Επιμέλεια: Βαγγέλης Πάλλας
Δημοσιογράφος, Ερευνητής, Αναλυτής Α.E.J./I.F.J.
Τι είναι τελικά ο μικροαστός; Είναι απλά ο άνθρωπος που ανήκει σε χαμηλότερη κοινωνικά και οικονομικά τάξη; Είναι ο άνθρωπος που καθορίζεται από την μικροαστική συνείδηση και την κυρίαρχη ιδεολογία;
Κοινωνιολογικά, ο μικροαστός ανήκει στα χαμηλά και μεσαία στρώματα και καθορίζεται από τη σχέση της οικονομικής του θέσης στην ελεύθερη αγορά. Ανήκει στην ενδιάμεση κοινωνική τάξη (ανάμεσα στην αστική και την εργατική) και χαρακτηρίζεται από πολιτική και ιδεολογική αστάθεια, από ατομιστική κοινωνική συμπεριφορά και στενές αντιλήψεις. Ωστόσο σε όλα τα οικονομικά ανεπτυγμένα κράτη, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων αποτελείται από τους μικροαστούς που καθορίζονται περισσότερο συνειδησιακά παρά οικονομικά. Αυτοί συναντώνται σε όλες τις τάξεις και αποτελούν αυτό που λέμε τον μέσο πολίτη (μέσος Έλληνας, μέσος Γερμανός κλπ). Όλοι μαζί δημιουργούν την κοινή γνώμη (αυτή που για παράδειγμα ανεβάζει κυβερνήσεις ή αναπαράγει στερεότυπα). Συχνά κατηγορούνται από τους υπόλοιπους μικροαστούς συμπολίτες τους για ατομισμό, αδιαφορία για τα κοινά, ιδιοτέλεια και λοιπά.
Μέχρι εδώ πάει καλά το πράμα. Λίγο ή πολύ, όλοι μικροαστοί είμαστε ή τρέφουμε μικροαστικά κατάλοιπα από τότε που ο μπαμπάς έλεγε στα αγοράκια “τι μεγάλο πουλάκι που έχεις” και η μαμά στα κοριτσάκια “να βρεις ένα καλό και πλούσιο παλικάρι να σε παντρευτεί”.
Ωστόσο υπάρχει ανάμεσά μας μια κατηγορία μικροαστού ιδιαίτερα επικίνδυνη. Ο εκ πεποιθήσεως αμετανόητος μικροαστός. Ο συγκεκριμένος μάγκας είναι απελπιστικά ξερόλας και εκνευριστικά σταρχιδιστής. Είναι αυτός που με καμάρι αναφωνεί: “εγώ την πάρτη μου κοιτάζω και να πάνε να γαμηθούνε όλοι”. Και φυσικά είναι συνήθως αυτός που τελικά κοιτάζει περισσότερο τι κάνουν οι άλλοι παρά ο ίδιος. Όσο και να μη το παραδέχεται όλοι του σχεδόν οι πόθοι αντλούνται από τους πάρα πολύ πλούσιους. Το κρυφό ή φανερό του όνειρο είναι να αποκτήσει τη χλιδή ενός υπερεπιχειρηματία, να περάσει σε “ανώτερη τάξη”. Οι προσδοκίες του για πλουτισμό θυμίζουν τον πόθο των χριστιανών να πάνε στον παράδεισο. Όπως έγραφε και ο μακαρίτης ο Βασίλης ο Ραφαηλίδης “Κάθε μικροαστός ονειρεύεται τον αστό που ζεσταίνει μέσα του, που τον μεγαλώνει στο θερμοκήπιο της μεγάλης ελπίδας για ένα πέρασμα στην ανώτερη τάξη”. Και επειδή μερικοί το καταφέρνουν, όλοι αυτοί οι χάχες πιστεύουν ότι το όνειρο
θα βγει αληθινό και για αυτούς. Άσχετα που περισσότεροι πεθαίνουν φτωχοί, ο καπιταλισμός τους έχει δώσει το δικαίωμα στο όνειρο του δικού τους πλούτου. Δυστυχώς για αυτόν όμως, εκτός από μικρή τσέπη, έχει συνήθως και μικρό μυαλό.
Τι; Θέλετε και παράδειγμα; Πάτε σε μια δημόσια υπηρεσία. Είναι πρωί. Ο κόσμος πολύς και νευρικός. Η εξυπηρέτηση δεν είναι και η καλύτερη δυνατή. Το έχετε φάει στη μάπα το έργο ουκ ολίγες φορές. Ο εκ πεποιθήσεως μικροαστός όμως θα λάμψει δια της παρουσίας του, ταράσσοντας ολόκληρη την ουρά, φωνάζοντας με γουρλωμένα μάτια και πεταμένες τις φλέβες στο λαιμό: “Τεμπέληδες δημόσιοι υπάλληλοι, από εμένα πληρώνεστε κι αντί να δουλεύετε τα ξύνετε όλη μέρα”. Φυσικά ο πόθος του προαναφερόμενου λεβεντομαλάκα είναι να γίνει το αφεντικό μιας επιχείρησης μεγέθους δημόσιας υπηρεσίας. Ο τυπάς στο παράδειγμά μας λοιπόν πιστεύει, ότι τα λεφτά που φεύγουν από την τσέπη του μέσω των φόρων, μπαίνουν κατευθείαν στην τσέπη της κυρίας Μανικιούρογλου ή του κυρίου Ξυσταρχιδόπουλου που βρίσκεται πίσω από τον γκισέ της δημόσιας υπηρεσίας. Είναι βέβαια ο ίδιος που κατεβαίνει παρέα με την κυρία Μανικιούρογλου και τον κύριο Ξυσταρχιδόπουλο στις πλατείες με τα κομματικά σημαιάκια όταν του ερεθίσουν τα ακόρεστα αισθήματα πλουτισμού.
Και μπορεί όλη του η ζωή είναι μια τραμπάλα ανάμεσα στα ελλείπει εισοδήματα και τον πιθανό πλουτισμό αλλά η ειδοποιός διαφορά είναι ότι ο λεβέντης αυτός έχει διπλό κόμπλεξ: κατωτερότητας απέναντι στον δυνατό και ανωτερότητας απέναντι στον αδύναμο. Ζει και αναπνέει για να μπει στο μάτι του πλούσιου και για να κάνει τον καμπόσο στον φτωχό. Η ευλάβεια με την οποία υποστηρίζει τον σταρχιδισμό του ή τον ξερολισμό του αυτός ο τσάκαλος, είναι ασύλληπτη. Η δε ικανότητά του να χώνεται όπου παίζουν ψίχουλα, να φιλάει κατουρημένες ποδιές και να κάνει κωλοτούμπες είναι απίστευτη.
Θα τον ακούσετε να παραπονιέται για το νέφος αλλά δε θα τον δείτε ποτέ έξω από το αυτοκίνητό του. Θα φοβάται τους ξένους γιατί είναι εγκληματίες αλλά στη δουλειά του δεν παίρνει ποτέ Έλληνες. Ανησυχεί για την υπογεννητικότητα αλλά δεν προσλαμβάνει παντρεμένες για να μη φορτωθεί τα έξοδα κύησης. Καταδικάζει “τη βία από όπου κι αν προέρχεται”, εκτός αν η βία αφορά ανθρώπους σε πιο αδύναμες κοινωνικές θέσεις από εκείνον και θα ρίξει καμιά ψιλή στη γυναίκα του. Κράζει αυτούς που ρίχνουν φόλα στα αδέσποτα μέχρι να του κατουρήσουν τη ρόδα του αυτοκινήτου. Είναι ομοφοβικός, αποκαλεί τους ομοφυλόφιλους λάθη της φύσης και ανώμαλους αλλά νοικιάζει κρυφά πορνοταινίες, επισκέπτεται τραβεστί και γουστάρει να δέρνει ή και να τον δέρνουν. Υποστηρίζει ότι όλοι οι πολιτικοί είναι κλέφτες και λαμόγια, όμως όλοι φαντάζεστε τι ψηφίζει και σε ποιά πολιτικά γραφεία τρέχει κάθε λίγο για να τακτοποιήσει τις δουλειές του. Πάντα θα μιλήσει για τις πουτάνες που μαζεύτηκαν από το ανατολικό μπλοκ και διαλύουν οικογένειες αλλά το βράδυ πάει για να πηδήξει κρυφά πουτανί από το ανατολικό μπλοκ. Δεν ασχολείται ποτέ με την πολιτική, είναι ανούσιο και ευτελές για αυτόν, άσχετα που η πολιτική θα ασχολείται πάντα μαζί του.