Όταν ο Αλέξης Τσίπρας εκμυστηρεύεται στη Monde ότι του λείπει η ενεργός πολιτική και η επαφή με τους πολίτες, δύσκολα κανείς δεν στέκεται απορημένος. Γιατί, τι ακριβώς εμποδίζει έναν εκλεγμένο βουλευτή να είναι πράγματι ενεργός; Ποιο αόρατο χέρι τον κρατά μακριά από τη δημόσια σφαίρα, τους ψηφοφόρους και τα κοινοβουλευτικά έδρανα;
Η απάντηση, στην πραγματικότητα, είναι λιγότερο προσωπική και περισσότερο συστημική: πρόκειται για μια πολιτική παράδοση που θέλει τους πρώην πρωθυπουργούς, ενώ συνεχίζουν να αμείβονται από το ελληνικό Δημόσιο αφού εκλέγονται ως βουλευτές, να γλιστρούν σταδιακά σε έναν ρόλο παρασκηνιακού «θεσμού», μακριά από το δημόσιο βήμα και την ανοιχτή κοινοβουλευτική αντιπαράθεση.
Η θεσμική «αόρατη καρέκλα»: Παράδειγμα και προσχήματα
Το πιο χαρακτηριστικό – και ίσως κραυγαλέο – παράδειγμα είναι ο Κώστας Καραμανλής. Από το 2009 έως το 2023, μια ολόκληρη πολιτική ζωή πληρωμένη από τη Βουλή, ένας βουλευτής χωρίς ούτε μία λέξη μέσα στην αίθουσα του Κοινοβουλίου. Η παρουσία του περιοριζόταν σε «παρεμβάσεις» σε επιλεγμένες εκδηλώσεις ή βιβλιοπαρουσιάσεις, όποτε το έκρινε εκείνος σκόπιμο, δίχως καμία θεσμική λογοδοσία απέναντι στους πολίτες που τον εξέλεξαν.
Αυτή η πρακτική, αν και αποδεκτή ως «άτυπος θεσμός», αποτελεί προσβολή στην ουσία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Οι βουλευτές εκλέγονται για να εκπροσωπούν τους πολίτες τους, όχι για να αποσύρονται σε προσωπικούς θρόνους και να προσφέρουν σπάνιους «χρησμούς» κατά βούληση, ενώ απολαμβάνουν τα προνόμια του αξιώματός τους.
Η αυτοϊκανοποίηση του «σοφού σωτήρα» και η πραγματική ευθύνη
Δίχως αμφιβολία, ο πειρασμός του ρόλου του «σοφού σωτήρα» είναι μεγάλος για όσους υπήρξαν ηγέτες. Η αυλή των συμβούλων και των πιστών, το φλερτ με την ιστορική υστεροφημία, η υπόσχεση της διακριτικής επιρροής – όλα αυτά μοιάζουν δελεαστικά. Όμως η δημοκρατική ευθύνη είναι σαφής: η βουλευτική έδρα δεν είναι ιερόσυλο άγαλμα, αλλά ζωντανή εντολή εκπροσώπησης και δράσης.
Η διαρκής απουσία δεν είναι απλώς ζήτημα ηθικής, αλλά θεσμικό πρόβλημα που διαβρώνει τον πυρήνα της αντιπροσώπευσης και ενισχύει τη δυσπιστία των πολιτών απέναντι στους θεσμούς.
Η ανάγκη για πραγματική λογοδοσία και ενεργή παρουσία
Απέναντι σε αυτή την αδράνεια, η ελληνική κοινωνία – και ιδίως οι νέες γενιές – έχουν κάθε δικαίωμα να απαιτούν την ενεργό παρουσία και την αυθεντική συμμετοχή των βουλευτών, ιδιαίτερα όσων φέρουν το βάρος της πρώην διακυβέρνησης. Η δημοκρατία προϋποθέτει δημόσιο διάλογο, διαφάνεια, λογοδοσία.
Όσο ο «θεσμός» των βουβών πρώην πρωθυπουργών διαιωνίζεται, τόσο θα υπονομεύεται η εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα – και τόσο πιο επίκαιρη θα γίνεται η απαίτηση για πολιτική ανανέωση και αυθεντική εκπροσώπηση.
Η Βουλή δεν χρειάζεται «προφήτες» που κάνουν χρησμούς, αλλά παρόντες που δίνουν αγώνες για τους πολίτες
Η θέση του βουλευτή δεν είναι βήμα εσωστρέφειας, ούτε προσωπικό βάθρο υστεροφημίας. Είναι δημόσια ευθύνη, διαρκές καθήκον, αδιάλειπτη επαφή με τους πολίτες. Όσοι νιώθουν «νοσταλγία» για την ενεργό πολιτική, ας θυμηθούν πρώτα ότι η ιδιότητά τους τούς καλεί να είναι παρόντες, όχι απόντες.
Η Δημοκρατία δεν έχει ανάγκη από «σοφούς σωτήρες», αλλά από συνεπείς και ενεργούς εκπροσώπους. Κι αυτό, είναι καθήκον όλων μας να το απαιτούμε.



