Η οικογένεια του δολοφονηθέντος στον Μυλοπόταμο είναι βυθισμένη στο πένθος, ενώ στο χωριό παραμένουν ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις για τον φόβο αντεκδίκησης.
Τραγικές φιγούρες η γυναίκα, η μητέρα και η αδερφή του θύματος που δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν πως ο άνθρωπός τους δεν βρίσκεται στη ζωή και δεν θα χαρεί το αγγελούδι του.
Χθες, η σύζυγος του αδικοχαμένου 22χρονο, κρατώντας στα χέρια της το 30 ημερών βρέφος μίλησε στο Star και ζήτησε δικαίωση.
«Δεν τον άφησαν να χαρεί το παιδί του… Ήταν τόσο χαρούμενος που είχε αυτό το παιδί. Θέλω πίσω τον άντρα μου. Τι θα πω στο παιδί μου αργότερα; Θέλω δικαίωση, να μπει ισόβια».
Νωρίτερα εξέφρασε τους φόβους της για πιθανή βεντέτα. «Τι θα του πω όταν μεγαλώσει; Πού είναι ο πατέρας του; Τι θα του πω, ότι τον σκότωσε ένας από το χωριό; Άμα μεγαλώσει και πάρει την τρέλα του πατέρα του και πάει και τους ‘καθαρίσει’ όλους, το παιδί θα φταίει; Αυτό θα συνεχίζεται; Θα φοβόμαστε μην κυκλοφορούμε στο Ρέθυμνο;», είπε.
«Τι άλλο θέλουν; Ευχαριστήθηκαν τώρα που ‘πήραν’ τον άντρα μου; Τον γυρίζουν πίσω; Αυτός και μέσα στη φυλακή να είναι θα τα χαρεί τα παιδιά του. Εμένα τι θα κάνει;», κατέληξε η χαροκαμένη σύζυγος.
Ο δράστης θα απολογηθεί την Παρασκευή ενώ η «δίψα για εκδίκηση για το αίμα που χύθηκε, είναι μεγάλη» λένε οι κάτοικοι του χωριού.
Η μητέρα του 22χρονου που έπεσε νεκρός από τα πυρά του 44χρονου, συγκλονίζει, λέγοντας πως δεν θέλει εκδίκηση: «Να είμαι η τελευταία μάνα που το περνάει αυτό εδώ, να χάσει ένα παλικάρι 22 ετών για το τίποτα, άδικα και ύπουλα. Δεν θέλω εκδίκηση εγώ για το κοπέλι μου γιατί το έχασα και δεν ξαναγυρίζει…».
Όπως περιγράφει, «τον σκότωσε στα δύο μέτρα σαν ένα σκύλο… Βρήκα το κοπέλι μου κάτω στην αυλή, ούρλιαζα, φώναζα και το κοπέλι μου ξεψύχησε… Το είδα ότι ήταν νεκρό αλλά δεν μου το λέγανε.. Έσκυψα πάνω από την καρδιά του αλλά είχε σταματήσει…».
Τι προηγήθηκε της δολοφονίας
Τι είπε ο 44χρονος για τη δολοφονία
«Ούτε θυμάμαι πόσες έριξα, ούτε θυμάμαι πού έριξα», αυτά τα λόγια φέρεται να χρησιμοποιεί, μεταξύ άλλων, στην προανακριτική απολογία του ο 44χρονος που κατηγορείται ότι πυροβόλησε και σκότωσε τον 22χρονο.
Περιέγραψε στους αστυνομικούς της Ασφάλειας Ρεθύμνου τα όσα έγιναν το απόγευμα της Κυριακής, στον μικρό οικισμό του Μυλοπόταμου και τα τρία διαφορετικά επεισόδια που είχαν κατάληξη το έγκλημα.
«Συγκλονισμένος γιατί μια ανθρώπινη ζωή έφυγε» και «είναι κάτι που δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα συνέβαινε σε εμένα», φαίνεται να υποστήριξε ενώ χαρακτήρισε το θύμα: «δύσκολο άτομο και εξαιρετικά προβληματικό στην σχέση του με την ευρύτερη οικογένειά μου».
Αναλυτικότερα είπε ότι την Κυριακή βρέθηκε στο Αργουλιό για το μνημόσυνο του πατέρα του και ότι έμεινε προκειμένου να ολοκληρώσει κάποιες εργασίες που είχε σχετικά με τα πρόβατά το. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, στην προανακριτική απολογία του περιγράφει με λεπτομέρειες αρχικά τις δύο πρώτες συναντήσεις που είχε εκείνο το απόγευμα με τον 22χρονο.
Αρχικά το πρώτο επεισόδιο έγινε μεταξύ του Κωστή Χαριτάκη και του αδελφού του, τον οποίο υποστήριξε ότι έβριζε με χυδαίες εκφράσεις ο 22χρονος και προσπάθησε να ηρεμήσει τον αδελφό του, λέγοντας του γύρευε την δουλειά σου».
Αντίστοιχα, το δεύτερο επεισόδιο, κατά τον 44χρονο, έγινε περίπου μια ώρα αργότερα όταν ο ίδιος και ο αδελφός του θέλησαν να πάνε με το αυτοκίνητο στα πρόβατα ο πρώτος και στο αμπέλι ο δεύτερος. Όπως λέει, επαναλήφθηκαν οι χυδαίες ύβρεις από τον νεαρό και μάλιστα αυτή την φορά δεν πρόλαβε να συγκρατήσει τον αδελφό του, ο οποίος «πετάχτηκε» από το όχημα και πιάστηκε στα χέρια με τον 22χρονο.
Δήλωσε ότι αυτή την φορά ήταν ο αδελφός του θύματος που επενέβη για να λήξει το επεισόδιο, το οποίο κράτησε λίγα λεπτά. Υποστηρίζει ακόμα πως ο ίδιος και ο αδελφός του αποφάσισαν να επιστρέψουν στο σπίτι τους λόγω της ταραχής τους και μάλιστα, για να μην αναγκαστούν να συναντηθούν και πάλι με τον νεαρό Χαριτάκη έκαναν ένα μεγάλο κύκλο.
Όπως υποστήριξε, η τρίτη και μοιραία συνάντηση του θύματος με τον 44χρονο, όπως φέρεται να είπε προανακριτικά ο τελευταίος, έγινε μετά από περίπου μια ώρα, όταν περνώντας έξω από το σπίτι της αδελφής του 22χρονου, τον είδε να έχει σταματήσει την μητέρα του και να της απευθύνει χυδαία λόγια.
Επισημαίνει μάλιστα ότι αντιλήφθηκε τον αδελφό του θύματος να του λέει «τι σου φταίει η γυναίκα και τη βρίζεις».
Επίσης αναφέρει ότι πήγε λίγα μέτρα παρακάτω για να κάνει στροφή με το όχημα και επιστρέφοντας η μητέρα του είχε ήδη απομακρυνθεί. Όπως φέρεται να υποστηρίζει, την ώρα εκείνη δέχτηκε ο ίδιος έναν ακόμα «καταιγισμό ύβρεων» αλλά και απρεπών κινήσεων από τον 22χρονο.
«Τότε σκοτείνιασαν τα μάτια μου και το μόνο που μπορώ να θυμηθώ είναι να παίρνω από το ντουλαπάκι του αμαξιού ένα παλιό όπλο που είχα για την προστασία των προβάτων μου από άγριους σκύλους και να πυροβολώ κατά του αθυρόστομου και χυδαίου υβριστή των ιερών και οσίων της οικογένειάς μου. Ούτε θυμάμαι πόσες έριξα, ούτε θυμάμαι πού έριξα, ούτε τι έκανα εγώ», φέρεται να ανέφερε ο 44χρονος και καταλήγει λέγοντας: «Κάποια στιγμή ξύπνησα από το λήθαργό μου και άκουσα τον πατέρα του Χαριτάκη να καταριέται. Έβαλα μπροστά το αμάξι κι έφυγα».