Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης
Μετά από δώδεκα χρόνια λειτουργίας, το Chania Film Festival φτάνει στη δέκατη τρίτη διοργάνωσή του, έχοντας καθιερωθεί ως ένας από τους σημαντικότερους κινηματογραφικούς θεσμούς της Κρήτης. Από την Τετάρτη 15 έως και την Κυριακή 26 Οκτωβρίου, το Πνευματικό Κέντρο Χανίων φιλοξενεί περισσότερες από τριακόσιες προβολές, διακόσιους καλεσμένους, είκοσι έξι masterclasses και πλήθος εκπαιδευτικών δράσεων. Σύμφωνα με τον διευθυντή του Φεστιβάλ, Ματθαίο Φραντζεσκάκη, «το φεστιβάλ Χανίων γίνεται 13 χρονών – δηλαδή κάπου εκεί στην αρχή της εφηβείας. Υπάρχει πλέον δομημένη εμπειρία, γνώση, αλλά και η ίδια ορμή με την οποία ξεκινήσαμε.» Πρόκειται, αναμφίβολα, για μια διοργάνωση που δείχνει συνέπεια, οργανωτικότητα και σταθερή παρουσία στα πολιτιστικά πράγματα της πόλης.
Το φετινό πρόγραμμα περιλαμβάνει αφιερώματα και τιμητικές εκδηλώσεις για σημαντικές προσωπικότητες του ελληνικού και διεθνούς κινηματογράφου. Η πρώτη βραδιά ήταν αφιερωμένη στον Θοδωρή Παπαδουλάκη ενώ ο Εμίρ Κουστουρίτσα, που δεν κατάφερε να παρευρεθεί στην πρεμιέρα, θα επισκεφθεί τελικά τα Χανιά από τις 18 έως τις 22 Οκτωβρίου, με ειδική εκδήλωση την Τρίτη 21 Οκτωβρίου και προβολή της ταινίας Ο Καιρός των Τσιγγάνων. Τιμητικά αφιερώματα έχουν επίσης προγραμματιστεί για τον Παντελή Βούλγαρη, με προβολή του Τελευταίου Σημειώματος και συζήτηση με τον δημιουργό το Σάββατο 25 Οκτωβρίου, για τον κινηματογραφιστή Λευτέρη Χαρωνίτη, καθώς και για τον Κώστα Μαυρακάκη, του οποίου η πολύχρονη ενασχόληση με τον κινηματογράφο και οι χαρακτηριστικές χειροποίητες αφίσες για τον Κήπο Χανίων αποτελούν κομμάτι της πολιτιστικής φυσιογνωμίας της πόλης.
Δυστυχώς, από τα αφιερώματα του φετινού Φεστιβάλ απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στον ποιητή Λεωνίδα Κακάρογλου, τον άνθρωπο που διαμόρφωσε ουσιαστικά την κινηματογραφική κουλτούρα των Χανίων. Ο Κακάρογλου, που έφυγε από τη ζωή τον περασμένο Ιούνιο, υπήρξε για δεκαετίες σημείο αναφοράς για όσους γνώρισαν τον κινηματογράφο όχι ως διασκέδαση αλλά ως παιδεία. Ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Δημοτικού Κινηματογράφου «Κήπος» για πάνω από είκοσι χρόνια, έδωσε σχήμα και περιεχόμενο σε μια πολιτιστική ζωή που δεν στηριζόταν σε επιδοτήσεις ή επικοινωνιακές φιέστες αλλά στη δουλειά, στη συνέπεια και στη βαθιά γνώση του αντικειμένου. Οργάνωσε προβολές, σεμινάρια, αφιερώματα, δημόσιες συζητήσεις και συνέδεσε την πόλη μας με τον μεγάλο κόσμο του κινηματογράφου, δίχως φτηνούς εντυπωσιασμούς και επικοινωνιακά παιγνίδια αλλά με ήθος και εντιμότητα.
Η απουσία του από το φετινό πρόγραμμα δεν είναι απλώς μια παράλειψη, δεν αποτελεί ένα απλό λάθος. Αντίθετα, είναι μια ένδειξη λήθης που βαραίνει περισσότερο από οποιοδήποτε αφιέρωμα. Γιατί αν υπάρχει σήμερα στα Χανιά μια σχέση ανάμεσα στον πολίτη και την εικόνα, αυτή οφείλεται στον Κακάρογλου και στους λίγους που πίστεψαν ότι ο κινηματογράφος μπορεί να είναι πράξη συλλογικής παιδείας. Το Φεστιβάλ Χανίων έχει την ευθύνη και την υποχρέωση να θυμάται αυτούς τους ανθρώπους, όχι για λόγους τυπικούς ή επετειακούς, αλλά γιατί χωρίς αυτούς η ίδια του η ύπαρξη θα ήταν αδύνατη. Προφανώς, ο Λεωνίδας Κακάρογλου δεν χρειάζεται μνημεία, χρειάζεται τη συνέχεια του έργου του. Και κάθε φορά που οι πολιτιστικοί παράγοντες της πόλης, δεν αναφέρομαι καν στην αγράμματη εξουσία, ξεχνούν εκείνους που τον στήριξαν, τότε και ο πολιτισμός κι η τέχνη χάνουν λίγη από την αλήθεια τους. Δεν είναι η πρώτη φορά. Θα θυμίσω εδώ πως συμπεριφέρθηκε η τοπική πολιτεία όταν διεκδικήθηκε να μετονομαστεί η οδός Πειραιώς σε οδό ποιητή Γιώργου Μανουσάκη και ποιο ήταν το αποτέλεσμα. Ξανά, η λήθη και η υποτίμηση.
Ίσως, τελικά, αυτό να είναι και το πραγματικό ερώτημα που αφορά κάθε πολιτιστικό θεσμό: αν θέλει να είναι πεδίο συνάντησης ή βιτρίνα προβολής. Γιατί όσο ο πολιτισμός μετατρέπεται σε μηχανισμό διαχείρισης χορηγών, επιχορηγήσεων και συνεργειών, τόσο απομακρύνεται από εκείνους που τον έφτιαξαν από το μηδέν. Ο Κακάρογλου δεν είχε πίσω του επιτροπές, είχε ανθρώπους. Δεν είχε προϋπολογισμούς, είχε ιδέες. Και αυτό είναι που λείπει σήμερα, όχι μόνο από το Φεστιβάλ Χανίων αλλά από το μεγαλύτερο μέρος της δημόσιας πολιτιστικής ζωής. Η πίστη και η αίσθηση ευθύνης ότι ο πολιτισμός δεν είναι απλώς διοργάνωση αλλά πράξη αντίστασης απέναντι στη λήθη και στην εμπορευματοποίηση της μνήμης είναι που κάνει τη διαφορά, και αυτό χωρίς να υποτιμώ τη δουλειά που γίνεται στο Chania Film Festival. Δυστυχώς, η πραγματικότητα δεν έχει μόνο μία πλευρά, όπως άλλωστε και ο κινηματογράφος.
(Το κείμενο γράφτηκε με αφορμή ένα σχόλιο αναγνώστριας σε ανάρτηση της εφημερίδας Αγώνας της Κρήτης, το οποίο επισήμανε αυτή ακριβώς την ηχηρή απουσία του Λεωνίδα Κακάρογλου από τα αφιερώματα του Φεστιβάλ.)



