Για τους τραυματίες του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη που νοσηλεύονται ακόμη αλλά και για την κατάσταση των δημόσιων νοσοκομείων της χώρας μίλησε ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ, Μιχάλης Γιαννάκος, έξω από το Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης.
Όπως είπε αρχικά, η πολύνεκρη τραγωδία δεν πρέπει να ξεχαστεί.
«Δεν είναι μόνο οι νεκροί, υπάρχουν ακόμη 20 μέρες μετά, 9 τραυματίες οι οποίοι δίνουν μάχη για τη ζωή τους» δήλωσε. Ανέφερε πως και οι εννέα έχουν υποβληθεί σε αλλεπάλληλες χειρουργικές επεμβάσεις, οι δύο σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης και οι υπόλοιποι επτά στα νοσοκομεία της Λάρισας.
«Τις εικόνες που είδαμε στα νοσοκομεία της Λάρισας, δεν τις έχουμε ξαναδεί» είπε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ.
Αποκάλυψε πως τρεις από τους τραυματίες έχουν αποσωληνωθεί και τα νέα για την πορεία της υγείας τους είναι αισιόδοξα.
«Η κυβέρνηση δεν ενίσχυσε τα δημόσια νοσοκομεία»
Σχετικά με την κατάσταση των δημόσιων νοσοκομείων, επισήμανε πως τα τρία χρόνια της πανδημίας θα έπρεπε η κυβέρνηση να τα είχε εκμεταλλευτεί και να ενισχύσει το Εθνικό Σύστημα Υγείας.
«Και όμως η κυβέρνηση είχε στραμμένο το βλέμμα στην ιδιωτικοποίηση και δεν ενίσχυσε τα δημόσια νοσοκομεία» τόνισε ο κ. Γιαννάκος.
Κατόπιν θέλησε να συγχαρεί τη ΜΕΘ Παίδων στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης, ωστόσο τόνισε πως πολλά παιδιά αναγκάζονται να πηγαίνουν σε νοσοκομεία της Αθήνας καθώς οι κλίνες δεν είναι αρκετές.
«Δεν επιτρέπεται να ακυρωθεί ο διαγωνισμός για το νέο παιδιατρικό νοσοκομείο Θεσσαλονίκης που είναι απαραίτητο…δεν επιτρέπεται το 40% των χειρουργικών αιθουσών να είναι κλειστές» συμπλήρωσε.
Αποκάλυψε πως υπάρχουν ασθενείς που περιμένουν 2-3 χρόνια να χειρουργηθούν και στο Ιπποκράτειο λειτουργούν 5 από τις 12 χειρουργικές αίθουσες και στο ΑΧΕΠΑ οι τέσσερις από τις δέκα.
«Δεν μπορεί με τρία χρόνια κοροναϊό, που είναι μία κατεξοχήν πνευμονολογική νόσος, να λειτουργούν στη Θεσσαλονίκη μόνο δύο πνευμονολογικές κλινικές στο Παπανικολάου» τόνισε ο ίδιος.
Προσέθεσε πως πολλά περιστατικά καταλήγουν στις παθολογικές κλινικές και από εκεί κατόπιν συννενοήσεως για να μην αυξηθούν τα ράντζα στα νοσοκομεία, οι ασθενείς καταλήγουν σε άλλα νοσοκομεία, αυξάνοντας έτσι τη διασπορά των νοσοκομειακών μικροβίων και υποβαθμίζοντας την ποιότητα της νοσηλείας.