Αύξηση των ποινών στα κακουργήματα, κατάργηση των τριμελών πλημμελειοδικείων και των πενταμελών εφετείων, παραπομπή σε δίκη χωρίς δικαστικά συμβούλια, μία αναβολή ανά υπόθεση και ποινές σε δικομανείς, προβλέπει, μεταξύ άλλων, το νομοσχέδιο για το ποινικό και δικαστικό σύστημα,
Σύμφωνα με την «Καθημερινή», στο πακέτο των νέων διατάξεων προβλέπονται ρυθμίσεις με τις οποίες στο εξής σχεδόν όλα τα κακουργήματα, κλοπές, ληστείες, υπεξαιρέσεις, πλαστογραφίες, απάτες και άλλα, θα τιμωρούνται από τα 15 χρόνια, που είναι σήμερα, στα 20 χρόνια.
Η πρόκληση φωτιάς από αμέλεια θα τιμωρείται από τρία έως πέντε χρόνια φυλακή, ενώ από δόλο έως και ισόβια, ενώ και στις δύο περιπτώσεις θα οδηγούνται στη φυλακή. Επιπλέον, προβλέπεται πρόστιμο 180.000 ευρώ για τους εμπρηστές από δόλο.
Οι δίκες για εμπρησμούς θα γίνονται κατά προτεραιότητα και οι διαδικασίες μέχρι τη δίκη προβλέπονται σύντομες. Το ίδιο θα ισχύει και για τα επικίνδυνα τροχαία ατυχήματα, θανατηφόρα, που έχουν προκληθεί από παραβίαση κόκκινου ή από άλλες σοβαρές παραβάσεις του ΚΟΚ: θα έχουν ειδική μεταχείριση, οι δράστες θα μπαίνουν φυλακή και οι δίκες θα διεξάγονται γρήγορα.
Προβλέπεται, επίσης, πως όλα τα πλημμελήματα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, όπως παραβάσεις καθήκοντος, θα δικάζονται στο εξής από έναν μόνο δικαστή, μιας και τα Τριμελή Πλημμελειοδικεία καταργούνται.
Στην ίδια λογική, τα περισσότερα κακουργήματα στο εξής θα εκδικάζονται από έναν δικαστή (Μονομελές Δικαστήριο), αφού μειώνονται δραστικά τα Τριμελή και καταργούνται εντελώς τα Πενταμελή Εφετεία, τα οποία μετατρέπονται πλέον σε Τριμελή Δικαστήρια.
Μεταξύ ανάκρισης και δίκης, διαδικασίες όπως δικαστικά συμβούλια, προτάσεις εισαγγελέων κλπ, καταργούνται σε πολλά εγκλήματα και η παραπομπή των κατηγορουμένων σε δίκη μετά την ανάκριση θα γίνεται με σύντομες διαδικασίες.
Ανάλογη πρόβλεψη υπάρχει και για τις μηνύσεις. Όσες είναι προδήλως αβάσιμες, αστήρικτες και χωρίς τεκμηρίωση, ο εισαγγελέας θα τις βάζει στο αρχείο.
Αν πρόκειται για δικομανείς θα ασκείται ποινική δίωξη για ψευδή καταμήνυση και θα επιβάλλονται πρόστιμα.
Μόνο στην Αθήνα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, από το 2018 έως το 2022 έχουν κατατεθεί 700.000 μηνύσεις. Στο πλαίσιο περιορισμού του φαινομένου, επανακάμπτει το παράβολο (100 ευρώ) για κάθε μήνυση, όπως ίσχυε πριν καταργηθεί επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Του μέτρου εξαιρούνται ειδικές κοινωνικές κατηγορίες που δεν διαθέτουν την οικονομική δυνατότητα.
Επίσης καταργούνται οι πολλές αναβολές στις ποινικές δίκες. Επιτρέπεται μόνο μία για όλους τους παράγοντες της δίκης, δικηγόρους, κατηγορουμένους, και μία δεύτερη μόνο για λόγους υγείας, που βεβαιώνονται από δημόσιο νοσοκομείο.
Το νομοσχέδιο επαναφέρει στο προσκήνιο την ποινική συνδιαλλαγή, ένα θεσμό που στα χαρτιά ισχύει από χρόνια.
Πριν ακόμη ασκηθεί ποινική δίωξη, στο στάδιο της εισαγγελικής έρευνας, ο ελεγχόμενος πολίτης θα μπορεί να ζητήσει διαπραγμάτευση από τον εισαγγελέα, να αποδεχθεί δηλαδή την ενοχή του και να συμφωνήσει σε πλαίσιο ποινής, οπότε η υπόθεση να κλείσει χωρίς τα περαιτέρω. Αντίστοιχα, πρωτοβουλία για διαπραγμάτευση μπορεί να πάρει και ο εισαγγελέας.
Για όλα τα κακουργήματα ο χρόνος που ο καταδικασθείς θα μένει στη φυλακή, θα είναι δύο με τρία χρόνια παραπάνω απ’ ό,τι μέχρι σήμερα.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τις διατάξεις του νομοσχεδίου, στο εξής όσοι καταδικάζονται για οποιοδήποτε αδίκημα (σε βαθμό πλημμελήματος) σε ποινή τρία χρόνια και άνω, θα πηγαίνουν κατευθείαν φυλακή. Το δικαστήριο δεν θα δίνει ούτε αναστολή ούτε θα μετατρέπει την ποινή σε χρηματική.
Οι ποινές θα αναστέλλονται μόνον αν δεν υπάρχει υποτροπή, δηλαδή δεν έχει κι άλλες αμετάκλητες καταδίκες ο κατηγορούμενος, όταν η καταδίκη είναι έως ένα χρόνο. Αν κάποιος καταδικαστεί σε ποινή από ένα έως δύο χρόνια ή θα πληρώνει (χρηματική ποινή) ή θα εργάζεται στο πρόγραμμα κοινωφελούς εργασίας. Σε περίπτωση που η ποινή του είναι από δύο έως τρία χρόνια, θα μπαίνει φυλακή ένα διάστημα (από 30 ημέρες έως 6 μήνες) και το υπόλοιπο ή θα το πληρώνει ή θα εργάζεται.