Με άρθρο του στους «New York Times» ο Πολ Κρούγκμαν, προχωράει σε μία σύγκριση της πολωνικής και της ελληνικής οικονομίας, εντοπίζοντας τη σημαντικότερη διαφορά τους: το ευρώ
Στο ξεκίνημα του άρθρου του ο νομπελίστας οικονομολόγος απαντά σε συναδέρφους του αλλά και γενικότερα σε αυτούς που υποστηρίζουν ότι η αιτία της ελληνικής κρίσης είναι η έλλειψη μεταρρυθμίσεων. «Θα έλεγα ότι είναι μεγάλο, μεγάλο λάθος να σταθούμε σε παράγοντες που μειώνουν την ελληνική παραγωγικότητα και να υποστηρίξουμε ότι αυτοί είναι η «αιτία» της ελληνικής κρίσης. H μειωμένη παραγωγικότητα έχει ένα τίμημα για κάθε οικονομία. Κανονικά όμως δεν δημιουργεί οικονομική κρίση, ούτε μία τεράστια αποπληθωριστική ύφεση.»
Στη συνέχεια προχωράει σε μία σύγκριση δύο εθνικών οικονομιών: Της Πολωνίας που ακμάζει και τις Ελλάδας που καταρρέει. Σύμφωνα με τον Κρούγκμαν, η οικονομία της Πολωνίας μοιάζει πολύ με την ελληνική και μάλιστα είναι ελαφρώς χειρότερη. «Η Πολωνία, όπως η Ελλάδα, είναι μια χώρα στην περιφέρεια της Ελλάδας, στενά συνδεδεμένη με την υπόλοιπη ευρωπαϊκή οικονομία. Είναι επίσης μία χώρα με σχετικά χαμηλή παραγωγικότητα, σύμφωνα με τα βορειοδυτικά ευρωπαϊκά στάνταρντς, στην πραγματικότητα μικρότερη παραγωγικότητα από την Ελλάδα σύμφωνα με τα τυπικά διεθνή πρότυπα.»
Ποια είναι η διαφορά μεταξύ των δύο χωρών και γιατί η Πολωνία αναπτύσσεται ενώ η Ελλάδα καταστρέφεται, αναρωτιέται ο κ.Κρούγκμαν ρητορικά για να συμπληρώσει: «Σίγουρα η απάντηση είναι το ευρώ: υιοθετώντας το ευρώ η Ελλάδα πρώτα έφερε μαζικές εισροές κεφαλαίων, μετά βρέθηκε σε μία παγίδα, ανίκανη να επιτύχει την απαιτούμενη πραγματική υποτίμηση χωρίς απίστευτα οδυνηρή λιτότητα.»
«Κάθε φορά που κάποιος υποστηρίζει ότι το ελληνικό πρόβλημα βρίσκεται πραγματικά στην παραγωγή, θα πρέπει να αναρωτηθείτε, όχι αν η Ελλάδα έχει τέτοιο πρόβλημα – που έχει -, αλλά γιατί αυτό θα οδηγούσε σε κατάρρευση», καταλήγει ο Κρούγκμαν.
Ολόκληρο του άρθρο στους New York Times μετεφρασμένο
O Γιάννης Ιωαννίδης και ο Χριστόφορος Πισσαρίδης σε άρθρα τους για το Ινστιτούτο Brookings, επιχειρηματολογούν για το πώς η έλλειψη ριζικών μεταρρυθμίσεων μειώνει την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας. Δεν έχω λόγο να αμφισβητήσω ότι υπάρχουν σοβαρά σημεία που πρέπει να αλλάξουν και ότι η Ελλάδα θα ήταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση εάν με κάποιον τρόπο μπορούσε να ξεπεράσει τα πολιτικά εμπόδια και να πραγματοποιήσει αυτές τις αλλαγές.
Ωστόσο θα έλεγα ότι είναι μεγάλο, μεγάλο λάθος να σταθούμε σε παράγοντες που μειώνουν την ελληνική παραγωγικότητα και να υποστηρίξουμε ότι αυτοί είναι η «αιτία» της ελληνικής κρίσης. H μειωμένη παραγωγικότητα έχει ένα τίμημα για κάθε οικονομία. Κανονικά όμως δεν δημιουργεί οικονομική κρίση, ούτε μία τεράστια αποπληθωριστική ύφεση.
Αναλογιστείτε, συγκεκριμένα, μία σύγκριση που θα έπρεπε να γίνει ανάμεσα στην Ελλάδα και την Πολωνία. Η Πολωνία, όπως η Ελλάδα, είναι μια χώρα στην περιφέρεια της Ελλάδας, στενά συνδεδεμένη με την υπόλοιπη ευρωπαϊκή οικονομία. Είναι επίσης μία χώρα με σχετικά χαμηλή παραγωγικότητα, σύμφωνα με τα βορειοδυτικά ευρωπαϊκά στάνταρντς, στην πραγματικότητα μικρότερη παραγωγικότητα από την Ελλάδα σύμφωνα με τα τυπικά διεθνή πρότυπα.
Αλλά η Πολωνία δεν είχε μία κρίση ελληνικού επιπέδου, ούτε μια κρίση γενικότερα. Αντίθετα, έχει ενδυναμωθεία μέσα από το χάος των τελευταίων χρόνων.
Ποια είναι η διαφορά; Σίγουρα η απάντηση είναι το ευρώ: υιοθετώντας το ευρώ η Ελλάδα πρώτα έφερε μαζικές εισροές κεφαλαίων, μετά βρέθηκε σε μία παγίδα, ανίκανη να επιτύχει την απαιτούμενη πραγματική υποτίμηση χωρίς απίστευτα οδυνηρή λιτότητα.
Κάθε φορά που κάποιος υποστηρίζει ότι το ελληνικό πρόβλημα βρίσκεται πραγματικά στην προμήθεια, θα πρέπει να αναρωτηθείτε, όχι αν η Ελλάδα έχει τέτοιο πρόβλημα – που έχει -, αλλά γιατί αυτό θα οδηγούσε σε κατάρρευση. Η Ελλάδα μοιάζει να έχει περίπου το 60% της γερμανικής παραγωγικότητας, που σημαίνει ότι θα έπρεπε να έχει πραγματικούς μισθούς στο 60% των γερμανικών. Δεν θα έπρεπε να έχει 25% ανεργία.