Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει ο γενικός γραμματέας του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης Άνχελ Γκουρία τονίζοντας ότι «οι ανισότητες στις χώρες του ΟΟΣΑ ουδέποτε ήταν τόσο υψηλές από τότε που τις μετράμε».
Ενδεκτικά, σύμφωνα με την έκθεση, στη ζώνη του ΟΟΣΑ που περιλαμβάνει 34 χώρες, το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού έχει εισόδημα 9,6 φορές μεγαλύτερο από το εισόδημα του φτωχότερου 10%. Το μέγεθος της δεινότερης θέσης στην οποία έχουν βρεθεί οι φτωχότεροι τα τελευταία χρόνια, φανερώνει το γεγονός ότι τη δεκαετία του 1980 το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού είχε εισόδημα 7,1 φορές μεγαλύτερο από το εισόδημα του φτωχότερου 10% ενώ στη δεκαετία του 2000 έφτασε να είναι 9,1 φορές μεγαλύτερο.
Παράλληλα, ο επικεφαλής του διεθνούς οργανισμού ανέφερε ότι η αύξηση των ανισοτήτων από το 1985 έως το 2005 στις 19 χώρες του ΟΟΣΑ που αναλύθηκαν ακρωτηρίασε σωρευτικά την ανάπτυξη από το 1990 έως το 2010 κατά 4,7 ποσοστιαίες μονάδες.
Εξάλλου, ο κ. Γκουρία τόνισε ότι μείζονα ζητήματα παραμένουν η προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών στην απασχόληση, η πρόσβαση σε σταθερές θέσεις εργασίας αλλά και η επένδυση στην παιδεία και την επαγγελματική εκπαίδευση.
Αρνητικές «πρωτιές» ανισότητας
Ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ οι ανισότητες είναι περισσότερο έντονες στη Χιλή, το Μεξικό, την Τουρκία, τις ΗΠΑ και το Ισραήλ και λιγότερο έντονες στη Δανία, τη Σλοβενία, τη Σλοβακία και τη Νορβηγία. Επιπλέον, ακόμη πιο σημαντικές είναι στις μεγάλες αναδυόμενες οικονομίες, όμως έχουν μειωθεί σε ορισμένες από τις χώρες αυτές, όπως στη Βραζιλία.
Ο ρόλος της οικονομικής κρίσης
Ο ΟΟΣΑ, μέσω της έκθεσης, τονίζει και τον αντίκτυπο της κρίσης στην όξυνση των ανισοτήτων. Εστιάζοντας στην Ιταλία, η έκθεση καταδεικνύει ότι το 1% του πληθυσμού της χώρας κατέχει το 14,3% του εθνικού πλούτου, ενώ το 40% των φτωχότερων πολιτών κατέχει μόνον το 4,9%. Κι αν συνυπολογιστεί το πλουσιότερο 5% του ιταλικού πληθυσμού τότε αυτό φτάνει να κατέχει το 32,1% του εθνικού πλούτου.
Επίσης, από το 2007 η οικονομική κρίση είχε ως συνέπεια το φτωχότερο 10% του πληθυσμού να χάσει το 4% του εισοδήματός του ενώ, αντίθετα, το πλουσιότερο 10% απώλεσε μόνον το 1% των συνολικών απολαβών του.
Σε ότι αφορά τις θέσεις εργασίας σημειώνεται ότι το 26,6% των Ιταλών εποχικών και έκτακτων υπαλλήλων βρίσκεται κοντά ή κάτω από το όριο της φτώχειας, ποσοστό που περιορίζεται στο 5,4% για τους μόνιμους υπαλλήλους. Επιπλέον αν υπολογισθεί ότι οι απολαβές των μονίμων υπαλλήλων αγγίζουν σε σχετική κλίμακα τις εκατό μονάδες, εκείνες των εποχικών και έκτακτων εργαζομένων, δεν ξεπερνούν τις πενήντα επτά μονάδες.