Έτσι όπως αντιλαμβάνομαι τα νεότερα από τη νέα ελληνική κυβέρνηση, ο Γιάννης Βαρουφάκης λέει ότι ο ίδιος και οι συνάδελφοί του δεν ενδιαφέρονται για την ονομαστική αξία του χρέους. Αυτό που θέλουν είναι ουσιαστική, αλλά όχι εξωφρενική χαλάρωση από το βάρος των πρωτογενών πλεονασμάτων, μειώνοντας το ποσοστό που καταλήγει στους πιστωτές από 4,5% στο 1-1,5% του ΑΕΠ: θέλουν επίσης ευελιξία για την επίτευξη αυτών των πλεονασμάτων με ένα μείγμα πολιτικής που περιλαμβάνει περισσότερα έσοδα και λιγότερη λιτότητα.
Είναι ένα «ποταπό» τέχνασμα από αυτούς τους ριζοσπάστες αριστερούς. Και αυτό γιατί είναι απολύτως λογικό!
Όλοι γνωρίζουν ότι το ελληνικό χρέος δεν μπορεί να αποπληρωθεί στο ακέραιο, με την έννοια η Ελλάδα να επιτυγχάνει τελικά πρωτογενή πλεονάσματα ίσα με το χρέος. Πώς θα παρουσιασθεί αυτό -μια ευθεία μείωση της ονομαστικής αξίας του χρέους ή μια νέα συσκευασία που θα ελαφρώνει το βάρος- δεν έχει σημασία.
Αφού είμαστε βέβαιοι ότι το χρέος δεν θα αποπληρωθεί στο ακέραιο, το ερώτημα είναι πώς θα εξασφαλίσουμε την μερική αποπληρωμή του. Όπως έχω υποστηρίξει, το βασικό είναι να χαλαρώσει η απαίτηση για μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα από την Ελλάδα, ώστε να δημιουργηθεί το περιθώριο για ανάπτυξη. Και αυτό ζητάει η Ελλάδα τώρα.
Δεν μπορώ να σκεφτώ ποιο επιχείρημα μπορεί να χρησιμοποιήσει η Γερμανία για να απορρίψει εξαρχής την πρόταση αυτή. Αν η γερμανική θέση είναι πως το χρέος πρέπει να αποπληρωθεί ολόκληρο, χωρίς καμία ουσιαστική ανακούφιση, τότε η θέση αυτή είναι βασικά τρελή και όλες οι διαβεβαιώσεις ότι η Γερμανία έχει επίγνωση της πραγματικότητας θα αποδειχθούν λανθασμένες. Αν η Γερμανία πιστεύει ότι οι Έλληνες απαιτούν πολλά, η απάντηση είναι ότι βρισκόμαστε σε διαπραγμάτευση – σε μια διαπραγμάτευση που ελπίζω ότι δεν χρησιμοποιείται ως απειλή ότι η ΕΚΤ θα καταστρέψει τις ελληνικές τράπεζες.
Το σημαντικό είναι πως ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει μια λογική πρόταση. Η επόμενη κίνηση είναι στο χέρι των πιστωτών.
*Ο Πολ Κρούγκμαν είναι νομπελίστας οικονομολόγος