18.3 C
Chania
Saturday, November 23, 2024

Με αφορμή την κατάληψη στον ραδιοσταθμό “Κόκκινο”

Ημερομηνία:

Έχω ακούσει από πολλούς φίλους ότι όσοι προβαίνουν στις καταλήψεις επιλέγουν “εύκολους στόχους”. Λένε μάλιστα ότι αν πραγματικά ήθελαν να συγκρουστούν με κατεστημένες αντιλήψεις τότε θα έπρεπε να προβούν σε κατάληψη σε καθεστωτικά μέσα ενημέρωσης και όχι σε μέσα όπως ο ραδιοσταθμός στο “Κόκκινο” που έχει αποδείξει επί σειρά ετών ότι στηρίζει τους κοινωνικούς και εργατικούς αγώνες. Συνεχίζουν μετά και λένε ότι η κυβέρνηση αυτή, σε αντίθεση με τις προηγούμενες, σκοπεύει πράγματι να δώσει λύση στα ζητήματα και ως εκ τούτου δεν υπάρχει λόγος κινητοποιήσης “αφού τα ίδια θέλουμε”. Για να καταλήξουν: “μήπως οι αντιεξουσιαστές τελικά αυτό επιθυμούν; Να στείλουνε τα ΜΑΤ; Για να αποδειχθεί ότι είμαστε όλοι ίδιοι; Ε, δεν είμαστε ίδιοι.”.

Ο Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξή του από το 2012, έδινε έμφαση στο γεγονός ότι ψήφος στην Αριστερά δε σημαίνει ανάθεση όλων των ευθυνών σε μία κυβέρνηση.

Σε μία δήλωσή του στο babushka.gr που με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο έλεγε:

“…σημασία δεν έχει να αντιδράσει μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ αλλά και όσοι  μας ψήφισαν.  Η ψήφος δεν είναι ανάθεση έργου. Πρέπει να αποκτήσει η κοινωνία την κουλτούρα της συμμετοχής, της συνδιαμόρφωσης και της ανάληψης ευθύνης της ζωής της.”

Ενώ στις προγραμματικές του δηλώσεις τον Φεβρουάριο του 2015 είπε:

“Ο λαός δεν έκανε ανάθεση ευθύνης, πήρε την ευθύνη στα χέρια του”

Τώρα, είναι γεγονός ότι διαφαίνεται μία κάποια μεταστροφή μεταξύ των δηλώσεων του 2012 και αυτών που έκανε τον Φεβρουάριο του 2015. Είναι διαφορετικό να δηλώνεις ότι η ψήφος δεν είναι ανάθεση έργου και να ζητάς την ενεργή συμμετοχή του λαού με την ανάληψη της ευθύνης για τη ζωή του, και είναι διαφορετικό να θεωρείς ότι ο λαός με την ψήφο του αναλαμβάνει την ευθύνη που του αντιστοιχεί, λες και αυτό αρκεί για να έρθει η οποιαδήποτε ουσιαστική αλλαγή.

Η μεταστροφή αυτή, αν και δε με βρίσκει σύμφωνο, είναι κατανοητή. Μία κυβέρνηση με σαφή αριστερή κατεύθυνση, έχει δικαίωμα και εν μέρει είναι αναγκαίο να τονίζει προς όλες τις πλευρές, ότι δεν αναλαμβάνει απλά την εξουσία για να διαχειριστεί την πραγματικότητα – αυτά τα έκαναν οι άλλοι – αλλά έρχεται για να χρησιμοποιήσει την εξουσία και να αναλάβει την ευθύνη ώστε να αλλάξει την πραγματικότητα. Εις το όνομα του λαού και ολόκληρης της κοινωνίας.

Είναι θεμιτό. Όμως δεν είναι μόνο έτσι.

Γιατί, για ένα τμήμα αυτού του λαού ούτε η ψήφος αποτελεί επιλογή. Οι αντιεξουσιαστές, συμφωνούμε ή διαφωνούμε μαζί τους, όπως και άλλα τμήματα της αριστεράς, δεν αναθέτουν στην κυβέρνηση, αλλά συμμετέχουν και αναλαμβάνουν την ευθύνη να συνδιαμορφώσουν την πραγματικότητα, όπως γνωρίζουν αυτοί καλύτερα: από τα κάτω.

Με λάθη και πολλές παραλείψεις και ελλείψεις, με αυτισμούς ίσως και με αποτυχίες, όμως πάντα ως ενεργά τμήματα της κοινωνίας που δεν παρακολουθούν την πραγματικότητα από την πολυθρόνα του καθιστικού τους. Διεκδικούν το παρον τους και αγωνίζονται για αυτά που θεωρούν δίκαια. Με δυναμικό τρόπο.

Τις κινητοποιήσεις συνεχίζει κι ένα μεγάλο τμήμα της Αριστεράς που δεν είναι στην κυβέρνηση. Ασκεί πίεση ώστε να εκπληρωθούν τα υποσχεθέντα ή ζητούν ακόμα παραπάνω. Αλλά πρωτίστως, ζητούν από τους πολίτες να είναι ενεργοί.

Σε μία τέλεια κοινωνία, όπου όλος ο λαός θα ήταν ενεργός και συνειδητοποιημένος, ο κάθε πολίτης θα συμμετείχε ως ώριμο υποκείμενο σε συνελεύσεις γειτονιάς ή συνοικιών ή σωματείων και θα διεκδικούσε μέσω δημοκρατικών διαδικασιών αλλά και σε συνεργασία με φορείς τη βελτίωση των συνθηκών της καθημερινότητάς του. Θα αναλάμβανε την ευθύνη την ύπαρξής του. Και το ενδεχόμενο κόστος των λαθών του. Αυτό θα ήταν το ιδανικό.

Αυτό, σήμερα υπάρχει. Όμως, σε πολύ μικρή κλίμακα. Και με πολλά προβλήματα. Υπάρχει απόσταση από το ιδανικό, όμως, ήδη υπάρχει υλικό.

Έως πρόσφατα, στους ίδιους δρόμους και με τα ίδια αιτήματα, με τις ίδιες μεθόδους και μέσω των ίδιων διαδικασιών, συμμετείχε και ένα μεγάλο κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ. Και σήμερα, παρά του ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κυβέρνηση, πολλοί οι οποίοι ψήφισαν ή στήριξαν το κόμμα της Αριστεράς συνεχίζουν να συμμετέχουν. Γιατί πιστεύουν στο ίδιο ιδανικό, του ενεργού πολίτη που συνδιαμορφώνει τις συνθήκες του παρόντος του: αναλαμβάνει την ευθύνη για την αλλαγή που θέλει να δει στον κόσμο.

Γιατί σήμερα λοιπόν να προκαλούν τέτοια αμηχανία κάποιες κινητοποιήσεις; Γιατί σήμερα, η κυβερνητική αριστερά να αναζητά το μονοπώλιο της δράσης; Γιατί, αν και όχι ανοιχτά, αρνείται την αντίδραση; Τι θέλει να αναιρεσει; Τι φοβάται; Ποιο είναι το άγνωστο και το πρωτόγνωρο που έχει να αντιμετωπίσει;

Εγώ αυτό που αντιλαμβάνομαι είναι ότι εδώ υπάρχει ένας πόλεμος για νόημα.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση των αντιεξουσιαστών που κινητοποιούνται λ.χ. σχετικά με το ζήτημα των φυλακών τύπου Γ’ σε αλληλεγγύη στην απεργία πείνας των κρατουμένων, η εκφρασμένη θέληση της κυβέρνησης είναι να δώσει λύση σε κάποια από τα ζητήματα μέσω σχετικού νομοσχεδίου. Όσοι κινητοποιούνται όμως δε μπορούν να εφησυχαστούν από υποσχέσεις. Όχι όταν κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές και οι συνθήκες στις φυλακές παραμένουν άθλιες.

Δεν εφησυχάζονται γιατί δεν αποδέχονται τη λογική της ανάθεσης: δεν αποδέχονται ότι δε χρειάζονται διαμαρτυρίες και κινητοποιήσεις. Και πρωτίστως, πέρα από την ειδική διεκδίκησή τους, όσο περίεργο και αν ακουστεί, διεκδικούν το δικαίωμά τους να διεκδικούν.

Λένε: Οι διαμαρτυρίες δεν είναι κενές νοήματος. Αν η πρόθεση της κυβέρνησης είναι να σταθεί δίπλα στις διεκδικήσεις, τότε θα πρέπει να καταγραφεί και η διεκδίκηση. Δε δίνουν λευκή επιταγή. Δεν αρκούν οι καλές προθέσεις. Η κυβέρνηση πρέπει να αποδείξει ότι θα δώσει λύσεις. Με πράξεις. Κι εμείς θα ασκούμε πίεση. Έτσι λένε.

Τώρα, κάποιοι θα πουν πως οι δράσεις πρέπει να είναι και αποτελεσματικές αμφισβητώντας τις επιλογές που έχουν κάνει. Όμως, αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα. Οι επιλογές και ο τρόπος μπορεί να είναι λάθος, οι διεκδικήσεις όμως όχι.

Η κυβέρνηση από την πλευρά της προβάλλει τη λογική ότι “εμείς δεν είμαστε όπως οι άλλοι. Εμείς συμφωνούμε μαζί σας. Εμείς ξέρουμε καλύτερα τις ανάγκες της κοινωνίας. Εμείς γιγαντωθήκαμε μέσα από τους κοινούς αγώνες Εμείς θα διεκδικήσουμε για εσάς. Ήρθαμε για να πραγματώσουμε τα αιτήματα αυτών των αγώνων”.

Κατά έναν περίεργο όμως τρόπο, κι ενώ λίγοι αμφιβάλλουν για τις προθέσεις της κυβέρνησης, σχεδόν αντιστραμμένα από τον λόγο που προβάλλει, η σημερινή κυβέρνηση της Αριστεράς ζητά το ίδιο όπως θα ζητούσε κάθε άλλη κυβέρνηση.

Αν απογυμνώσουμε τον λόγο της, τότε προκύπτει το εξής: “Δεν υπάρχει λόγος για να κάνετε κινητοποιήσεις. Δεν θέλουμε κινητοποιήσεις. Εφόσον δεν το καταλαβαίνετε, τότε θα μας αναγκάσετε να στείλουμε τα ΜΑΤ.”

Όμως, με μία ουσιαστική διαφορά.

Πλέον, η απειλή χρήσης βίας ενάντια σε όσους διαμαρτύρονται δεν έρχεται ως επιθυμία καταστολής μίας δράσης που είναι ενοχλητική για την κυβέρνηση αλλά περίπου η ευθύνη πλέον περνάει σε όσους διαμαρτύρονται που ανάγκαζουν την κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει βία ενώ δεν το επιθυμεί. Έτσι, η ενδεχόμενη βία είναι νομιμοποιημένη. Και όσοι αντιδρούν, δηλαδή αυτοί που δεν αναθέτουν στην κυβέρνηση αλλά διεκδικούν, αυτοί που κατέχουν σε μεγαλύτερο βαθμό αυτό που ο Αλέξης Τσίπρας περιέγραψε ως “κουλτούρα της συμμετοχής, της συνδιαμόρφωσης και της ανάληψης ευθύνης της ζωής” βρίσκονται πλέον απέναντι.

Κι εδώ χρειάζεται προσοχή.

Η κατάσταση που αντιμετωπίζουμε είναι πράγματι πρωτόγνωρη. Η πρώτη φορά της Αριστεράς στην κυβέρνηση επανακαθορίζει τους όρους της κοινωνικής διαβούλευσης.

Από τη μία πλευρά είναι αναμφίβολο γεγονός ότι η Αριστερά, σε συγκυβέρνηση βεβαίως με τους ΑΝΕΛ, κυβερνά στην Ελλάδα. Ναι, είναι πρωτόγνωρο. Την ίδια στιγμή όμως, ακόμα και αν πράγματι η κυβέρνηση έχει σκοπό να τηρήσει τις υποσχέσεις της, σήμερα είναι ο κυρίαρχος φορέας εξουσίας σε μία χώρα με εντονότατα κοινωνικά προβλήματα.

Και η Αριστερά στην Ελλάδα που ήρθε στην εξουσία μέσα από τους κοινωνικους αγώνες ενάντια στις συνθήκες τις οποίες παρέλαβε, σήμερα ζητά την παύση ή την χαλάρωση της δράσης των ίδιων φορέων που έκαναν εφικτή αυτή την αλλαγή.

Ζητά την απονέκρωση των κυττάρων της κοινωνικής αντίστασης που εν τέλει την οδήγησαν στην εξουσία.

Ζητά, δηλαδή, από αυτό το τμήμα της κοινωνίας που δεν εφησυχάζεται με μία ψήφο κάθε τέσσερα χρόνια, που δεν κάθεται στον καναπέ και αγωνίζεται, να παύσει. Είναι εφικτό αυτό; Είναι λογικό το αίτημα; Ας το σκεφτούμε καλύτερα.

Άραγε, είναι αυτό προς το συμφέρον μίας κυβέρνησης Αριστεράς; Ποιος θα ελέγχει την Αριστερά αν όχι ο ίδιος ο λαός; Ποιοι δεν έχουν δικαίωμα στην αντίδραση; Και ποιος θα ορίσει τι ειδους αντίδραση επιτρέπεται; Κι άραγε, αν η κατάληψη είχε γίνει στις εγκαταστάσεις του Mega η σημερινή κυβέρνηση θα έδινε την συγκατάθεσή της; Θα επικροτούσε;

Η αλήθεια είναι απλή. Πέρα από τις αναγνωρισμένες καλές προθέσεις, η πραγματικότητα “εδώ έξω” παραμένει βάρβαρη.

Η ανεργία παραμένει κοντά στο 30%. Η φτώχια και η εξαθλίωση δε μειώνονται απλά επειδή ανέλαβε την εξουσία η Αριστερά. Τα σχολεία και τα νοσοκομεία βρίσκονται υπό καθεστώς διάλυσης. Όσοι δουλεύουν, συνήθως εργάζονται υπερωριακά, με εξαιρετικά χαμηλούς μισθούς. Η κατάσταση στις φυλακές είναι δραματική. Οι αυτοκτονίες συνεχίζονται. Οι νέοι συνεχίζουν να φεύγουν μετανάστες. Τίποτα από αυτά δεν αλλάζει από τη μία στιγμή στην άλλη, είναι αλήθεια. Όχι μόνο με μία αλλαγή κυβέρνησης.

Ο κόσμος αναγνωρίζει ότι αυτή η κυβέρνηση έχει καλές προθέσεις. Αναγνωρίζει επίσης ότι καλείται να αντιμετωπίσει μία κατάσταση εξαιρετικά δύσκολη. Όμως η βία της πραγματικότητας παραμένει. Όπως και παραμένει άγνωστο τι θα ισχύει σε μερικούς μήνες.

Ως εκ τούτου, δεν είναι απλά υγιές αλλά είναι και αναγκαίο να υπάρχουν αντιδράσεις και είναι λάθος να αποσιωπούμε την πραγματικότητα ελπίζοντας ότι αυτή η κυβέρνηση δε θα προδόσει τις προσδοκίες του λαού. Η ανάθεση της ευθύνης για το μέλλον μας σε μία κυβέρνηση και στα σχετικά υπουργεία, απλά, για πολλούς ανθρώπους, δεν είναι επιλογή. Και ευτυχώς θα έλεγα.

Γιατί αυτοί οι άνθρωποι, ενεργοί ως είναι, μην έχοντας αναθέσει το μέλλον τους σε άλλους, αναλαμβάνοντας τμήμα της ευθύνης που τους αναλογεί. Δεν πρόκειται μεν να είναι ευχάριστοι σε κανέναν, δεν πρόκειται να κολακέψουν – τώρα που όλα πηγαίνουν σχετικά ομαλά – αλλά δεν πρόκειται ούτε να λιθοβολήσουν. Γιατί δεν έχουν αυταπάτες για το τι πραγματικά μπορεί να πετύχει μία κυβέρνηση. Και ως ενεργά υποκείμενα γνωρίζουν ότι και αυτοί διαμορφώνουν το μέλλον τους. Έχουν μερίδιο ευθύνης. Δεν αναθέτουν σε άλλους.

Αυτό που θα πρέπει να καταλάβουν στην κυβέρνηση είναι ότι είναι ευλογία οι πολίτες να αντιδρούν μέσω συλλογικών κινητοποιήσεων στις κινήσεις της. Και θα ήταν ευλογία αν όλοι οι πολίτες αυτής της χώρας ήταν ενεργοί. Η κοινωνία μας θα ήταν διαφορετική.

Οι ενεργοί πολίτες που κινητοποιούνται μπορούν να είναι η πιο ισχυρή αντιπολίτευση. Και μόνο με μία τέτοια αντιπολίτευση η κυβέρνηση θα πετύχει. Αυτός θα είναι ο πιο ισχυρός της σύμμαχος. Το πιο ισχυρό της χαρτί.

Ας το έχουν υπόψη τους αυτό. Είναι οι μόνοι πραγματικοί τους σύμμαχοι.

Αρκεί βεβαίως και αυτοί που αντιδρούν και κινητοποιούνται να είναι έτοιμοι να αναλάβουν την ευθύνη των πράξεών τους. Να αντιληφθούν, δηλαδή, ότι πλέον απέναντί τους δεν έχουν ένα ακόμα κόμμα εξουσίας. Ότι η διακυβέρνηση της χώρας από ένα κόμμα της Αριστεράς δημιουργεί νέες συνθήκες.

Χρειάζεται ωριμότητα, διάθεση διαλόγου και ευρύτητα αντιλήψεων. Αυτή η ευκαιρία, δεν υπάρχει περιθώριο να χαθεί.

"google ad"

Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News, στο facebook και στο twitter και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Γιάννης Αγγελάκης
Ο Γιάννης Αγγελάκης σπούδασε Μέσα Ενημέρωσης και Πολιτισμικές Σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Wolverhampton και ακολούθως συνέχισε τις σπουδές του σε επίπεδο MPhil στο Κέντρο για τις Σύγχρονες Πολιτισμικές Σπουδές (CCCS) του Πανεπιστήμιου του Birmingham. Περισσότερα άρθρα και δημoσιεύσεις μου εδώ

Τελευταία Νέα

Περισσότερα σαν αυτό
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Η Ρωσία θα ξεκινήσει τη μαζική παραγωγή των «ασταμάτητων» βαλλιστικών πυραύλων Oreshnik

Τρόμος στον πλανήτη επικρατεί μετά την κλιμάκωση στον ρωσοουκρανικό...

Η «επιστροφή» του ΠΑΣΟΚ

Του Αργύρη Αργυριάδη Δικηγόρου Εδώ και λίγες ημέρες το ΠΑΣΟΚ αποτελεί...