Όπως αναφέρει, είναι συνταρακτικό το πόσο σκληρά αντιμετωπίζουν την πρόθεση της νέας ελληνικής κυβέρνησης να πετύχει μια μείωση των αποπληρωμών του χρέους,, πολιτικοί και σχολιαστές, οι οποίοι κάνουν λόγο για δισεκατομμύρια ευρώ που πήρε από την ΕΕ η Ελλάδα από την οποία οι ίδιοι ζητούν να τηρήσει τα συμφωνηθέντα και να βάλει τάξη στα κακώς κείμενά της, ωστόσο, σημειώνει, όσο και αν αυτά τα επιχειρήματα αληθεύουν σε μεγάλο βαθμό, σημαδεύονται από μια έντονα μονόπλευρη θεώρηση.
Τη διαπίστωση, ήδη στον τίτλο και υπότιτλο σημερινού εκτενούς άρθρου του στην συντηρητική αυστριακή εφημερίδα «Ντι Πρέσε», ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση συμπροκάλεσε την ελληνική κρίση και από το γεγονός αυτό πρέπει να εξαχθούν σωστά συμπεράσματα για μια μεταρρύθμιση της ΕΕ, κάνει ο καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Γκρατς και μέλος της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών, Μαξ Χάλερ, παραθέτοντας αναλυτικά τις κοινοτικές ευθύνες για την «ελληνική τραγωδία».
Όπως αναφέρει εισαγωγικά, είναι συνταρακτικό το πόσο σκληρά αντιμετωπίζουν την πρόθεση της νέας ελληνικής κυβέρνησης να πετύχει μια μείωση των αποπληρωμών του χρέους,, πολιτικοί και σχολιαστές, οι οποίοι κάνουν λόγο για δισεκατομμύρια ευρώ που πήρε από την ΕΕ η Ελλάδα από την οποία οι ίδιοι ζητούν να τηρήσει τα συμφωνηθέντα και να βάλει τάξη στα κακώς κείμενά της, ωστόσο, σημειώνει, όσο και αν αυτά τα επιχειρήματα αληθεύουν σε μεγάλο βαθμό, σημαδεύονται από μια έντονα μονόπλευρη θεώρηση.
Από μια ευρύτερη σκοπιά ανοίγονται τελείως διαφορετικές δυνατότητες, έστω και αν η υλοποίησή τους δεν θα λύσει μέσα σε μια ημέρα όλα τα προβλήματα, και σαφώς αποδεικνύεται πως η «τραγωδία» της Ελλάδας – «και για μια τέτοια πρόκειται όταν ένα ποσοστό 26% των Ελλήνων, τρία από τα ένδεκα εκατομμύρια, και ένα 50% των νέων, είναι άνεργοι» – έχει προκληθεί και από την ίδια την ΕΕ, σημειώνει ο Μαξ Χάλερ, προσθέτοντας ότι είναι εξαιρετικά περιορισμένες οι προοπτικές για μια τέτοια ανάρρωση της ελληνικής οικονομίας ώστε να μειώνονταν οι αριθμοί αυτοί.
Τα μέτρα τα οποία προβλέπονται για την Ελλάδα είναι «εξαιρετικής σημασίας» και για τις άλλες «ασθενείς» χώρες της Νότιας Ευρώπης – Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία -, με τις οποίες συγκρινόμενες η Γερμανία και η Αυστρία είναι «πρωταθλητές απασχόλησης» και αυτό δεν είναι σύμπτωση, επισημαίνει ο Αυστριακός κοινωνιολόγος.
Είναι αυταπόδεικτο, συμπληρώνει, πως η νέα εσωτερική διάσπαση της ΕΕ συνδέεται με την καθιέρωση του ευρώ για την οποία δεν ήταν προετοιμασμένοι ούτε προσωπικά και συλλογικά οι πολίτες, ούτε οι θεσμοί των νοτιοευρωπαϊκών χωρών-μελών, και παρατηρεί πως οι γερμανικές εξαγωγές στην Ελλάδα διπλασιάστηκαν στο διάστημα 2002-2008, προκαλώντας μια μαζική ανισορροπία στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, και τη στιγμή που στη Γερμανία και στην Αυστρία οι εξαγωγές αντιπροσώπευαν το 2014 το 40% του ΑΕΠ, στην Ελλάδα ήταν μόλις στο 16%.
Ο Μαξ Χάλερ παραθέτει στη συνέχεια αναλυτικά πέντε λόγους στους οποίους, κατά την άποψή του, οφείλεται η ελληνική κρίση, την οποία συμπροκάλεσε η ΕΕ και η πολιτική των ισχυρών χωρών-μελών της, αναφέροντας διεξοδικά ως πρώτο λόγο τις επιδοτήσεις «στις οποίες βρίσκονται οι ρίζες της ελληνικής ασθένειας» και οι οποίες προκάλεσαν προνόμια, πελατειακές σχέσεις και διαφθορά, ενώ ο δεύτερος λόγος βρίσκεται στα χρήματα από τα Διαρθρωτικά Ταμεία και εκείνα της Περιφερειακής Πολιτικής με τα οποία επιδοτήθηκαν μεγάλες επενδύσεις αλλά και τα άχρηστα σήμερα Ολυμπιακά Έργα.
Ακολουθούν, όπως αναφέρει, οι υπερβολικές αμυντικές δαπάνες και η καταβολή «μιζών», η υπερβολική χρέωση της χώρας απέναντι σε γαλλικές, γερμανικές και ελβετικές τράπεζες (που ανέρχονταν το 2010 μεταξύ 40 και 80 δισεκατομμυρίων ευρώ), στις οποίες εισέρρευσε το μεγαλύτερο μέρος από τα χρήματα των έως τώρα «πακέτων διάσωσης» της χώρας, ενώ ως πέμπτος λόγος βρίσκεται, στη μεταφορά, εδώ και δεκαετίες, τεραστίων κεφαλαίων από την Ελλάδα σε «χώρες-υποδείγματα» , όπως το Λουξεμβούργο, που οφείλουν τον πλούτο τους στο ότι είναι φορολογικές οάσεις.
Από όλους αυτούς τους λόγους, όπως επισημαίνει ο Αυστριακός καθηγητής Κοινωνιολογίας και μέλος της Ακαδημίας Επιστημών, μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα για μια μεταρρύθμιση της ΕΕ, που θα υποστηρίζουν όχι μόνον την Ελλάδα, αλλά θα μπορέσουν να συμβάλουν σε μια μείωση της γενικότερης επικίνδυνης νέας εσωτερικής διάσπασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΑΠΕ – ΜΠΕ