Του Θέμη Δημητρακόπουλου
Η διαφαινόμενη, σχεδόν βέβαιη, στρατιωτική επέμβαση των Δυτικών στη Συρία, με πρόσχημα τη χρήση χημικών όπλων από το καθεστώς των μπααθιστών και στο όνομα του «ανθρωπιστικού» πολέμου [που με τόση ανθρωπιστική αποτυχία δοκιμάστηκε ήδη στο Ιράκ και το Αφγανιστάν], όχι μόνο δεν θα λύσει κανένα πρόβλημα απ’ όσα έχει συσσωρεύσει ο δραματικός συριακός εμφύλιος, αλλά κινδυνεύει ν’ ανοίξει, κυριολεκτικά και μεταφορικά, τις πύλες της κολάσεως σε όλη τη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο.
Σε μια εποχή όπου στην ευρύτερη περιοχή επικρατεί πρωτοφανής κοινωνική και πολιτική ρευστότητα, κυβερνήσεις και καθεστώτα απειλούνται με κατάρρευση είτε κρατιούνται με νύχια και με δόντια στην εξουσία, το γεωπολιτικό παιχνίδι στην Ανατολική Μεσόγειο παραμένει ανοιχτό, οι ανταγωνισμοί για τους αγωγούς μεταφοράς του φυσικού αερίου όσο και για την εκμετάλλευση των υποθαλάσσιων ενεργειακών αποθεμάτων εντείνονται, το Ισραήλ επιμένει στην αδιαλλαξία του για το παλαιστινιακό, το Ιράν προχωράει στο δικό του μοναχικό δρόμο, η Τουρκία, στην επιδίωξή της να αναδειχθεί ως κυρίαρχη περιφερειακή δύναμη αντιμετωπίζει σημαντικά εσωτερικά προβλήματα, με διόλου αμελητέο το κουρδικό, οι θρησκευτικές διαμάχες αναζωπυρώνονται επικίνδυνα, η γενικευμένη οικονομική κρίση ευνοεί και ενισχύει ακραίες εθνικιστικές και απομονωτικές φωνές – η αναμενόμενη στρατιωτική επιχείρηση των Δυτικών στη Συρία θα συμβάλει, το πιθανότερο, στην ακόμη μεγαλύτερη αποσταθεροποίηση και, ακόμη χειρότερα, στην ανεξέλεγκτη πυροδότηση μιας γενικευμένης πολεμικής ανάφλεξης.
Ο ρωσικός παράγοντας και η στάση του είναι ένας ακόμη παράγοντας που περιπλέκει τα πράγματα. Η αντίθεση της Ρωσίας σε κάθε μονομερή επέμβαση των Δυτικών είναι δεδομένη. Μένει να αποδειχθεί αν έχουν δίκιο όσοι πιστεύουν πως κι αυτή τη φορά η ρωσική αρκούδα θα αρκεστεί να βρυχάται διαμαρτυρόμενη, όπως έκανε στο παρελθόν για Ιράκ και Αφγανιστάν, χωρίς να δείξει τα δόντια της όταν έρθει η κρίσιμη ώρα. Ωστόσο το γεωπολιτικό διακύβευμα αυτή τη φορά είναι ιδιαιτέρως μεγάλο – και ακόμη πιο σημαντικό, η Ρωσία σήμερα, από άποψη ισχύος, δεν είναι η Ρωσία των δύο προηγούμενων δεκαετιών.
Η εμπλοκή της Ελλάδας, ως συμμάχου χώρας, προβληματίζει ιδιαίτερα. Με γνωστές τις παραδοσιακά καλές σχέσεις με τον αραβικό κόσμο και γνώμονα τα στενά εννοούμενα εθνικά συμφέροντα καθώς και τα αναμενόμενα γεωπολιτικά και οικονομικά οφέλη από την, προσεχώς, ανακήρυξη [;] ΑΟΖ για την εκμετάλλευση των θρυλούμενων αποθεμάτων υδρογονανθράκων, κι έχοντας πάντα κατά νου τις επίμονες διεκδικήσεις της ισχυρής γείτονος, μια συνολική αποσταθεροποίηση της περιοχής μόνο δεινά προμηνύεται για τη χώρα. Δεινά που θα έρθουν να προστεθούν στην ήδη δραματική κατάσταση την οποία βιώνει η ελληνική κοινωνία λόγω της κρίσης και της επιβολής της άτεγκτης πολιτικής των μνημονίων και της υποτέλειας.
Ό,τι είναι να συμβεί, θα το μάθουμε, αναπόφευκτα, σύντομα. Το πώς μπορεί να δικαιολογηθεί, με όρους διεθνούς πολιτικής και ισχύος, η συμπαράταξη των Δυτικών συμμάχων με τη συριακή αντιπολίτευση, σημαντικό τμήμα της οποίας ελέγχεται και καθοδηγείται από φανατικούς ισλαμιστές, ακόμη και τύπου Αλ Κάιντα, είναι ένα βασανιστικό ερώτημα στο οποίο καλούνται κυρίως να απαντήσουν οι αρμόδιοι για τις κρίσιμες αποφάσεις ηγέτες. Να θυμίσουμε, μήπως, τον Μπιν Λάντεν, σύμμαχο άλλοτε των Δυτικών στον αγώνα κατά των τότε σοβιετικών στο Αφγανιστάν – ή τον Σαντάμ, άλλο πιστό σύμμαχο των Δυτικών, στο πόλεμο Ιράκ-Ιράν τη δεκαετία του ’80;
Ίσως η απάντηση να είναι: ο καπιταλισμός – και τα αδιέξοδά του. Η Ιστορία, άλλωστε, και ιδίως αυτή του σύντομου 20ου αιώνα, έχει κάτι να μας πει και γι’ αυτό.
* Ο Θέμης Δημητρακόπουλος είναι πολιτικός επιστήμονας και συγγραφέας