Ο ποιητής γέρασε.Πέρασε ο καιρός του.
Τώρα την ποίηση την γράφει η αδυσώπητη τεχνολογία.
Δεν υπάρχουν πια οι στίχοι οι μελαγχολικοί, οι ρομαντικοί ,οι ελεύθεροι να μας συντροφεύουν στα μακρινά ταξίδια του μυαλού.
Τώρα υπάρχει η τηλεόραση ,το ραδιόφωνο, ο δορυφόρος!
Όλα άλλαξαν!Όλα αλλάζουν !
Τίποτε δεν είναι το ίδιο…
Ο ποιητής κάθεται σε μια γωνιά και παρατηρεί την φθορά.
Δεν μπορεί να κάνει τίποτε…Οι στίχοι του δεν έχουν νόημα,σαν δεν υπάρχουνε καρδιές να την αγγίξουν.
Κάποτε ήταν ισχυρός ο ποιητής ,έμπαινε στους πιο μεγάλους κύκλους.
Τα πλήθη χειροκροτούσαν εκστασιασμένα!
Οι συλλογές διαδέχονταν η μια την άλλη και οι ρομαντικές κυρίες άναβαν τις λάμπες τους τα βράδια και διάβαζαν δυνατά σε όλη την οικογένεια.
Στίχους αθανάτους του Παλαμά!
Στίχους μελαγχολικούς του Καρυωτάκη!
Στίχους πονεμένους του Ρίτσου!
Μα και στα κατάβαθα του χρόνου αν ψάξει κανείς θα βρει τη ποίηση να πρωτεύει στην καρδιά των ανθρώπων.
Τώρα θα πουν κάποιοι πως άλλαξαν οι καιροί και οι στίχοι δεν μετράνε.
Τώρα θα πουν κάποιοι άλλοι,μετράει η επιβίωση.
Ο άνθρωπος δεν έχει χρόνο να χαμογελά,να μελαγχολεί και να σπαράζει τη καρδιά του.
Μόνο κάτι ονειροπαρμένοι νέοι συντηρούν τους ποιητές εδώ και εκεί στους παλιούς τοίχους μισογκρεμισμένων σπιτιών.
Το όνειρο φεύγει και έρχεται η καθημερινότητα.
Εκεί που δεν χωράει τίποτε…Μονάχα η συνήθεια!
Και εγώ αναρωτιέμαι ακόμα σαν διάβασα ετούτο εδώ το στιχάκι επάνω σε ένα μισογκρεμισμένο τοίχο:
Αν ποιητής γεννήθηκα
Μα άδοξα πεθάνω,
Ψυχής δικής μου θα ήξερα
Πως είναι τα όνειρα μου!
Και σκέφτομαι πως η αδυσώπητη εποχή που ζούμε μονάχα με την ποίηση σώνεται.
Την ποίηση που πράττει.
Την ποίηση που ξεσηκώνει.
Την ποίηση που ξυπνά την σκέψη.
Ας αφήσουμε τον ποιητή να ζήσει λίγο ακόμα!
Ροδάνθη Κουμή