Πάνω από το 50% των παραγωγών ελαιολάδου στην Κρήτη και σε ολόκληρη τη χώρα αποκλείονται από τις ενισχύσεις της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, αφού παραμένει ο περιορισμός της επιδότησης ενός παραγωγού, όταν διατηρεί ελαιοκαλλιέργεια κάτω των 4 στρεμμάτων. Την ίδια ώρα, τα δικαιώματα των ελαιοπαραγωγών “τσουβαλιάζονται” στην κατηγορία των δεντρωδών καλλιεργειών, με συνέπεια να μοιράζονται και σε άλλες καλλιέργειες μικρότερης σημασίας, τόσο για την οικονομία της χώρας, όσο και για τη δημόσια υγεία.
Την καταγγελία αυτή, με αφορμή σχετική επιστολή της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Γεωτεχνικών Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΟΓΕΔΥ), κάνει στο neakriti.gr ο αγροτοσυνδικαλιστής Στάθης Φραγκιαδάκης, συμφωνώντας με την πάγια θέση των αγροτικών φορέων της Κρήτης για ξεχωριστή και ιδιαίτερη αντιμετώπιση της ελαιοκαλλιέργειας από την ελληνική κυβέρνηση και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Συγκεκριμένα, για το μέλλον του ελαιοκομικού τομέα στη χώρα μας, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Γεωτεχνικών Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΟΓΕΔΥ) εκφράζει έντονη ανησυχία, εξαιτίας της ανεπάρκειας των όποιων προβλεπόμενων πολιτικών και μέτρων στήριξης. Σε σχετική επιστολή της προς την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων αναφέρει, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Πρέπει να σας αναφέρουμε ότι, πέραν του ότι η υψηλή συμμετοχή ετεροεπαγγελματιών στους κλάδους της γεωργικής παραγωγής αποτελεί χαρακτηριστικό της ελληνικής γεωργίας γενικότερα, οι κύριοι στόχοι της ΚΑΠ είναι η ενίσχυση της παραγωγής ασφαλών και ποιοτικών τροφίμων και η ενίσχυση για τη διατήρηση της περιβαλλοντικής αειφορίας και του αγροτικού περιβάλλοντος. Για τον λόγο αυτό, οι ενισχύσεις χορηγούνται στους “ενεργούς αγρότες”, δηλαδή σε αυτούς που ασκούν αγροτική δραστηριότητα και όχι μόνο στους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες.
Επιπλέον, η αποδοχή τέτοιων λογικών περί ετεροεπαγγελματιών οδηγεί στον αποκλεισμό από το σύστημα ενισχύσεων χιλιάδων μικροϊδιοκτητών (κάτω των 4 στρεμμάτων), οι οποίοι όμως ως σύνολο αποτελούν κρίσιμη μάζα για την ελληνική ελαιοκαλλιέργεια, με ό,τι επιπτώσεις μπορεί να έχει αυτό για την εγχώρια ελαιοπαραγωγή.
Φαίνεται όμως ότι, μέσω της επίκλησης ύπαρξης των ετεροεπαγγελματιών ελαιοκαλλιεργητών, προφανώς προκρίθηκε το “τσουβάλιασμα” της ελαιοκαλλιέργειας μέσα στην “περιφέρεια” βασικών ενισχύσεων των δενδρωδών καλλιεργειών, το οποίο συντελεί στην ανακατανομή της βασικής ενίσχυσης από τα υψηλής αξίας – πάλαι ποτέ – ιστορικά “ελαιοδικαιώματα” σε άλλα μικρότερης αξίας άλλων δενδρωδών καλλιεργειών. Η προσπάθεια σύγκλισης εντός μιας “περιφέρειας” ενισχύσεων, πέρα από το αφήγημα της “δίκαιης κατανομής”, πρακτικά σημαίνει μεταφορά ενισχύσεων από καλλιέργειες (εν προκειμένω ελιά) – άρα και περιοχές όπου υπάρχουν – σε άλλες καλλιέργειες και συνεπώς σε άλλες περιοχές. Έτσι η κατέχουσα εξέχουσα θέση σε στρέμματα αλλά και σε όγκο παραγωγής ελαιοκαλλιέργεια “αιμορραγεί” ως προς τη βασική ενίσχυση προς ήσσονος σημασίας δενδρώδεις καλλιέργειες (σε εκτάσεις, παραγωγή αλλά και μοναδική εμπορικότητα-brand), με τις οποίες μπαίνει στο ίδιο σακί ως προς τη βασική ενίσχυση»…
«Πάνω από τους μισούς εκτός ενίσχυσης»
Σχολιάζοντας τα επίμαχα αυτά σημεία, ο παλαίμαχος αγροτοσυνδικαλιστής Στάθης Φραγκιαδάκης τονίζει στο neakriti.gr: «Είναι το 50% των ελαιοπαραγωγών της χώρας που για τον λόγο αυτό αποκλείονται από μια στήριξη. Και πρέπει να πούμε ότι σήμερα στην Κρήτη ελάχιστοι είναι αυτοί που δεν παράγουν ελαιόλαδο. Δε νομίζω να είναι το 15% με 20%. Δηλαδή, το 75% με 80% των Κρητικών παράγει ελαιόλαδο. Και από αυτούς αποκλείονται χιλιάδες ελαιοπαραγωγοί, λόγω του “κόφτη” των τεσσάρων στρεμμάτων. Και αυτοί οι άνθρωποι, έστω με τόσο λίγα στρέμματα, θα μπορούσαν να έπαιρναν μία μικρή στήριξη για την ελιά τους. Τουλάχιστον να μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες των λιπασμάτων τους»…
Όπως συνεχίζει ο ίδιος, «το ελαιόλαδο θα έπρεπε το υπουργείο να το δει με διαφορετικό μάτι. Και να προωθήσει και προς τις Βρυξέλλες αιτήματα για μια καλύτερη στήριξη της επιδότησης, ώστε να μπορεί ο παραγωγός να το έχει φτηνό, για να μπορεί ο καταναλωτής να το καταναλώνει περισσότερο», λέει ο Στάθης Φραγκιαδάκης.
Όσο για το γεγονός ότι ενισχύονται με χρήματα της ελιάς άλλες δεντρώδεις καλλιέργειες στη χώρα, ο Στάθης Φραγκιαδάκης είναι καταπέλτης: «Φεύγουν πόροι από την ελιά και πάνε σε άλλες καλλιέργειες και ενισχύονται. Εγώ δεν έχω αντίρρηση να ενισχυθούν και άλλες καλλιέργειες, αλλά απαιτείται να δοθεί η κατεύθυνση ότι σήμερα βρίσκεται η παγκόσμια αγορά να έχει ελλειμματική παραγωγή κατά 700.000 τόνους, επειδή δεν υπάρχει επαρκής παραγωγή λόγω των καιρικών συνθηκών στην Ιταλία και την Ισπανία»…
Και καταλήγοντας λέει: «Ας μην κόβονται οι ενισχύσεις από ένα προϊόν το οποίο μπορεί να διατηρηθεί αφού δεν είναι ευπαθές και να καλύψει τις ανάγκες των καταναλωτών και μάλιστα ένα προϊόν που αποτελεί “χρυσάφι” για τη δημόσια υγεία».
«Ανεπάρκεια πολιτικών και μέτρων στήριξης»
Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Γεωτεχνικών Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΟΓΕΔΥ) στην επιστολή της προς τον Γιώργο Γεωργαντά αναφέρει, μεταξύ άλλων, ακόμη:
«Ο Οδυσσέας Ελύτης είχε αναφέρει ότι, εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα κλήμα και μια βάρκα. Και εάν με τα ίδια μπορείς να την ξαναφτιάξεις, τότε εύλογα διερωτάται κανείς αν οι πολιτικές που ακολουθούνται σήμερα είναι ικανές και επαρκείς να στηρίξουν τη Νο1 καλλιέργεια της χώρας μας: την ελαιοκαλλιέργεια, συστατικό στοιχείο της Ελλάδας και κατά τον νομπελίστα Ελύτη.
Η ελαιοκαλλιέργεια έχει ανεβάσει τη χώρα μας στην τρίτη θέση των ελαιοπαραγωγών χωρών παγκοσμίως, με την ποιότητα (ποιοτικά και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά που δίνουν την ευκαιρία ακόμη και για την εμπορία με ισχυρισμό διατροφής και υγείας) του ελληνικού ελαιολάδου να είναι ασυναγώνιστη, καθιστώντας μας πρωταθλητές παγκόσμια, ενώ παράλληλα ο κλάδος της επιτραπέζιας ελιάς εμφάνισε ρεκόρ εξαγωγών την περυσινή χρονιά. Αναλογιστείτε έναν άλλο τομέα στον οποίο είμαστε παγκόσμια πρωτοπόροι, πάρτε ως παράδειγμα την ποντοπόρο ναυτιλία και ψάξτε πως ως Πολιτεία έχουμε ειδικές προβλέψεις γι’ αυτήν.
Και ενώ θα περίμενε κανείς ότι οι Έλληνες αρμόδιοι θα έδιναν τη δέουσα σημασία στην ελαιοκαλλιέργεια, παρ’ όλα αυτά δε φαίνεται να δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα στο Στρατηγικό Σχέδιο της νέας ΚΑΠ, βαρύτητα που της ανήκει και που θα την αναγνώριζε ως θεμελιακό στοιχείο της ελληνικής γεωργίας, αλλά και αυταπόδεικτο σήμα κατατεθέν του Ελληνικού Πολιτισμού και του αγροτικού μας περιβάλλοντος».
Στο τέλος της επιστολής αναφέρονται τα εξής: «Κατόπιν τούτων, σας καλούμε να αντιληφθείτε την κρισιμότητα της στιγμής και να υλοποιηθούν άμεσα ειδικά μέτρα και δράσεις για τη στήριξη της ελαιοκαλλιέργειας της χώρας, πριν είναι πολύ αργά, άλλως ο αγροτικός κόσμος γνωρίζει ότι… “έχουμε ελιές και ελίδια, έχουμε κι αγριελίδια”».