Του Γιωργου Ευγενίδη
Όταν καταλαγιάσουν οι πανηγυρισμοί για την επί της αρχής θετική αύξηση του κατώτατου μισθού, θα φανεί το παράδοξο του μέτρου.
Καμιά φορά, όταν λαμβάνεται μια προδήλως θετική απόφαση, το να εμφανίζονται οι πολιτικές δυνάμεις και να…γκρινιάζουν, ίσως μοιάζει κάπως μίζερο και παράταιρο. Για παράδειγμα, με τον κατώτατο μισθό: ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε χθες αύξησή του κατά σχεδόν 11% και, ταυτόχρονα, κατάργηση του «υποκατώτατου μισθού». Με άλλα λόγια, 650ευρώ μικτά θα είναι ο νέος κατώτατος μισθός για όλους, ανεξαρτήτως ηλικίας.
Δεν είναι θετική η είδηση; Μα φυσικά, ποιος λέει όχι σε αυτή τη ζωή σε περισσότερα χρήματα; Ιδίως άμα είναι νέος και η αγορά εργασίας δεν του έχει φερθεί τόσο καλά μέχρι στιγμής. Από τη στιγμή, άλλωστε, που, στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος, αποδεχθήκαμε το χρήμα ως μέσο συναλλαγής και ευμάρειας, κανείς ποτέ δεν είπε όχι σε λίγο ή πολύ περισσότερο.
Στο προφανές, λοιπόν, συμφωνούμε όλοι: εφόσον η οικονομία, έστω και κουτσά-στραβά, πάει καλύτερα, πρέπει ένα μέρος του «πλεονάσματος» που παράγεται, να επιστρέψει στην κοινωνία. Η κυβέρνηση, αυτή, όμως, πολιτεύεται με τη λογική της κατασκευής συμβόλων. Με άλλα λόγια, δεν αντιμετωπίζει την αύξηση του κατώτατου μισθού παρά τίποτε άλλο ως ένα σύμβολο για να πείσει «τις μάζες» ότι η οικονομική της πολιτική αποδίδει και ότι η ίδια κόπτεται για τους πιο αδύναμους αυτής της κοινωνίας. Και έτσι, με συμβολικές κινήσεις, θέλει να πάει σε εκλογές.
Σε μια κανονική χώρα, η αύξηση του κατώτατου μισθού θα σήμαινε, την ίδια ώρα, ότι και η αγορά μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτά τα νέα μεγέθη. Και αυτό γιατί, η ανάπτυξη θα ήταν πραγματική και όχι στα χαρτιά. Με άλλα λόγια, οι μισθοί θα ανέβαιναν, επειδή θα παραγόταν νέος πλούτος. Σε καμία χώρα δεν αυξήθηκαν πρώτα οι μισθοί και μετά παρήχθη νέος πλούτος. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με το προαιώνιο ερώτημα, αν έκανε η κότα το αυγό ή το αυγό την κότα, αλλά μια λογική ακολουθία, της οποίας η διαταραχή, οδηγεί σε «σπάσιμο» της αλυσίδας.
Πάμε πάλι, λοιπόν, για τυχόν καλοθελητές: η αύξηση του κατώτατου μισθού, από μόνη της, είναι μια είδηση θετική. Αν δεν έχετε δει φίλους σας που δουλεύουν κοπιωδώς να το σκέφτονται, αν θα πάρουν δεύτερο ποτό το βράδυ, επειδή δεν είναι σίγουροι ότι τους βγαίνει ο λογαριασμός του μήνα, καλύτερα αναθεωρήστε. Από την άλλη, όμως, μένοντας μόνο στο δέντρο, χάνουμε το δάσος: σε ποια αγορά, σε ποιο επιχειρηματικό περιβάλλον έρχεται αυτή η ρύθμιση;
Η κυβέρνηση κάνει ελάχιστα πράγματα για τη διαμόρφωση ενός φιλικού προς την επιχειρηματικότητα κλίματος. Ας το καταλάβουν: χωρίς υγιείς επιχειρήσεις, ο κύκλος της οικονομίας δεν λειτουργεί. Χωρίς αποκλιμάκωση του φορολογικού και ασφαλιστικού βάρους των επιχειρήσεων, καμία επιχείρηση δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί σε κοινωνικά δίκαια μέτρα, όπως, φερ ειπείν, η αύξηση του κατώτατου μισθού. Το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας δεν είναι ότι οι θέσεις εργασίας είναι υπαμειβόμενες. Αυτό είναι σύμπτωμα του προβλήματος: το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας της προκοπής.
Οπότε, όταν κοπάσει ο κουρνιαχτός και οι πανηγυρίζοντες κυβερνητικοί ηρεμήσουν κάπως, ας το ξανασκεφτούν κάπως πιο ψύχραιμα: τι έχουν κάνει, προκειμένου επιχειρήσεις να μπορούν να προσλαμβάνουν περισσότερους εργαζομένους, αλλά και να δημιουργούνται περισσότερες επιχειρήσεις που προσφέρουν αρκετές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας;
Η απάντηση, δυστυχώς για όλους μας, είναι πικρή και δεν αντέχει σε εργαλειακή αξιοποίηση.