Μιλώντας στην εφημερίδα «Ναυτεμπορική» , σχετικά με την κοινή δήλωση των κοινωνικών εταίρων και τις μεταγενέστερες ανακοινώσεις ορισμένων από αυτούς, τόνισε ότι «η κοινή δήλωση των κοινωνικών εταίρων την προηγούμενη εβδομάδα ήταν πολύ σημαντική, διότι διαμορφώνει τη βάση ενός εθνικού κοινωνικού και πολιτικού μετώπου για τη διαπραγμάτευση επί των εργασιακών. Στη δήλωσή τους, μεταξύ άλλων, αποδέχονται ως “καλές πρακτικές” που πρέπει να υιοθετηθούν, μόνο αυτές που συνάδουν με το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, ζητούν την επιστροφή των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον ελάχιστο μισθό, δηλώνουν καθαρά ότι δεν τίθεται καν θέμα περαιτέρω μείωσης των κατώτατων μισθών ή κατάργησης του 13ου και 14ου μισθού. Επίσης, παραπέμποντας σε παλαιότερες κοινές δηλώσεις τους, επαναλαμβάνουν ότι δεν υφίσταται ανάγκη εισαγωγής λοκ άουτ ή αλλαγής του νόμου για τις ομαδικές απολύσεις, ενώ θέτουν εκ νέου επί τάπητος την ανάγκη επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων».
«Είναι ιδιαίτερα θετική η συνυπογραφή της δήλωσης αυτής και από τον ΣΕΒ. Το γεγονός ότι, μετά την υπογραφή, ακολούθησαν ανακοινώσεις του σε διαφορετικό ύφος προσωπικά δεν με αιφνιδίασε. Είναι προφανές ότι τα ταξικά συμφέροντα των βιομηχάνων δεν είναι ίδια με αυτά των εργαζομένων» σημείωσε ο υπουργός Εργασίας.
«Αυτό που έχει σημασία είναι ότι, παρόλα αυτά, ο ΣΕΒ, με τελική του δήλωση, εμμένει στα από κοινού συμφωνηθέντα και δεν διασπά την εθνική διαπραγματευτική θέση. Με τον τρόπο αυτό, ενισχύεται η προσπάθεια της κυβέρνησής μας να επιστρέψει η Ελλάδα στην κανονικότητα της κοινωνικής Ευρώπης, με την απομόνωση των ακραίων παικτών που επιδιώκουν τα αντίθετα. Ήρθε η ώρα να πάρουν θέση επί του ζητήματος και τα κόμματα, ιδίως η Νέα Δημοκρατία, της οποίας ο πρόεδρος έχει αρκετές φορές δηλώσει ότι υιοθετεί τις “διαρθρωτικές αλλαγές” που προτείνει το ΔΝΤ», τόνισε.