Του Ιωάννη Κουρουτάκη
Η Κωνσταντίνου πόλις, η Κωνσταντινούπολις, η φημισμένη πρωτεύουσα της απέραντης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ήθελε οπωσδήποτε α) να διαφυλάξει το ορθό, το γνήσιο χριστιανικό της δόγμα και β) να το μεταδώσει, δηλαδή να προσηλυτίσει μη χριστιανικούς λαούς, όπως πχ Βούλγαρους, Σέρβους και Ρώσους, στις ορθόδοξες παραδόσεις στην ορθόδοξη πίστη, όπως έκανε άλλωστε για τον εαυτό της και η Ρώμη στη Δύση.
Η ένταξη μη χριστιανικών λαών στη Βυζαντινή χριστιανική πίστη, φέρει τη σφραγίδα της ηγετικής μορφής του Φωτίου. Βέβαια ο Φώτιος που η ιστορία τον ονόμασε «Μέγα» ελέγχεται για τον τρόπο που αναρριχήθηκε στον Πατριαρχικό Βυζαντινό θρόνο. Κατά παράβαση των ιερών κανόνων και συνόδων, καίτοι λαϊκός, κανείς όμως δεν μπορεί να του αρνηθεί τις εξαίρετες ικανότητές του. Άριστος λόγιος. Εξαίρετος διπλωμάτης, και εκπαιδευτικός. Μεγάλος οραματιστής
Το μεγάλο του όνειρο ήταν να προσηλυτίσει στον Χριστιανισμό τους Σλάβους. Για τον σκοπό αυτό ευτύχησε να βρει δυό εξαίρετους φωτισμένους συνεργάτες. Τον Μεδόδιο και τον Κωνσταντίνο. Ο Κωνσταντίνος τον Φεβρουάριου του 869 εκάρη μοναχός, και πήρε το όνομα Κύριλλος.
Τα δύο αδέλφια λοιπόν, ο Μεθόδιος και ο Κωνσταντίνος (Κύριλλος) τον 9ον αιώνα ζούσαν στην δεύτερη μετά την Κωνσταντινούπολη πόλη, την Θεσσαλονίκη όπου και έμαθαν να μιλούν τη Σλαβική γλώσσα. Είχαν ιδιαίτερη έφεση στις ξένες γλώσσες. Ο Κωνσταντίνος, μετέπειτα Κύριλλος, μελέτης την Συριακή και την Εβραϊκή γλώσσα, μετέφρασε μια Εβραϊκή γραμματική στα Ελληνικά και σπούδασε φιλοσοφία.
Όταν λοιπόν ο πατριάρχης Φώτιος αντιλήφτηκε τις ιδιαίτερες ικανότητες των δύο αδελφών, τους παρότρυνε να προσπαθήσουν να επινοήσουν έναν τρόπο καταγραφής της προφορικής Σλαβικής γλώσσας. Τότε εκείνοι εφεύραν ένα αλφάβητο και άρχισαν να μεταφράζουν στο νέο αυτό γλωσσικό ιδίωμα τα πιο σημαντικά κείμενα της Ορθοδοξίας.
Τελικά οι δύο αυτοί ιεραπόστολοι και ο μαθητές που στο μεταξύ απέκτησαν, έψαλλα τη θεία λειτουργία στα Σλαβικά, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των καρδιναλίων της παπικής εκκλησίας, στην εκκλησία του Αποστόλου Πέτρου στη Ρώμη.
Το αποκορύφωμα της πρωτοφανούς αυτής προσπάθειας, ήταν, ο Μεθόδιος και ο Κύριλλος να μεταφράσουν ολόκληρη τη Βίβλο και το μεγαλύτερο μέρος της Θείας Λειτουργίας στην Σλαβική γλώσσα.
Πρώτα ο Βούλγαροι και στη συνέχεια οι Σέρβοι, και μετά οι Ρώσοι (Ρως), άρχισαν με την έγκριση βέβαια της Κωνσταντινούπολης, να τελούν την Λειτουργία στο γλωσσικό τους ιδίωμα.
Αυτή η πορεία ένταξης μη χριστιανικών λαών στη Βυζαντινή Χριστιανική πίστη, η ενσωμάτωση δηλαδή μη Ελληνόφωνων πληθυσμών στον Χριστιανισμό, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν την τοπική τους καθομιλουμένη (επινόηση Σλαβικού Αλφάβητου) φέρει τη σφραγίδα και την υπογραφή τριών μεγάλων μορφών της Βυζαντινής Χριστιανοσύνης: του οραματιστή πατριάρχη Φώτιου και των δύο ιεαραποστόλων αδελφών Μεθοδίου και Κυρίλλου που πραγματοποίησαν τον εκχριστιανισμό των Σλάβων.