη βγάλει, οπότε εμείς δεν σταματάμε εδώ. Στην ουσία βλέπουμε ότι προσπαθούν να εφαρμόσουν τον νόμο με το ζόρι».
«Εμείς πιστεύουμε ότι πρέπει να απαντήσουμε ως κοινωνία τι παιδεία θέλουμε, να είναι η παιδεία μέσα στην κοινωνία, να διασφαλίζεται ο δημόσιος χαρακτήρας της και να έχει επίκεντρο τον φοιτητή, την έρευνα προς όφελος της κοινωνίας… Η κυβέρνηση κάνει διαχειριστική χρήση του ακαδημαϊκού χώρου για να φέρει χρήματα σε μερικούς επιχειρηματίες. Όπως με την υγεία που την υποβαθμίζουν και οι πολίτες κάνουν ουρές στα ιδιωτικά ιατρεία. Το ίδιο κάνουν και εδώ.
Υποβαθμίζοντας την παιδεία ανοίγουν το δρόμο για τα ιδιωτικά κολέγια και τα παραρτήματά τους που διεκδικούν και επαγγελματικά δικαιώματα. Κάνουν επίσης το Πανεπιστήμιο ακόμα πιο απρόσιτο στερώντας παροχές από τους φοιτητές, όπως για παράδειγμα η δωρεάν στέγαση και σίτιση».
Πτυχές του νόμου για την παιδεία
Η χρηματοδότηση των πανεπιστημίων θα γίνεται ανάλογα με την αξιολόγηση που θα λάβει το κάθε ίδρυμα. Η αξιολόγηση γίνεται και από τους δείκτες έρευνας, που θα αξιολογείται και από εξωτερικούς αξιολογητές, προφανώς και από επιχειρήσεις, άρα με κριτήρια ιδιωτικού συμφέροντος μιας και δεν θέτει κριτήρια ο νόμος που να διασφαλίζουν το δημόσιο συμφέρον.
Η έρευνα αυτή προφανώς θα έχει μεγάλο κόστος, που θα ζητάει η επιχείρηση, άρα και πάλι τα χρήματα θα πάνε εκεί και θα αποστερηθούν από άλλες παροχές και λειτουργίες του πανεπιστημίου. «Τίθεται ένα θέμα management. Τα μέλη αυτού του συμβουλίου που θα είναι εξωτερικά θα είναι λένε επιφανείς προσωπικότητες, άνθρωποι των τεχνών και των γραμμάτων, επιχειρηματίες… Τι συμφέροντα θα επιδιώξουν όλοι αυτοί; Μήπως θα προωθήσουν τη «γνώση» που χρειάζεται για να εργαστούν σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις;» αναρωτιούνται οι φοιτητές.
Οι φοιτητές του Πολυτεχνείου Κρήτης καταγγέλλουν ασταμάτητα τη μία πτυχή του νόμου μετά την άλλη. «Με τον νέο νόμο έχουμε και διάσπαση των πτυχίων. Θεσπίζεται 3ετής κύκλος σπουδών, όπως υπάρχει στην Ευρώπη, και μετά υπάρχουν διάφοροι κύκλοι. Εδώ στο Πολυτεχνείο είναι 5ετής η φοίτηση. Προφανώς θα γίνει υποχρεωτικός 3ετής κύκλος και σε αυτόν θα υπάρχουν, αν είναι, κάποιες παροχές.
Μετά θα είναι εξτρά, θα μπορούν να μπουν δίδακτρα… Σε μια τέτοια λογική τα πτυχία θα υποβαθμιστούν. Θεσπίζονται οι λεγόμενες πιστωτικές μονάδες, πανευρωπαϊκά, ώστε αν πάει ένας Έλληνας να δουλέψει στην Αγγλία να έχει το πτυχίο του και τις μονάδες που του αντιστοιχούν ώστε να ξέρουν στο εξωτερικό την αξία του. Στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας, αλλά και στην Ελληνική, ένας απόφοιτος Πολυτεχνείου έχει το ίδιο πτυχίο με ένα απόφοιτο ιδιωτικής σχολής της Αγγλίας, που αυτοί έχουν πτυχίο με 25 μαθήματα ενώ το Πολυτεχνείο έχει από 35 ως 75. Αμέσως έχουμε υποβάθμιση του πτυχίου μας».
Ο νόμος Διαμαντοπούλου θίγει πολλά άλλα ζητήματα, κεκτημένα μάλλον, και αφήνει τα προβλήματα άθικτα. Στους καθηγητές για παράδειγμα σπάει τη μονιμότητα: μονιμότητα έχουμε από τον αναπληρωτή καθηγητή και πάνω, μετά δηλαδή από πολλά χρόνια εργασίας. Επίσης, μόνο αυτοί συμμετέχουν στο Συμβούλιο. Δίνει τη δυνατότητα, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου των οικείων ιδρυμάτων και της Αρχής Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ), να συγχωνεύονται, κατατέμνονται, μετονομάζονται και καταργούνται Α.Ε.Ι. ή σχολές τους και να μεταβάλλεται η έδρα τους.
Ορίζονται ως κριτήρια επιλογής των εξωτερικών μελών του Συμβουλίου η «ευρεία αναγνώριση του υποψηφίου στην επιστήμη, στα γράμματα ή τις τέχνες, η διάκρισή του στην κοινωνική, οικονομική, πολιτική ή πολιτιστική ζωή σε εθνικό ή σε διεθνές επίπεδο και η γνώση και εμπειρία από θέση ευθύνης» (άρθρο 8, παρ. 5α). Θεσπίζει ως αρμοδιότητες του Συμβουλίου ό,τι αφορά τη λειτουργία του γενικώς, και ειδικώς «την έγκριση του ετήσιου τακτικού οικονομικού προϋπολογισμού και των τροποποιήσεών του, του τελικού οικονομικού απολογισμού του ιδρύματος, καθώς και του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων που αφορά το ίδρυμα,… την έγκριση του ετήσιου προγραμματισμού και απολογισμού για την αξιοποίηση της περιουσίας του ιδρύματος…» (άρθρο 8, παρ. 5ζ,η). Σχετικά με τη χρηματοδότησή του αναφέρει ότι, «Πόροι των Α.Ε.Ι. είναι: αα) η κρατική επιχορήγηση σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, ββ) οι πρόσοδοι που προέρχονται από την αξιοποίηση της περιουσίας τους, γγ) χρηματοδοτήσεις από οποιαδήποτε πηγή που σχετίζονται με την επιστημονική έρευνα, την ανάπτυξη και την επιστημονική μελέτη, δδ) δωρεές, κληρονομίες και κληροδοσίες και εε) πόροι από κάθε άλλη πηγή» (άρθρο 56). Επίσης, στα κριτήρια πιστοποίησης αναφέρεται «ο βαθμός σύνδεσης της διδασκαλίας με την έρευνα, και η ζήτηση στην αγορά εργασίας των αποκτώμενων προσόντων» (άρθρο 72).
Συσπείρωση Φοιτητών, αντιδράσεις καθηγητών
Οι καταγγελίες των φοιτητών δεν έχουν τέλος και είναι σχεδόν ομόφωνες. Όπως μας ενημέρωσαν, ο σύλλογος φοιτητών Πολυτεχνείου Κρήτης έχει ταχθεί μαζικά ενάντια σε αυτό το νόμο και με πλειοψηφία των φοιτητών συμμετέχει σε αυτή την κινητοποίηση. Οι παρατάξεις επίσης τάχθηκαν μαζί με αυτή την απόφαση και με την αντίδραση που αποφασίστηκε, εκτός από την ΔΑΠ που, ενώ είναι κατά του νόμου, δεν υποστηρίζει αυτή την ενέργεια αντίδρασης.
Οι φοιτητές του Πολυτεχνείου Κρήτης δηλώνουν έτοιμοι να συνεχίσουν τις κινητοποιήσεις μέχρι τέλους καθώς η επίθεση που γίνεται από το κράτος κατά της παιδείας γενικότερα είναι ακραία. Όπως δηλώνουν, «η προσέγγιση του κράτους προς την παιδεία είναι καθαρά διαχειριστική τα τελευταία χρόνια, δεν την βλέπουν ανταποδοτικά γιατί το κέρδος που φέρνει το πανεπιστήμιο δεν είναι σε χρήματα. Οι μορφωμένοι πολίτες και επιστήμονες προσφέρουν μακροπρόθεσμα στην κοινωνία, είναι έμμεσο το όφελος. Το έμμεσο, όταν δομείς το κράτος με νούμερα και αριθμούς, δεν συμφέρει»!
Οι φοιτητές όμως δεν είναι οι μόνοι που καταγγέλλουν τον νόμο αυτόν. Συγκεκριμένα, πραγματοποιήθηκε έκτακτη Σύνοδος Πρυτάνεων στις 20 Οκτωβρίου 2012, στο Λαύριο, που ομόφωνα εξέδωσε ψήφισμα κατά των ρυθμίσεων του νόμου. Ανάμεσα σε άλλα, το ψήφισμα καταγγέλλει ότι:
• η μεταβίβαση της πανεπιστημιακής περιουσίας στο ΤΑΙΠΕΔ και η αφαίρεση της διαχείρισης και αξιοποίησης της, ουσιαστικά δημεύει τις υποδομές και την περιουσία των Πανεπιστημίων, χάριν κάλυψης του δημοσίου χρέους… Για τον ίδιο σκοπό, δημεύονται ιδιωτικοί πόροι από ελευθέρια επαγγέλματα, όπως των μηχανικών, που μέσω του ΤΣΜΕΔΕ διανέμονταν σε όλα τα πανεπιστήμια που διαθέτουν Τμήματα και Σχολές Μηχανικών, καθώς και στα Πολυτεχνεία της χώρας, για να ενισχύσουν το εκπαιδευτικό τους έργο.
• Όλοι οι εργαζόμενοι των Πανεπιστημίων απειλούνται με εξοντωτική μείωση των μισθών τους και εργασιακή ανασφάλεια, ενώ δεν διορίζονται τα εκλεγμένα μέλη από καμία κατηγορία προσωπικού.
• Ο περιορισμός της φοιτητικής μέριμνας οδηγεί σε ουσιαστική κατάργησή της, σε μια εποχή που είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία για τις ελληνικές οικογένειες.
Η θέση του Πρύτανη του Πολυτεχνείου Κρήτης
Για την ολοκλήρωση αυτού του ρεπορτάζ συνομιλήσαμε και με τον πρύτανη του Πολυτεχνείου Κρήτης, τον κ. Γιάννη Φίλη. Όπως μας είπε ο κ. Φίλης, μόλις επιλυθούν κάποια τεχνικά προβλήματα με το υπουργείο θα οριστεί ημερομηνία επανάληψης των εκλογών. Βέβαια, αναφέρει, ανέμεναν την αντίδραση αυτή: «Σε όλη την Ελλάδα έχει συμβεί αυτό, οι φοιτητές είχαν προειδοποιήσει ότι θα παρεμποδίσουν τη διαδικασία, δεν μας προκάλεσε έκπληξη». Και το κράτος το είχε προβλέψει, όμως, και προέβλεψε την επιστολική ή ηλεκτρονική ψήφο. «Ναι, υπάρχουν αντιδράσεις και γι’ αυτό, και μάλιστα τις προάλλες η Σύγκλητος αποφάσισε να προσφύγει στο συμβούλιο της Επικρατείας. Γι’ αυτό και για άλλα πράγματα».
Όπως μας είπε, αρκετοί, αν και όχι όλοι, οι καθηγητές είναι ενάντιοι σε αυτόν τον νόμο, τον οποίον κρίνει αντισυνταγματικό, αλλά μέχρι την ακύρωσή του από τα δικαστήρια οφείλουν οι πρυτανικές αρχές να τον εφαρμόσουν. «Είμαστε ενάντια και γι’ αυτό θα προσφύγουμε. Από την άλλη, ο νόμος υφίσταται και δεν μας επιτρέπεται να μην τον εφαρμόσουμε, και γι’ αυτό προχωρούμε τις διαδικασίες όπως προβλέπει ο νόμος. Εμείς θα θέσουμε υπό αμφισβήτηση τον νόμο στα πλαίσια που προβλέπει το Σύνταγμα και η συντεταγμένη πολιτεία. Τιποτ’ άλλο». Αν όμως η απόφαση βγει μετά από δύο χρόνια; «Αυτή είναι η πραγματικότητα, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα άλλο». Αν και συμφωνούν σε ό,τι αφορά τον νόμο φοιτητές και καθηγητές, οι δρόμοι τους μάλλον δεν γίνεται να συντονιστούν: «Κοιτάξτε, η πρυτανεία δεν είναι συνδικαλιστικό όργανο, είναι διοικητικό όργανο και έχει συγκεκριμένες δικαιοδοσίες και διαδικασίες που ακολουθεί. Εμείς φέραμε το θέμα της προσφυγής. Δεν μπορούμε εμείς να κατέβουμε με πανό και να κάνουμε συνδικαλισμό, δεν μας επιτρέπεται αυτό το πράγμα».
Ρωτήσαμε τον κ. Φίλη για τις καταγγελίες των φοιτητών, αρχίζοντας από τον δημόσιο χαρακτήρα του πανεπιστημίου που θίγεται άμεσα αλλά και το θέμα των διδάκτρων. Ουσιαστικά, συμπαρατάχθηκε με την κριτική τους σε όλα. Μας είπε: «Πιστεύω ότι σιγά-σιγά αρχίζει αυτή η διαδικασία [άρσης του δημόσιου χαρακτήρα του πανεπιστημίου] και νομίζω ότι αυτός είναι και ο απώτερος σκοπός του νόμου γιατί ο νόμος υποτίθεται ότι έγινε για να διορθώσει κάποια στραβά αλλά αντί να διορθώσει επιφέρει αυτή την κατάσταση που σας είπαν και οι φοιτητές. […] Λίγο-λίγο θα εφαρμόζονται όλο και περισσότερο τα δίδακτρα.
Έτσι έγινε και σε άλλες χώρες, όπως στην Αγγλία όπου, πριν από ενάμιση χρόνο όπου τα τριπλασίασαν και έκαναν τη ζωή των φοιτητών πάρα πολύ δύσκολη από οικονομικής άποψης». Τέλος, για το σημαντικό θέμα των εξωτερικών συμμετεχόντων στο Συμβούλιο ήταν ιδιαίτερα επεξηγηματικός. «Τα κριτήρια επιλογής τους… Θα υπάρχει κι εκεί πρόβλημα, θα είναι άνθρωποι μη ακαδημαϊκοί, πιθανόν να έχουν άλλα κριτήρια, να το βλέπουν σαν επιχείρηση. Γι’ αυτό σας λέω ότι είμαστε αντίθετοι.
Κοιτάξτε να δείτε, ακόμη και να διασφαλιστεί ότι κάποια μικρή ομάδα εξωτερικών θα είναι πραγματικά επιπέδου, θα γνωρίζει το πανεπιστήμιο κλπ, εμείς μιλάμε επί της αρχής. Και μόνο το γεγονός ότι μπαίνουν άνθρωποι ξένοι με το πανεπιστήμιο, άνθρωποι που μπορεί να έχουν επιχειρηματικά κριτήρια…, δεν έχουν θέση σε αυτό το χώρο. Αυτός ο χώρος είναι άλλης νοοτροπίας. Δεν είναι θέμα ότι αν με αυτό το νόμο τώρα βγει μια καλή ομάδα είναι εντάξει ο νόμος. Πάσχει επειδή βάζει ανθρώπους εκτός του ιδρύματος, που καταρχήν δεν έχουν τα κριτήρια για τα ακαδημαϊκά ζητήματα. Είναι οι αρχές που παραβιάζονται.
Όταν μιλάει το Σύνταγμα για αυτοδιοίκητο, μιλάει για αυτοδιοίκητο. Δεν μπορείς επομένως εσύ να φέρνεις απ’ έξω κόσμο. Επίσης το Σύνταγμα μιλάει για δημόσια παιδεία. Όταν εσύ βάζεις δίδακτρα παραβιάζεις τον δημόσιο χαρακτήρα της παιδείας. Το Σύνταγμα μιλάει για υπηρεσίες στην κοινωνία, αλλά ο νέος νόμος μιλάει για σύνδεση με την αγορά. Τι σημαίνει σύνδεση με την αγορά; Αυτό είναι πολύ γενικό αλλά μπορεί να είναι και πολύ επικίνδυνο γιατί, για παράδειγμα, παύουν να με ενδιαφέρουν ειδικότητες που, με τη στενή έννοια βγάζουν χρήματα, και με ενδιαφέρουν αυτές που βγάζουν, όπως των μηχανικών, των υπολογιστών, των επικοινωνιών κλπ.
Οι άλλες, οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες κλπ δεν βγάζουν λεφτά και τις καταργώ ή τις αφήνω ουσιαστικά στην άκρη. Αυτό όμως είναι το θεμέλιο του ακαδημαϊκού συστήματος, να είναι ισότιμες όλες αυτές οι περιοχές της ανθρώπινης δραστηριότητας διότι θεωρούμε ότι ο άνθρωπος δεν έχει ανάγκη μόνο τα χρήματα ή την τεχνολογία αλλά και άλλα πράγματα, εξίσου σοβαρά ή και σοβαρότερα».