Του Παναγιώτη Ι. Αντωνακάκη
Ένα από τα ωραιότερα έθιμα που κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας είναι η απαγγελία των καλάντων που ψάλλονται από τα παιδιά και τα τελευταία χρόνια από πολιτιστικούς φορείς την παραμονή των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων. Τα κάλαντα είναι παραδοσιακά τραγούδια που αναφέρονται στην αντίστοιχη γιορτή και στο τέλος περιλαμβάνουν ευχές για τον οικοδεσπότη, την οικοδέσποινα κλπ. Τα παιδιά γυρνάνε από σπίτι σε σπίτι, από κατάστημα σε κατάστημα και από υπηρεσία σε υπηρεσία απαγγέλλοντας τα αντίστοιχα κάλαντα κερδίζοντας χρήματα ή παλαιότερα και διάφορα προϊόντα όπως λάδι, ξηρούς καρπούς, γλυκά κ.α.
Σε διάφορες περιοχές της Ελλάδος η λαϊκή παράδοση έχει δημιουργήσει τοπικά κάλαντα και ορισμένα από αυτά έχουν ξεχαστεί και δεν ψάλλονται πια. Μια τέτοια περίπτωση είναι τα Πρωτοχρονιάτικα Κάλαντα της Καντάνου τα οποία ψάλλονταν στην περιοχή στις αρχές του 20ου αιώνα. Διασώθηκαν από το όνομα του παππού μου Παναγιώτη Κ. Αντωνακάκη (1908 – 1997). Η τελευταία φορά που ακούστηκαν στην περιοχή ήταν την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1980.
Για να θυμούνται οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεώτεροι σας παραθέτω τα Πρωτοχρονιάτικα Κάλαντα της Καντάνου συνοδευόμενα με τις θερμότερες μου ευχές για ένα νέο έτος με υγεία, αγάπη, ευτυχία και πρόοδο για όλο τον κόσμο.
«Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, κι αρχή καλός μας χρόνος
Να τον καλησπερίσουμε τούτο το νιο αφέντη
Πέντε φορές αφέντεψε και πάλι αφέντης είναι
Πέντε κρατούν το μαύρο του κι οκτώ το χαλινάρι
Και δέκα τον παρακρατούν αφέντη καβαλάρη
Καβαλικεύει χαίρεται πεζεύει καμαρώνει
Κι όπου πατήσει ο μαύρος του πηγάδια θεμελιώνει
Πηγάδια πετροπήγαδα κι αυλές μαρμαρωμένες
Σίμα και σιμα το φλουρί και σίμα το λογάρι
Και στον αφρό του λογιαριού κοιμάται νιος αφέντης
Να τον ξυπνήσω με νερό φοβάμαι μην κρυώσει
Να τον ξυπνήσω με κρασί φοβάμαι μην μεθύσει
Φέρετε μήλα δώδεκα κυδώνια δεκαπέντε
Κι ένα κλαρί βασιλικό ίσως να τον ξυπνήσω
Είπαμε δα τ’ αφέντη μας να πούμε της κεράς μας
Κερά λιγνή κερά ξανθή κερά καμαροφρύδα
Κερά την κόρη σου ζητεί γραμματικός την θέλει
Κι αν είναι και γραμματικός πολλά προικιά γυρεύει
Γυρεύει μύλους δώδεκα και με τους μυλωνάδες
Γυρεύει αμπέλια ατρύγητα και με τους τρυγητάδες
Γυρεύει και την θάλασσα μ όλα της τα καράβια
Γυρεύει και τον κυρ βοριά να τα καλαρμενίζει
Είπαμε δα και της κεράς να πούμε και της βάγιας
Άψε βαγίτσα το κερί άψε και το λυχνάρι
Να μπεις να βγεις στην κάμερα να δεις τι θα μας βάλεις
Βάλε πανέρι κάστανα πανέρι μοσχοκάρι
Κι ένα γυαλί καλό κρασί να πιουν τα παλικάρια
Κι από την άσπρη όρνιθα κανένα αυγουλάκι
Κι αν είναι κι απ τη γαλανή ας είναι ζευγαράκι
Κι από το γέρο πίθαρο καμιά σταλιά λαδάκι
Κι από το σακουλάκι σας κανένα δεκαράκι
Κι αν είναι με το θέλημα και με τον ορισμό σας
Ανοίξετε την πόρτα σας να πούμε καλημέρα».