Αντίθετος με τη χορήγηση της 4ης δόσης σε άτομα 30-59 ετών είναι ο καθηγητής του LSE Ηλίας Μόσιαλος μετά την εισήγηση των ειδικών.
Αν και, όπως επισημαίνει η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών έχει επιτελέσει σημαντικό έργο στη διάρκεια της πανδημίας, για την απόφαση που έλαβε δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα.
«Οι αποφάσεις δημόσιας υγείας και οι ιατρικές αποφάσεις πρέπει να βασίζονται στην τεκμηρίωση και στη συστηματική ανάλυση των δεδομένων», επισημαίνει ενώ προσθέτει ότι «τα υπάρχοντα εμβόλια εξακολουθούν να είναι πολύ αποτελεσματικά όσον αφορά στην αποτροπή της σοβαρής νόσησης».
Αναλυτικά το κείμενο του Ηλία Μόσιαλου
«Η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών έχει επιτελέσει σημαντικό έργο στη διάρκεια της πανδημίας. Όμως η σημερινή της εισήγηση για την χορήγηση της δεύτερης αναμνηστικής δόσης σε άτομα ηλικίας 30-59 ετών που δεν ανήκουν στις ευάλωτες κατηγορίες δεν συνοδεύεται από την αναγκαία τεκμηρίωση.
Συγκεκριμένα, η ίδια η επιτροπή επισημαίνει ότι δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή επαρκή επιστημονικά δεδομένα για το πρόσθετο όφελος που θα προσφέρει μια δεύτερη αναμνηστική δόση με τα υπάρχοντα εμβόλια.
Εφόσον δεν υπάρχουν επαρκή επιστημονικά δεδομένα τότε δεν θα έπρεπε να γίνει και η σχετική εισήγηση αυτή τη χρονική περίοδο.
Ορισμένοι επισήμαναν ότι θα μπορούν να κάνουν την τέταρτη δόση όσοι φοβούνται. Αυτός βέβαια δεν είναι επαρκής λόγος για να δικαιολογηθεί μια πολιτική, ειδικά όταν δεν υπάρχει επαρκής τεκμηρίωση.
Οι αποφάσεις δημόσιας υγείας και οι ιατρικές αποφάσεις πρέπει να βασίζονται στην τεκμηρίωση και στη συστηματική ανάλυση των δεδομένων. Στη χώρα μας χρειάζεται να έχουμε επαρκή στοιχεία για το ποσοστό των συμπατριωτών μας που έχουν επαρκή ανοσοπροστασία. Αυτό μπορεί να γίνει με τυχαίες δειγματοληψίες στο γενικό πληθυσμό. Έτσι θα μπορούμε να βγάλουμε ασφαλέστερα συμπεράσματα για τις πιθανές επιπτώσεις της πανδημίας τους επόμενους μήνες αλλά και για την αναγκαιότητα των αναμνηστικών δόσεων.
Τέλος να επισημάνω ότι τα υπάρχοντα εμβόλια εξακολουθούν να είναι πολύ αποτελεσματικά όσον αφορά στην αποτροπή της σοβαρής νόσησης. Δεν είναι πολύ αποτελεσματικά πλέον όσον αφορά στην αποτροπή της ήπιας λοίμωξης και των επαναλοιμώξεων. Και αυτό ισχύει κυρίως για τις υποπαραλλαγές Β4 και Β5 της Όμικρον».