H ταχεία οικονομική ανάπτυξη και η κλιματική αλλαγή καθιστούν τον πλανήτη μας ολόενα και πιο ευάλωτο στις φυσικές καταστροφές. Αυτό επισημαίνουν σε κοινή έκθεσή τους ο ΟΟΣΑ και η Παγκόσμια Τράπεζα και ζητούν από τις κυβερνήσεις άμεση δράση στην κατεύθυνση της πρόληψης.
Η έκθεση για την Δημοσιονομική Ανθεκτικότητα στις Φυσικές Καταστροφές υπολογίζει ότι οι φυσικές καταστροφές στοίχισαν σε ανεπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες περί τα 1,2 τρισ. δολάρια σε ζημίες την τελευταία δεκαετία.
Το ποσό είναι υπερδιπλάσιο από ό,τι η αμέσως προηγούμενη περιόδος δέκα ετών.
Πέρα από το δραματικό κόστος σε ζωές οι σεισμοί στην Χιλή και τη Νέα Ζηλανδία το 2010 και το 2011 στοίχισαν το 10% και το 20% του ΑΕΠ της χώρας αντίστοιχα. Το 2011 ο σεισμός στην Ιαπωνία, το τσουνάμι και η φυσική καταστροφή που ακολούθησε είχαν ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 2% την αμέσως επόμενη χρονιά.
Παράλληλα ανάγασαν την κυβέρνηση σε ένα μεγάλο πρόγραμμα δαπανών για ανοικοδόμηση και ανάκαμψη, που ισοδυναμούσε με το 8% του ΑΕΠ και κάλυπτε πάνω από το 1/5 του προϋπολογισμού.
Οι καταστροφές στις δημόσιες υποδομές φέρουν το υψηλότερο κόστος, ενώ και οι διακοπές σε βασικές υπηρεσίες στοιχίζουν ακριβά. Οι κυβερνήσεις καλούνται τόσο να υιοθετήσουν πιο διαφανείς και ξεκάθαρους κανόνες για τις αποζημιώσεις και την αποκατάσταση κατεστραμμένων υποδομών, αλλά κυρίως να δράσουν προληπτικά για να αποτρέψουν, όπου είναι δυνατόν, τις καταστροφές. Αυτές που αποδίδονται στην κλιματική αλλαγή, όπως μεγάλες πυρκαγιές, θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί εάν η παγκόσμια κοινότητα είχε κάνει περισσότερα για την αποτροπή της υπερθέρμανσης του πλανήτη.