Επιμέλεια: Στρατής Παπαμανουσάκης
ΡΕΓΚΕΛΣΜΠΕΡΓΚΕΡ – FERDINAND REGELSBERGER
(Γκαζενχάουζεν, 1831 – Γκαίτιγκεν, 1911)
Διαπρεπής γερμανός νομοδιδάσκαλος, καθηγητής στα Πανεπιστήμια Ερλάγγης, Ζυρίχης, Γκίσσεν, Βάρτσμπουργκ, Μπρεσλάου και Γοτίγγης, διάδοχος του Γιέρινγκ, απόλυτα αφοσιωμένος στην επιστήμη, με την τραγική μοίρα απώλειας συζύγου και μονάκριβου υιού. Η γενική διδασκαλία του περί του δικαίου των Πανδεκτών, τελευταία στη σειρά των μεγάλων πανδεκτιστών, αποτελεί υπόδειγμα αναπτύξεως των γενικών εννοιών και της εσωτερικής διδασκαλίας των Πανδεκτών (Περί δικαίου και δικαιωμάτων, Περί προσώπων, Περί αντικειμένου δικαίου, Περί νομικών γεγονότων, Περί προστασίας του δικαίου). Το έργο του τον κατατάσσει στην κορυφή των γερμανών αστικολόγων και αποτελεί σπουδαία ερμηνευτική πηγή ολοκλήρου του ρωμαϊκού και του μεταγενέστερου αστικού δικαίου.
Έργα: Zur Lehre vom Allervorzug des Pandekte (1859), Vorverhandelungen bei vertragen (1868), Επίμαχα θέματα του αστικού δικαίου, Το πρόβλημα της νομικής προσωπικότητος (1870), Διδασκαλία του δικαίου των Πανδεκτών (1893), Streitzüge in Gebiet des zivilrechts (1893).
Βιβλιογραφία: Μτφρ. Γ. Μαριδάκης – Χρ. Πράτσικας, Aloys von Brinz, Kritischen Vierteljahresschrift für gesetzgebung und rechtswissenschaft, 1888, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου.
ΚΕΙΜΕΝΑ: ΡΕΓΚΕΛΣΜΠΕΡΓΚΕΡ, ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΩΝ ΠΑΝΔΕΚΤΩΝ
** ** **
Παρ’ όλα αυτά, ο ρόλος των δικηγόρων αμφισβητείται με αιχμή το έργο της υπεράσπισης. Οι δικηγόροι κατηγορούνται συχνά ότι υπερασπίζουν μια “άδικη” υπόθεση, έναν “απατεώνα” ή έναν “κακούργο” και χρησιμοποιούν τις ικανότητές τους για να πετύχουν ευνοϊκό αποτέλεσμα υπέρ του πελάτη τους, άσχετα αν έχει δίκιο ή άδικο. Αλλά πρώτα πρώτα, το δίκαιο και το άδικο δεν είναι γνωστά πριν από την έκβαση της δίκης. Μόνο το τελικό αποτέλεσμα με την σύγκρουση των αντίθετων πλευρών της κατηγορίας και της υπεράσπισης θα δημιουργήσει τη διαλεκτική σύνθεση που εκφράζει η απόφαση. Σε πολλές περιπτώσεις βέβαια, ενδέχεται να είναι γνωστά από την αρχή τα πραγματκά περιστατικά της υπόθεσης. Αλλά και πάλι ο συνήγορος θα συμβάλει στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης, θα καλύψει τα κενά της δικογραφίας, θα διαλύσει τις προκατειλημμένες κρίσεις και θα προλάβει μια δικαστική πλάνη. Θα δώσει υπόσταση με την παρουσία του στα αιτήματα που θέτει το ηθικό πρόβλημα της υπεράσπισης. Το ζήτημα της ελευθερίας της βούλησης και του καταλογισμού ευθυνών, το ζήτημα της ακριβούς επιμέτρησης της ευθύνης και της ποινής, το ζήτημα του δικαιώματος του ανθρώπου να απονέμει δικαιοσύνη και μάλιστα να επιβάλλει την εσχάτη των ποινών. Και θα δικαιώσει έτσι το νόμο, που επιτάσσει στο δικηγόρο να υπερασπίζεται τη ζωή, την τιμή, την ελευθερία και την περιουσία του εντολέα του.
Αλλά και γενικότερα, από ορισμένους κύκλους εκπορεύεται η αντίληψη του “παρασιτισμού” των δικηγόρων. Βέβαια, κανείς δεν υποστηρίζει σήμερα ότι παραγωγικό είναι μόνο ό,τι δημιουργεί υλικά νέα αγαθά, αλλά αντίθετα γίνεται δεκτό ότι η προσφορά υπηρεσιών είναι το ίδιο παραγωγική, όπως η γεωργία και η βιομηχανία. Οι οικονομικές συναλλαγές όμως, ολοκληρώνοντας τη διαδικασία της παραγωγής παίρνουν τη μορφή νομικών σχέσεων. Η ζωή μας κυριαρχείται από αγορές και πωλήσεις, δάνεια και ασφαλίσεις, μισθώσεις και αποζημιώσεις, απ’ όπου προέρχεται ένα πλήθος διαφορών, εγκλημάτων και δικών. Οι συναλλασόμενοι πρέπει να προχωρήσουν μέσα από δαιδαλώδεις δρόμους της νομοθεσίας, της γραφειοκρατίας και της πολυπλοκότητας των οικονομικών διαδικασιών. Χωρίς τη βοήθεια του δικηγόρου ο απλός πολίτης θα χανόταν, θα αντιμετώπιζε τέτοια προβλήματα που θα έπρεπε να σταματήσει την παραγωγική του δουλειά. Και αυτό το φαινόμενο δεν μπορεί να λείψει. Ακόμα και η απλοποίηση της νομοθεσίας, αν ήταν δυνατή, θα είχε προσωρινά αποτελέσματα, γιατί αιτία της περιπλοκής δεν είναι παρά η σύγχρονη οικονομία και τεχνική που καθρεπτίζεται απλά στη νομοθεσία.