Οι έμποροι της πόλης στέλνουν σήμα κινδύνου, καθώς η καθημερινότητα των μικρών επιχειρήσεων πνίγεται από φόρους, αδυναμία πρόσβασης σε ρευστότητα και αδιαφορία της Πολιτείας. Ζητούν πολιτικές ουσίας, όχι ευχολόγια.
Πίσω από τις γραφικές εικόνες της Παλιάς Πόλης και τον τουριστικό παλμό του καλοκαιριού, ένας ολόκληρος κόσμος μικρών επιχειρήσεων στα Χανιά παλεύει καθημερινά για την επιβίωση.
Το αυξημένο κόστος ενέργειας, η περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση, οι φορολογικές επιβαρύνσεις και η διαρκώς εντεινόμενη ανάγκη για τεχνολογική αναβάθμιση συνθέτουν ένα ασφυκτικό περιβάλλον για τον μικρομεσαίο επιχειρηματία.
Σύμφωνα με στοιχεία του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Χανίων, την εξαετία 2019–2024:
-
5.156 νέες επιχειρήσεις ιδρύθηκαν (περιλαμβάνονται και 233 υποκαταστήματα),
-
ενώ 1.220 επιχειρήσεις έκλεισαν (συμπεριλαμβανομένων 13 υποκαταστημάτων).
Το ισοζύγιο εμφανίζεται θετικό, ωστόσο πίσω από τους αριθμούς κρύβονται επενδύσεις που δεν απέδωσαν, επιχειρηματίες που έχασαν τα πάντα, και οικογένειες που βρέθηκαν χωρίς πηγή εισοδήματος.
Η διαχρονική απουσία συντονισμένων υποστηρικτικών πολιτικών εντείνει τη δυσκολία, όπως επιβεβαιώνουν και οι ίδιοι οι επαγγελματίες.
Η κατάσταση δεν αφορά μόνο την τοπική κοινωνία, αλλά αγγίζει το σύνολο της χώρας: όπως επισημαίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα αντιπροσωπεύουν το 63,5 % της προστιθέμενης αξίας και το 87,9 % της απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα.
Ωστόσο, πολλές πολύ μικρές επιχειρήσεις, ιδιαίτερα σε περιφέρειες όπως η Κρήτη, παλεύουν με:
-
το βάρος των λειτουργικών δαπανών (ενοίκια, ενέργεια, προσωπικό),
-
τις δυσκολίες πρόσβασης σε δανεισμό ή επιδοτούμενα προγράμματα,
-
και την ανάγκη για ψηφιακή αναβάθμιση, χωρίς την αντίστοιχη υποστήριξη.
Την ίδια στιγμή, ο φόβος των «κόκκινων δανείων» και της μετατροπής πολλών επιχειρήσεων σε οικονομικά «ζόμπι» είναι πιο επίκαιρος από ποτέ.
Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα, ο Εμπορικός Σύλλογος Χανίων παρενέβη δημοσίως με αφορμή τις πρόσφατες δηλώσεις του Πρωθυπουργού στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ). Αναγνωρίζοντας ότι «οι εξαγγελίες βρίσκονται μεν στη σωστή κατεύθυνση», επισημαίνει ταυτόχρονα ότι «για άλλη μια φορά δεν εισακούσθηκαν τα πάγια και φλέγοντα αιτήματα του εμπορικού κόσμου».
Ο Εμπορικός Σύλλογος Χανίων επαναφέρει στο προσκήνιο μια δέσμη συγκεκριμένων, στοχευμένων και εφαρμόσιμων μέτρων που μπορούν να κάνουν τη διαφορά:
-
Κατάργηση της τεκμαρτής φορολόγησης και του τέλους επιτηδεύματος.
-
Αφορολόγητο όριο 12.000 ευρώ για αυτοαπασχολούμενους.
-
Ακατάσχετος λογαριασμός για βασικά λειτουργικά έξοδα.
-
Ρύθμιση 120 δόσεων με χαμηλό και σταθερό επιτόκιο.
-
Μείωση ΦΠΑ, ιδίως για τουριστικές περιοχές όπως η Κρήτη.
-
Αναγνώριση του καθεστώτος “Τουριστικής Εμπορικής Επιχείρησης” με ξεχωριστό ΚΑΔ.
-
Βελτιωμένο Μεταφορικό Ισοδύναμο για την αντιμετώπιση του αυξημένου κόστους μεταφοράς στα νησιά.
-
Αποτελεσματικός εξωδικαστικός μηχανισμός για τη ρύθμιση οφειλών.
-
Μείωση τραπεζικών προμηθειών στις ηλεκτρονικές συναλλαγές.
-
Ελεύθερο 20λεπτο προσέλευσης για υπαλλήλους στην Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας.
«Τα μέτρα που ζητάμε δεν είναι χαριστικά», σημειώνεται στην ανακοίνωση. «Είναι προϋποθέσεις για να μπορέσουν οι μικρές, μεσαίες και αυτοαπασχολούμενες εμπορικές επιχειρήσεις να ανασάνουν, να διατηρήσουν θέσεις εργασίας και να ενισχύσουν την τοπική οικονομία».
Η τοπική επιχειρηματικότητα δεν είναι μόνο αριθμοί – είναι ο κοινωνικός ιστός, η απασχόληση, το πρόσωπο των πόλεων μας. Αν συνεχίσουμε να την αγνοούμε, το τίμημα δεν θα είναι μόνο οικονομικό, αλλά και κοινωνικό.
Η Κρήτη – και ειδικά τα Χανιά – χρειάζονται ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο με τις μικρές επιχειρήσεις: λιγότερη γραφειοκρατία, φορολογική δικαιοσύνη, χρηματοδοτικά εργαλεία που να μην ευνοούν μόνο τους ισχυρούς, και ένα σύστημα στήριξης που να αναγνωρίζει την πραγματική αξία της μικρομεσαίας δραστηριότητας.
Δεν πρέπει να ξεχνά κανείς, η πλειοψηφία των θέσεων εργασίας δημιουργείται από αυτές τις πολύ μικρές επιχειρήσεις. Η δυσκολία επιβίωσής τους είναι μία δυσκολία που έχει άμεσες επιπτώσεις στον κοινωνικό ιστό.
Γι’ αυτό, είναι αναγκαίο να παρθούν μέτρα. Όχι αύριο – τώρα!



