Λίγες ώρες μετά τον θάνατο του Κώστα Καζάκου, η χώρα μας θρηνεί την απώλεια ακόμα ενός σπουδαίου ανθρώπου του πολιτισμού, αφού πέθανε η ηθοποιός Ειρήνη Παπά σε ηλικία 96 ετών.
Η σπουδαία ελληνίδα ηθοποιός άφησε μια σπουδαία παρακαταθήκη με τις ερμηνείες της σε σημαντικές ταινίες.
Μάλιστα αποτέλεσε μια από τις ελάχιστες Ελληνίδες ηθοποιούς που διέπρεψαν στο εξωτερικό.
Η μεγάλη Ελληνίδα ηθοποιός ζούσε τα τελευταία της χρόνια στο Χιλιομόδι Κορινθίας (το χωριό που μεγάλωσε), με προβλήματα υγείας λόγω της ασθένειας Αλσχάιμερ.
Ποια ήταν η Ειρήνη Παπά
Η Ειρήνη Παπά γεννήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 1926 στο Χιλιομόδι Κορινθίας ως Ειρήνη Λελέκου.
Η Ειρήνη Παπά ξεκίνησε από την ηλικία των 15 ετών ως ραδιοφωνική παραγωγός, τραγουδίστρια και χορεύτρια σε διάφορες εκδηλώσεις.
Στο μεταξύ, παρακολουθούσε μαθήματα υποκριτικής στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, που τότε ονομαζόταν Εθνική Σχολή Κλασικού Θεάτρου με σπουδαίους δασκάλους όπως τους Γιώργο Γληνό, Νικόλαο Παρασκευά Πέλο Κατσέλη και Δημήτρη Ροντήρη.
Στο θέατρο πρωτοεμφανίστηκε το 1948, στην επιθεώρηση των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου «Άνθρωποι… Άνθρωποι», στη Λυρική Σκηνή, με τους σημαντικότερους ηθοποιούς της εποχής. Στην αυτοβιογραφία του ο Αλέκος Σακελλάριος, γράφει ότι την πρωτοείδε στο Σύνταγμα. Λόγω της εμφάνισής της, της ένδυσης και του περπατήματος της, έμοιαζε σαν «ζωντανή Καρυάτιδα». Την παρουσίασε στον Φίνο και έπαιξε στην πρώτη της ταινία το 1948, που ήταν οι Χαμένοι άγγελοι του Νίκου Τσιφόρου.
Το 1951 έγινε γνωστή διεθνώς με την κοινωνική δραματική ταινία Νεκρή Πολιτεία της Φίνος Φιλμ, που προβλήθηκε, αντιπροσωπεύοντας την Ελλάδα, στο Φεστιβάλ των Καννών, του σκηνοθέτη Φρίξου Ηλιάδη και συμπρωταγωνιστή τον Γιώργο Φούντα (ο οποίος εμφανίζεται για πρώτη φορά στον κινηματογράφο) και διαδραματίζεται στον Μυστρά.
Τρεις από τις ταινίες στις οποίες η Ειρήνη Παπά πρωταγωνίστησε προτάθηκαν για Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας, με την γαλλόφωνη Ζ του Κώστα Γαβρά να το κατακτά ενώ υποψήφιες υπήρξαν επίσης και δύο ελληνικές ταινίες, μεταφορές στην μεγάλη οθόνη αρχαίων τραγωδιών, η Ηλέκτρα και η Ιφιγένεια.
Η Ειρήνη Παπά συμμετείχε σε πολλές χολιγουντιανές παραγωγές, ενώ πρωταγωνίστησε και στο θέατρο Μπρόντγουεϊ το 1967.
Το 1979 στο Ηρώδειο, όταν ήταν να παιχτεί το Αντώνιος και Κλεοπάτρα, βρέθηκε σε διαμάχη με τον Δημήτρη Χορν που είχε εκφραστεί απαξιωτικά εναντίον της.
Ο Αλέκος Σακελλάριος έγραψε στην αυτοβιογραφία του για την Ειρήνη Παπά ότι δεν την είδε πρώτη φορά στη Σχολή της, αλλά στο Σύνταγμα να περπατά και την περιγράφει ως «ένα πανέμορφο πλάσμα με ένα απλό μακρύ φόρεμα, όλο πτυχώσεις, που κινιόταν με μεγαλοπρέπεια και συνάμα απλότητα. Σαν να ζωντάνεψε μια Καρυάτιδα».
«Πρώτα είσαι άνθρωπος, μετά γυναίκα, μετά ηθοποιός»
Η Ειρήνη Παπά είχε εκμυστηρευτεί σε συνέντευξή της: «Πιστεύω ότι πρώτα είσαι άνθρωπος, μετά γυναίκα, μετά ηθοποιός. Πώς θα βάλω το επάγγελμα να με φάει, να μπω σε ένα κουτάκι και να συμπεριφέρομαι ανάλογα. Και αυτή ν´αμαι αλλάζω. Κάποτε η σταρ ήταν διαφορετική. Σήμερα είναι αλλιώτικη. Κάποτε ο σταρ ήταν ο ένας, ο άλλος, σήμερα είναι ο Αλ Πατσίνο. Κάποτε οι σταρ φορούσαν τουαλέτες, σήμερα φοράνε μπλουτζίν σχισμένα, όλο τρύπες. Αύριο θα είναι τα μαλλιά πράσινα. Εγώ αποφάσισα να μην ακολουθήσω… ».
Η μεγάλη Ελληνίδα ηθοποιός ζούσε τα τελευταία της χρόνια στο Χιλιομόδι Κορινθίας (το χωριό που μεγάλωσε), με προβλήματα υγείας λόγω της ασθένειας Αλσχάιμερ.
Τα παιδικά χρόνια
Όπως έχει αναφέρει σε συνέντευξή της, η μητέρα της τής έλεγε συχνά παραμύθια και φανταστικές ιστορίες, γεγονός που τη βοήθησε να αναπτύξει από μικρή τη φαντασία της. Στις ιστορίες που έφτιαχνε η ίδια στα παιδικά της όνειρα ήταν πάντα πρωταγωνίστρια.
Από μικρό κοριτσάκι είχε αποφασίσει ότι θα ασχολούνταν με τον καλλιτεχνικό χώρο και, μεγαλώνοντας, το όνειρο έγινε πιο συγκεκριμένο. Θα γινόταν ηθοποιός.
Η εφηβεία τη βρίσκει στην Αθήνα να παρακολουθεί μαθήματα υποκριτικής στην Εθνική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Στα 15 της είχε ήδη πάρει τον καλλιτεχνικό της δρόμο, αφού εργαζόταν σαν ραδιοφωνική παραγωγός, τραγουδίστρια και χορεύτρια.
Μόλις ενηλικιώθηκε παντρεύτηκε τον συγγραφέα Άλκη Παπά και, παρόλο που ο γάμος τους δεν κράτησε πολύ, η ηθοποιός διατήρησε το επίθετο με το οποίο έγινε παγκοσμίως γνωστή.
Οι τραγωδίες που την ανέδειξαν
Από τα πρώτα της βήματα στο θεατρικό σανίδι συμμετείχε σε αρχαίες τραγωδίες και αργότερα έγινε πρωταγωνίστρια. Οι ερμηνείες της σε έργα όπως η «Μήδεια» και η «Ηλέκτρα» έλαβαν εξαιρετικές κριτικές και η Ειρήνη Παπά έγινε διάσημη.
Το 1962 συνεργάστηκε με τον Μιχάλη Κακογιάννη και πρωταγωνίστησε στην κινηματογραφική μεταφορά της «Ηλέκτρας» μαζί με τον Γιάννη Φέρτη, την Αλέκα Κατσέλη και τον Μάνο Κατράκη. Η ταινία συνολικά κέρδισε 24 βραβεία και διακρίσεις.
Η συνεργασία της με τον μεγάλο σκηνοθέτη συνεχίστηκε το 1971 με τις Τρωάδες και το 1977 με την Ιφιγένεια. Στις Τρωάδες, που γυρίστηκε στα αγγλικά με ξένους ηθοποιούς, η Παπά γνώρισε τη συμπρωταγωνίστριά της Κάθριν Χέμπορν, που ενσάρκωσε την Εκάβη, με την οποία ανέπτυξαν δυνατή φιλία. Μάλιστα, η Χέμπορν δήλωνε δημόσια ότι η Παπά είναι μια από τις καλύτερες ηθοποιούς του σινεμά.
Η αγάπη και ο σεβασμός της ηθοποιού για τις αρχαίες τραγωδίες αποδείχτηκε πριν από μερικά χρόνια, όταν η ίδια αποφάσισε να σταματήσει να ερμηνεύει τέτοιους ρόλους. «Αποφάσισα ότι δε θα παίξω πια, διότι η τραγωδία συνεπάγεται μια τεράστια ευθύνη. Και ο φόβος ότι θα μπορούσα να μην ανταπεξέλθω, θα με έκανε να νιώσω πολύ άσχημα» δήλωσε σε συνέντευξή της σε εφημερίδα της Ρώμης.
Οι ταινίες της που κυκλοφόρησαν στο εξωτερικό, αλλά και οι διθυραμβικές κριτικές για τις θεατρικές της ερμηνείες, έκαναν τους Αμερικάνους παραγωγούς να την αναζητήσουν και να της ζητήσουν συνεργασία. Έτσι η Ειρήνη Παπά έπαιζε σε αρκετές παραστάσεις του Μπρόντγουει. Το ντεμπούτο της ήταν με το έργο «Εκείνο το καλοκαίρι» που ανέβηκε το 1967 και στο οποίο συμπρωταγωνιστούσε με τον Τζον Βόιντ, πατέρα της διάσημης ηθοποιού Ατζελίνας Τζολί.
Ο κινηματογράφος
Η Ειρήνη Παπά είχε πάρει μέρος σε σχεδόν 80 ταινίες. Εκτός από τις επιτυχημένες μεταφορές των τραγωδιών, οι πιο γνωστές ταινίες της είναι «Τα κανόνια του Ναβρόνε», όπου ενσαρκώνει την αγωνίστρια Μαρία Παπαδήμου (1961) και ο «Αλέξης Ζορμπάς», που ενσαρκώνει τη χήρα.
Οι ταινίες είχαν τέτοια επιτυχία στο εξωτερικό και η προβολή της χώρας βοήθησε στην ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού. Η ίδια η ηθοποιός έχει δηλώσει για τους ρόλους που επέλεγε: «Ποτέ δεν θέλησα να παίξω αισθησιακούς ρόλους ή ρόλους επιθυμητών γυναικών. Αυτό που ήθελα πάντα είναι να παίζω εμένα, δηλαδή την ανεξάρτητη αγωνίστρια».
Η γοητεία της
Η Ειρήνη Παπά ποτέ δεν υιοθέτησε τον τίτλο της σταρ, ωστόσο σαν γυναίκα γοήτευε πολύ τους άνδρες. Μάλιστα, πολλές φορές δεν δίσταζε να εμφανίζεται μπροστά σε δημοσιογράφους και φωτογράφους χωρίς μακιγιάζ. Εκτός από τον γάμο της που άρχισε και τελείωσε όταν ήταν πολύ νέα, η σχέση της που απασχόλησε αρκετά τον Τύπο της εποχής ήταν αυτή με τον Μάρλον Μπράντο, τον οποίο η Ελληνίδα ηθοποιός συνέχισε να γοητεύει ακόμα και μετά τον χωρισμό τους.
Η ίδια είχε αποκαλύψει το 2004 στην ιταλική εφημερίδα Corriere della Sera, μετά τον θάνατο του Μάρλον Μπράντο, ότι υπήρξε μεταξύ τους μια μακρά και «μυστική αγάπη». Η ίδια είχε πει ότι είχαν συναντηθεί το 1954 στη Ρώμη. Όπως είπε τον εκτιμούσε πολύ, ήταν το «μεγάλο πάθος της ζωής της» και συναντήθηκαν για τελευταία φορά το 1999 στην Αθήνα.
Η Παπά γοήτευσε ιδιαίτερα και τον Κολομβιανό συγγραφέα Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Οι δυο τους συναντήθηκαν λίγο πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα της ταινίας Ερέντιρα που βασίστηκε στο βιβλίο του συγγραφέα. Όταν τη συνάντησε ο Μάρκες, ήταν σίγουρος ότι η Παπά θα ενσάρκωνε την πρωταγωνίστρια και μόλις πληροφορήθηκε ότι ο ρόλος της ήταν αυτός της ηλικιωμένης κακιάς, δήλωσε δημόσια:
«Είμαι αντίθετος με το ότι η Ειρήνη Παππά παίζει το ρόλο της άκαρδης γιαγιάς. Θα ήθελα να έπαιζε την Ερέντιρα γιατί είναι η πιο νέα, η πιο ωραία και η πιο λυγερή στην ταινία». Η ερμηνεία της όμως δικαίωσε τον σκηνοθέτη που την είχε επιλέξει και έκανε τον συγγραφέα να παραδεχτεί:« μετέτρεψε το πρόσωπο της γιαγιάς σε κάτι άλλο».
Η προσφορά της Ειρήνης Παπά στην τέχνη έχει αναγνωριστεί πολλές φορές τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας, μέσα από τις αμέτρητες διακρίσεις που έχει λάβει κατά καιρούς.
Εκτός από το Όσκαρ που κέρδισε το 1969 για την ερμηνεία της στην ταινία «Ζ» του Κώστα Ζαβρά, έχει λάβει πολλά σημαντικά βραβεία. Ακόμα και σήμερα, που έχει αποσυρθεί από τα θεατρικά δρώμενα, το όνομα της είναι κορυφαίο και οι ερμηνείες της αποτελούν μάθημα υποκριτικής για τους νεότερους ηθοποιούς.
«Στο πατέρα μου έχω χρεώσει πολλές δυστυχίες μου»
Για τα παιδικά της χρόνια και την σχέση με τον πατέρα της, η ίδια είχε πει σε συνέντευξη της: «Στον πατέρα μου έχω χρεώσει πολλές δυστυχίες μου, αλλά και του χρωστάω πολλά. Με έκανε αυτό που είμαι. Με έμαθε να έχω πάντα αμφιβολίες και να ρωτάω το γιατί».
«Να είμαι και εγώ και οι αδελφές μου περήφανες γυναίκες. Όχι να είμαστε σκυμμένες και να κεντάμε μαξιλαράκια, αλλά να διαβάζουμε Αριστοτέλη! Και εκείνα τα παιδικά χρόνια όρισαν αυτό που είμαι και δεν έμαθα ποτέ να είμαι μεγάλη» έλεγε.
Πώς αποφάσισε να πάει στη Δραματική Σχολή
Η οικογένεια της Ειρήνης Παπά ζει στην Αθήνα. Η μικρή Ειρήνη είναι μόλις 12 χρονών και μέχρι εκείνη την ηλικία δεν έχει σκεφτεί να γίνει ηθοποιός.
Στο διπλανό σπίτι, μια κοπελίτσα 16 ετών, πηγαίνει στη δραματική σχολή του Ροντήρη και κάνει λίγη παρέα με την Ειρήνη. Η 16χρονη σπουδάστρια παίζει στη Ρηνούλα τον μονόλογο της Μαργαρίτας από τον Φάουστ.
«Δεν μου άρεσε καθόλου! Ήθελα σε όλα να βρω τα αίτια που την κάνουν να μιλάει έτσι, να σιωπά, να κλαίει. Γιατί; Ρωτούσα συνέχεια. Και γιατί κλαίει έτσι; Στο χωριό μου, δεν κλαίνε έτσι όπως εσύ, όταν πονάνε στα αλήθεια μέσα τους. Δεν με συγκινούσε! Εκείνη αντιδρούσε. Κόλλησα και εγώ ήθελα να της αποδείξω πως δεν κλαίνε έτσι. Αυτή ήταν η αφορμή να πάω στην Δραματική Σχολή του Εθνικού» είχε πει.
«Σα να ζωντάνεψε μια Καρυάτιδα»
Την τελευταία χρονιά στην σχολή την είδε ο Αλέκος Σακελάριος να περπατά στο Σύνταγμα. Ως ένα πανέμορφο πλάσμα με ένα απλό μακρύ φόρεμα, όλο πτυχώσεις, που κινείται με μεγαλοπρέπεια και συνάμα απλότητα, σαν να ζωντάνεψε μια Καρυάτιδα, την περιέγραψε στον Φίνο.
Ο Φιλοποίμην Φίνος γοητευμένος της δίνει το 1948 ρόλο στην ταινία «Χαμένοι άγγελοι».
Η διεθνής καριέρα
Λίγο μετά την ανακαλύπτει ο Ελία Καζάν και η διεθνή της καριέρα ξεκινά!
Πέρασε στην αθανασία ως χήρα στον «Ζορμπά», αντάρτισσα στα «Κανόνια του Ναβαρόνε», πρωταγωνίστρια στην «Ηλέκτρα» και στην «Αντιγόνη», σύζυγος του Κερκ Ντάγκλας στο «The Brotherhood», σύζυγος του Ρίτσαρντ Μπάρτον στην «Άννα των χιλιάδων ημερών».
Ο παγκόσμιος Τύπος την αποκάλεσε αρχαία Ελληνίδα θεά. Ανεξάρτητη, αγωνίστρια, χείμαρρος ταλέντου, δυναμική, ξεπέρασε τα σύνορα της πατρίδας της, και οι υποκριτικές της ικανότητες προκάλεσαν το ενδιαφέρον μεγάλων ξένων παραγωγών της εποχής.
Το 1969 κερδίζει το Όσκαρ η ταινία «Ζ», του Κώστα Γαβρά, βασισμένη στο βιβλίο του Βασίλη Βασιλικού, στην οποία πρωταγωνιστεί.
Ερμηνεύει την Ελένη στις «Τρωάδες» και την Κλυταιμνήστρα στην «Ιφιγένεια» του Μιχάλη Κακογιάννη, της απονέμεται ο τίτλος «Γυναίκα της Ευρώπης» για το σπουδαίο πολιτιστικό και πνευματικό της έργο.
Η αναγνώριση
Στην Ελλάδα δεν έχει αναγνωριστεί τόσο, όσο διεθνώς. Τιμήθηκε με το Παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο το 1995.
Το 2008, η Ιταλία την τίμησε με το «Βραβείο Ρώμη» στο αρχαίο θέατρο της «Όστια Αντίκα». Τότε όταν παρέλαβε το βραβείο είχε πει: «Δεν ξέρω αν πρέπει να γελάσω ή να κλάψω, μπορώ μόνο να πω ότι η Αθήνα θα είναι πάντα η μητέρα μου, αλλά η Ρώμη, παράλληλα, είναι δεύτερη μητέρα μου, από ξεκάθαρη επιλογή μου».
Στην Ιταλία συνεργάστηκε με πολλούς Ιταλούς σκηνοθέτες και οι Ιταλοί την αγάπησαν, λέγοντας Bella Greca και Irene Nostra (δηλ. «η δικιά μας Ειρήνη»). Στην Ιταλία κατέφυγε τα χρόνια της χούντας, δεδομένου ότι ήταν υποστηρίκτρια του κομμουνισμού.
Η Πορτογαλία έδειξε την εκτίμησή της με την υποστήριξη στο θέατρο που ίδρυσε εκεί για να παίζονται αρχαίες τραγωδίες. Γι’ αυτό το θέατρο η Ειρήνη Παππά διέμενε στην Πορτογαλία τα τελευταία ενεργά χρόνια της.
Το 2000 τιμήθηκε με τον τίτλο «Γυναίκα της Ευρώπης» και το 2009 με τον Χρυσό Λέοντα Μπιενάλε του Θεάτρου της Βενετίας, από τα χέρια του σκηνοθέτη Μαουρίτσιο Σκαπάρο.
Τα τελευταία χρόνια είχε τιμηθεί και με τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα στο Πανεπιστήμιο Τορ Βεργκάτα της Ρώμης στην Ιταλία. Συνολικά έλαβε περισσότερες από 24 τιμητικές διακρίσεις και βραβεία.
Ο “Αγώνας της Κρήτης” εκδόθηκε στις 8 Ιουλίου του 1981. Είναι η έκφραση μιας πολύχρονης αγωνιστικότητας. Έμεινε όλα αυτά τα χρόνια σταθερός στη διακήρυξή του για έγκυρη – έγκαιρη ενημέρωση χωρίς παρωπίδες. Υπηρετεί και προβάλλει, με ευρύτητα αντίληψης, αξίες και οράματα για μία καλύτερη κοινωνία.
Η βασική αρχή είναι η κριτική στην εξουσία όποια κι αν είναι αυτή, ιδιαίτερα στα σημεία που παρεκτρέπεται από τα υποσχημένα, που μπερδεύεται με τη διαφθορά, που διαφθείρεται και διαφθείρει. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η εφημερίδα έμεινε μακριά από συσχετισμούς και διαπλοκές, μακριά από μεθοδεύσεις και ίντριγκες.