Ένα non paper, που αφορά στα χρήματα της εισφοράς αλληλεγγύης, του διοικητή του ΟΑΕΔ Ηλία Κικίλια έχει κάνει τους κυβερνητικούς εταίρους να χάσουν τον ύπνο τους…Το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» προκαλεί σοκ αφού αναφέρεται στα «χαμένα στη διαδρομή» χρήματα από την εισφορά αλληλεγγύης που κάθε μήνα πληρώνουμε όλοι μας για την ανακούφιση των ανέργων και των ευπαθών κοινωνικών ομάδων
«Τη στιγμή που η ανεργία στη χώρα μας έχει εκτιναχθεί στο πρωτόγνωρο ποσοστό του 27%, ανεπίσημη έκθεση του ΟΑΕΔ, που απευθύνεται προς αρμόδιους κυβερνητικούς παράγοντες, αναφέρει επί λέξει: «Το ποσό της εισφοράς αποτελεί έσοδο του κρατικού προϋπολογισμού, αποδίδει σχεδόν 300 εκατομμύρια ευρώ ετησίως και δεν έχει αποδοθεί ποτέ στον ΟΑΕΔ οποιοδήποτε ποσό της εισφοράς αυτής».
Γεγονός που επιβεβαίωσε στην «Ε» και ο διοικητής του ΟΑΕΔ, Ηλίας Κικίλιας. «Το ποσό της εισφοράς αποτελεί έσοδο του κρατικού προϋπολογισμού. Από εκεί και πέρα, το πώς η κεντρική πολιτική διοίκηση αξιοποιεί αυτά τα χρήματα, αυτό δεν μπορώ να το ξέρω. Είναι ζήτημα του υπουργείου Οικονομικών. Πάντως, αυτά τα χρήματα θα μπορούσαν να δοθούν για την ανακούφιση της ανεργίας».
Επιχορήγηση
Και πρόσθεσε, ότι «ο ΟΑΕΔ επιχορηγείται με 500 εκατομμύρια ευρώ ετησίως, τα οποία καλύπτουν την πληρωμή των επιδομάτων ανεργίας». Το ποσό αυτό, όμως, δίνεται ούτως ή άλλως στον Οργανισμό Απασχόλησης. Ευλόγως, δημιουργείται η απορία για ποιο λόγο νομοθετήθηκε «η ειδική εισφορά αλληλεγγύης για την καταπολέμηση της ανεργίας» και στη συνέχεια δεν αξιοποιήθηκε σε πολιτικές αντιμετώπισής της, η οποία αυξάνεται καθημερινά με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Να σημειωθεί, ότι η εν λόγω ειδική εισφορά προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 38, νόμος 3986/2011, και υπολογίζεται σε ποσοστό 2% επί του συνόλου των τακτικών αποδοχών και πρόσθετων αμοιβών και αποζημιώσεων όλου του μισθοδοτούμενου προσωπικού του Δημοσίου, των ΝΠΔΔ και ΟΤΑ, καθώς επίσης και του προσωπικού όλων ανεξαιρέτως των Δημοσίων Επιχειρήσεων/Οργανισμών, των ΝΠΙΔ αλλά και των τραπεζών.
Στην προαναφερθείσα έκθεση παρουσιάζονται ανάγλυφα οι δραματικές διαστάσεις που έχει πάρει η ανεργία στη χώρα μας. Ταυτόχρονα αποκαλύπτει, ότι οι υποτιθέμενες πολιτικές και δράσεις που έχουν εξαγγελθεί είναι γράμμα κενό, και απλώς μέχρι στιγμής χρυσώνουν το χάπι ενός δομικού πια προβλήματος της ελληνικής κοινωνίας.
Αναφέρεται χαρακτηριστικά:
– Η οικονομική ύφεση, εκτός από τις παραδοσιακές ομάδες (νέοι, γυναίκες, μακροχρόνια άνεργοι) πλήττει «νέες» ομάδες του πληθυσμού, ιδιαίτερα άνδρες και γυναίκες, αρχηγούς και μέλη οικογενειών στην παραγωγική ηλικία 30-55 ετών. Χαρακτηριστικό είναι ότι το 75% των εγγεγραμμένων ανέργων στον ΟΑΕΔ είναι ηλικίας άνω των 30 ετών. Το γεγονός ότι 1 στους 2 νέους είναι άνεργος, επισκιάζει το ότι οι 3 στους 4 ανέργους είναι άνω των 30 ετών.
– Η μείωση των εισοδημάτων, μισθών και κοινωνικών μεταβιβάσεων έχει ως συνέπεια την αδυναμία της παραδοσιακής διευρυμένης οικογένειας να στηρίξει τα μέλη της. Η «κρίση της οικογένειας» ενισχύεται από τη κρίση των πολύ μικρών -και κατά βάση- οικογενειακών επιχειρήσεων και την υπερχρέωση των νοικοκυριών.
– Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostast, το 2011 καταγράφηκαν στη χώρα μας 1,5 εκατομμύριο άτομα που ζούσαν σε νοικοκυριά στα οποία δεν εργαζόταν κανείς ενήλικος. Ο αριθμός αυτός, που αντιστοιχεί σε περισσότερες από 400.000 οικογένειες, αυξήθηκε κατά 60% μεταξύ 2008 και 2011 και κατά 25% μεταξύ 2010-2011.
– Η έλλειψη θεσμών και αποτελεσματικών μηχανισμών minimum κοινωνικής προστασίας τεκμηριώνεται και από το γεγονός ότι οι δικαιούχοι επιδόματος ανεργίας αποτελούν μόλις το 25% – 35% των εγγεγραμμένων ανέργων.
– Το ύψος και η διάρκεια χορήγησης του επιδόματος ανεργίας κατατάσσει τη χώρα μας στην τελευταία θέση μεταξύ των χωρών της Ε.Ε., ως προς την επάρκειά του και την αναπλήρωση του μισθού.
– Το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης εξακολουθεί να αφήνει ορισμένες κατηγορίες του πληθυσμού χωρίς υγειονομική περίθαλψη.
– Οι λεγόμενες ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης εξακολουθούν να έχουν «παραδοσιακό» χαρακτήρα. Επί της ουσίας δεν αποτελούν συγκροτημένες πολιτικές, αλλά άθροισμα ενός πλήθους κατακερματισμένων και αποσπασματικών δράσεων, χρηματοδοτούμενων κυρίως από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ) του ΕΣΠΑ.
– Ένα σημαντικό τμήμα πόρων του ΕΚΤ (υπ. Εργασίας, υπουργείο Παιδείας, υπ. Ανάπτυξης) είναι δεσμευμένο σε αποσπασματικές δράσεις εξαιρετικά αμφίβολης αποτελεσματικότητας, καθώς επίσης και σε δράσεις που δεν απευθύνονται στις ομάδες υψηλού κινδύνου φτώχειας και δεν αντιστοιχούν με τις προτεραιότητες αντιμετώπισης της οξείας κοινωνικής κρίσης.
– Το πρόσφατα εξαγγελθέν «Σχέδιο Δράσης για τους Νέους» αποτελεί μια απλή συρραφή από 12 δράσεις που ήδη πραγματοποιούνται (π.χ. οι σχολές μαθητείας του ΟΑΕΔ) και 8 «νέες» δράσεις αμφίβολης αποτελεσματικότητας. Σε κάθε περίπτωση, η αφιέρωση των όποιων διαθέσιμων πόρων αποκλειστικά σε προγράμματα για νέους, αγνοεί με προκλητικό τρόπο τις προτεραιότητες που επιβάλλει η κοινωνική πραγματικότητα.
– Στο ανεπίσημο έγγραφο γίνεται επίσης ειδική αναφορά «στην τεκμηριωμένη ανεπάρκεια του επιδόματος ανεργίας», η οποία οξύνθηκε, όπως αναφέρεται, μετά τη μείωση του επιδόματος κατά 22%, λόγω της σύνδεσής του με τον κατώτατο μισθό: «Το ισχύον σύστημα επιδότησης της ανεργίας διέπεται από δομικά χαρακτηριστικά, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν η έλλειψη οποιασδήποτε ανταποδοτικότητας ως προς τις καταβληθείσες εισφορές, ο αδύναμος ασφαλιστικός χαρακτήρας και τα δημιουργούμενα κίνητρα για ανασφάλιστη εργασία».
Παρέμβαση
Ως πρώτη παρέμβαση στο προαναφερθέν ζήτημα, αναφέρεται: «Το ποσοστό αναπλήρωσης του κατώτατου μισθού να αυξάνεται όσο αυξάνεται και η διάρκεια της επιδότησης. Για παράδειγμα, να είναι στο σημερινό επίπεδο (61% ή 360 ευρώ) για την 5μηνη επιδότηση και να κλιμακώνεται μέχρι το 80% του κατώτατου μισθού ή 470 ευρώ για όσους ανέργους δικαιούνται 12μηνης διάρκειας τακτική επιδότηση και έχουν καταβάλει περισσότερες εισφορές».
Σήμερα, ο δικαιούχος της 5μηνης (125 ένσημα) όσο και της ανώτερης, 12μηνης (με περισσότερα από 250 ένσημα) επιδότησης ανεργίας, λαμβάνουν το ίδιο ποσό, των 360 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο 61% του κατώτατου μισθού. Σημειώνεται ότι «η δαπάνη από μία τέτοια παρέμβαση θα είναι της τάξεως των 150 εκατ. ευρώ και θα μπορούσε να καλυφθεί από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης για την καταπολέμηση της ανεργίας»…
Αναδημοσίευση του άρθρου της Ντίνας Καράτζιου από την “Ελευθεροτυπία”