«Τα ποσά από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης να μην μπαίνουν στο εθνικό χρέος» ζητάει με συνέντευξή του στο iEidiseis ο πρώην υπουργός Οικονομικών και καθηγητής. Προβλέπει ότι θα μπει ένα φρένο στην παγκοσμιοποίηση, ενώ εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να στηρίζεται μόνο σε υπηρεσίες και μάλιστα με ευαίσθητα χαρακτηριστικά.
Στην πρόβλεψη ότι υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες ο ελληνικός τουρισμός να μην καταρρεύσει προχωρά με συνέντευξή του στο iEidiseis ο Νίκος Χριστοδουλάκης, καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην υπουργός Οικονομικών.
Ο Νίκος Χριστοδουλάκης προειδοποιεί ότι τα χρήματα από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης δεν πρέπει να μπαίνουν στο εθνικό χρέος. «Χρειάζεται η έκδοση ευρω-ομολόγων μακράς διάρκειας τα οποία θα εγγυηθεί η ΕΚΤ ή ένας άλλος αναπτυξιακός οργανισμός», τονίζει χαρακτηριστικά και προειδοποιεί με νόημα: «Να μην πάνε όλα σε επιδόματα και ψευδο-κατάρτιση, αλλά ένα σημαντικό μέρος να χρηματοδοτήσει επενδύσεις και νέες τεχνολογίες. Πελατειακοί μηχανισμοί ενθυλάκωσης των κοινοτικών επιδοτήσεων πρέπει να παταχθούν και τα ευρωπαϊκά κεφάλαια να βρουν τον δρόμο τους για έργα και θέσεις απασχόλησης».
Μιλώντας στο iEidiseis, μεταξύ άλλων, ο Νίκος Χριστοδουλάκης:
-Τονίζει πως «σαφές πλέον ότι δεν μπορεί η οικονομία μας να στηρίζεται μόνο σε υπηρεσίες και μάλιστα με ευάλωτα χαρακτηριστικά. Χρειάζεται ισχυρός αναπροσανατολισμός της δραστηριότητας στην μεταποίηση και την οικονομία της γνώσης. Θα είναι όμως δύσκολο γιατί και τα δύο απαιτούν σοβαρότητα και μακροχρόνιο σχεδιασμό και για αυτό τα καταπολεμά ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας».
-Επισημαίνει πως «κινδυνεύουν πολλές μικρές επιχειρήσεις γιατί δεν διαθέτουν ρευστότητα για να αντέξουν την διακοπή δραστηριότητας». –και προτείνει: «Το μάθημα που πρέπει να βγει επειγόντως είναι ότι χρειάζονται συγχωνεύσεις για να αποκτήσουν μεγαλύτερο εκτόπισμα στην αγορά και πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα».
-Προειδοποιεί για την κατάσταση στην αγορά εργασίας: «Και πριν την πανδημία δεν ήταν ρόδινα τα πράγματα. Τώρα όμως με την διάδοση της εργασίας κατ’ οίκον, οι ελαστικές μορφές θα επεκταθούν πολύ και η δυνατότητα συλλογικής δράσης θα αδυνατίσει. Η πολιτεία πρέπει να βάλει κανόνες και όρια και να τους εφαρμόσει. Να δούμε τις δυνατότητες τηλεργασίας ως πλεονέκτημα της οικονομίας, όχι ως μοχλό συμπίεσης των απασχολούμενων».
-Αναφέρεται στην πορεία του πολιτικού συστήματος: «Όπως και στις μεγάλες τρικυμίες, θα υπάρχουν δύο επιλογές. Η μία να κρατά χαμηλά το κεφάλι για να μην ζαλιστεί από τον αέρα και θέσει σε κίνδυνο την καθημερινή διαχείριση για τους ψηφοφόρους του. Στην άλλη περίπτωση μπορεί να επιχειρήσει να δει τους νέους ορίζοντες που ανοίγονται για τις ανθρώπινες κοινωνίες μετά την κρίση, γεμάτες προκλήσεις αλλά και δυνατότητες, και μετά να προσπαθήσει να θέσει το καράβι σε αυτή την ρότα. Μην βιαστείτε να μου πείτε ότι η επιλογή είναι αυτονόητη, γιατί σε πολλές πρόσφατες περιπτώσεις το δίλημμα ήταν πια ξεκάθαρο αλλά το πολιτικό σύστημα προτίμησε να επιστρέψει σιγά-σιγά στα ίδια».
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη του Νίκου Χριστοδουλάκη στον Βασίλη Σκουρή:
-Η χώρα μας, ενδεχομένως, θα έχει την υψηλότερη ύφεση στην ευρωζώνη λόγω της εξάρτησης από τον τουρισμό. Την επόμενη ημέρα της πανδημίας τι είδους μεταρρυθμίσεις εκτιμάτε ότι χρειάζεται η ελληνική οικονομία ώστε, μεταξύ άλλων, να μην εξαρτάται αποκλειστικά από τον τουρισμό;
-Είναι ένας πιθανός κίνδυνος, αλλά εξαρτάται πολύ από τις εξελίξεις και το προφίλ κινδύνου που θα έχει διαμορφωθεί μέχρι το καλοκαίρι. Δύο παράγοντες είναι καθοριστικοί: Πρώτον, εάν οι κάτοικοι του ευρωπαϊκού Βορρά και άλλων χωρών αποφασίσουν να πάνε ή να μην πάνε διακοπές. Τώρα κυριαρχεί η δεύτερη επιλογή, αλλά εάν η μανδημία τεθεί υπό έλεγχο θα αρχίσει εξετάζεται η πρώτη. Αν τώρα πάνε διακοπές ποιά χώρα θα προτιμήσουν; Το πιθανότερο είναι μια χώρα που έχει πολύ ήλιο και λίγα κρούσματα, και η Ελλάδα θα είναι στην κορυφή των επιλογών. Με την ίδια ακριβώς λογική, οι έλληνες θα έχουν περισσότερα κίνητρα να μείνουν εδώ. Άρα θεωρώ πως υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες ο ελληνικός τουρισμός να μην καταρρεύσει.
Είναι βέβαια σαφές πλέον ότι δεν μπορεί η οικονομία μας να στηρίζεται μόνο σε υπηρεσσίες και μάλιστα με ευάλωτα χαρακτηριστικά. Χρειάζεται ισχυρός αναπροσανατολισμός της δραστηριότητας στην μεταποίηση και την οικονομία της γνώσης. Θα είναι όμως δύσκολο γιατί και τα δύο απαιτούν σοβαρότητα και μακροχρόνιο σχεδιασμό και για αυτό τα καταπολεμά ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας.
-Στις 6 Μαΐου η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφασίζει για το Ταμείο Ανάπτυξης. Ποια είναι τα κρίσιμα σημεία για τη χώρα μας;
-Το βασικότερο είναι τα ποσά να μην μπαίνουν στο εθνικό χρέος. Χρειάζεται η έκδοση ευρω-ομολόγων μακράς διάρκειας τα οποία θα εγγυηθεί η ΕΚΤ ή ένας άλλος αναπρυξιακός οργανισμός. Το δεύτερο σημείο είναι να μην πάνε όλα σε επιδόματα και ψευδο-κατάρτιση, αλλά ένα σημαντικό μέρος να χρηματοδοτήσει επενδύσεις και νέες τεχνολογίες. Πελατειακοί μηχανισμοί ενθυλάκωσης των κοινοτικών επιδοτήσεων πρέπει να παταχθούν και τα ευρωπαϊκά κεφάλαια να βρουν τον δρόμο τους για έργα και θέσεις απασχόλησης.
-Οι ελληνικές επιχειρήσεις θα αντέξουν; Ποιοι κίνδυνοι διαγράφονται;
-Κινδυνεύουν πολλές μικρές επιειρήσεις γιατί δεν διαθέτουν ρευστότητα για να αντέξουν την διακοπή δραστηριότητας. Το μάθημα που πρέπει να βγει επειγόντως είναι ότι χρειάζονται συγχωνεύσεις για να αποκτήσουν μεγαλύτερο εκτόπισμα στην αγορά και πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα.
-Στον εργασιακό χώρο, πάντως, φαίνεται να επικρατούν -σε πολλές περιπτώσεις- συνθήκες ζούγκλας. Τι πρέπει να γίνει;
-Και πριν την πανδημία δεν ήταν ρόδινα τα πράγματα. Τώρα όμως με την διάδοση της εργασίας κατ’ οίκον, οι ελαστικές μορφές θα επεκταθούν πολύ και η δυνατότητα συλλογικής δράσης θα αδυνατίσει. Η πολιτεία πρέπει να βάλει κανόνες και όρια και να τους εφαρμόσει. Να δούμε τις δυνατότητες τηλεργασίας ως πλεονέκτημα της οικονομίας, όχι ως μοχλό συμπίεσης των απασχολούμενων.
-Πόσο πιθανή θεωρείται μια νέα κρίση χρέους στην Ευρώπη, αλλά και στη χώρα μας, ως απόρροια της κρίσης του κορονοϊού;
-Μια μικρή αύξηση χρρέοευς έχει ήδη γίνει σε όλες τις χώρες, αλλά όχι σε επίπεδα κρίσης. Για να τα αποφύγουμε ολοσχερώς, πρέπει να γίνουν εκδόσεις ευρω-ομολόγων που θα δοθούν μετά στα κράτη ως ρευστό, αλλά όχι ως υποχρέωση αποπληρμής.
-Η κρίση του κορονοϊού σηματοδοτεί την ήττα του νεοφιλελευθερισμού;
-Δεν υπάρχει σήμερα κράτος στην Ευρωπαϊκή Ένωση που να ακολουθεί νεοφιλελεύθερη πολιτική. Νεοφιλελεύθερες ήταν ορισμένες πολιτικές που εφαρμόστηκαν στην Πολωνία και τα περασμένα χρόνια στην Ελλάδα με τα τρία Μνημόνια. Ίσως και ορισμένες αντεργατικές πολιτικές των ΗΠΑ και της Κίνας, αλλά μέχρις εκεί. Όλα τα άλλα κράτη ακολουθούν μεικτές πολιτικές ενίσχυσης των δημοσίων αγαθών και καλύτερης λειτουργίας των αγορών και αυτό θα συνεχίσουν, με προτεραιότητες για να καλύψουν το χάσμαπου άνοιξε η πανδημία. Προφανώς θα ενισχυθούν τα δημόσια συστήματα υγείας, αλλά φυσικά με αυστηρές διαδικασίες αξιολόγησης και αξιοκρατίας για να αποδώσουν οι πόροι χρηματοδότητσης. Αυτό που ηττήθηκε με τον κορωνοϊό ήταν η ιδεολογία του κράτους-μπάχαλο που περιφρονεί και βασανίζει τον πολίτη και όταν χρειαστεί να παρέμβει σε μία κρίση αποτυγχάνει λόγω της διάλυσης. Καιρός να εκλείψουν αυτά τα φαινόμενα, για να μπορέσουμε να οργανώσουμε δημόσιες υπηρεσίες που ανταποκρίνονται στις ανάγκες των πολιτών και όχι των κομμάτων.
-Και ζούμε μια ήττα της παγκοσμιοποίησης;
-Σίγουρα θα μπει ένα φρένο. Ο όγκος της διεθνούς δραστηριότητας συνολικά θα μειωθεί σε όλες τις χώρες, τόσο λόγω της ύφεσης όσο και της έρπουσας αντιπαράθεσης μεταξύ διαφόορων κρατών. Η καταβύθιση των τιμών πετρελαίου είναι μια πρώτη ένδειξη της καθοδικής τάσης και σύντομα θα ακολουθήσουν και άλλες πρώτες ύλες.Οι αντιπαραθέσεις θα συνοδευτούν και από εμπορικά αντίποινα, με συνέπεια ένα σημαντικό μέρος των συναλλαγών θα μετατεθεί από την περιφέρεια ξανά προς το κέντρο, ενισχύοντας τις πιο συνεκτικές ζώνες εμπορίου. Για την Ελλάδα αυτό σημαίνει ότι η Ευρωζώνη θα έχει μεγαλύτερη προοπτική από την Άπω Ανατολή, αλλά για να ανταπεξέλθει χρειάζεται πολύ πιο επιθετική πολιτική για να διασφαλίσει μερίδια.
–Το ελληνικό πολιτικό σύστημα πώς πρέπει να συμπεριφερθεί κ. Χριστοδουλάκη;
-Όπως και στις μεγάλες τρικυμίες, θα υπάρχουν δύο επιλογές. Η μία να κρατά χαμηλά το κεφάλι για να μην ζαλιστεί από τον αέρα και θέσει σε κίνδυνο την καθημερινή διαχείριση για τους ψηφοφόρους του. Στην άλλη περίπτωση μπορεί να επιχειρήσει να δει τους νέους ορίζοντες που ανοίγονται για τις ανθρώπινες κοινωνίες μετά την κρίση, γεμάτες προκλήσεις αλλά και δυνατότητες, και μετά να προσπαθήσει να θέσει το καράβι σε αυτή την ρότα. Μην βιαστείτε να μου πείτε ότι η επιλογή είναι αυτονόητη, γιατί σε πολλές πρόσφατες περιπτώσεις το δίλημμα ήταν πια ξεκάθαρο αλλά το πολιτικό σύστημα προτίμησε να επιστρέψει σιγά-σιγά στα ίδια.