Το μικροαστικό όνειρο στο καταπατημένο δάσος, το αυθαίρετο που έγινε νόμιμο, δίπλα σε ένα δρόμο χωρίς πεζοδρόμιο, χωρίς άσφαλτο, ίσα για να περνά ένα αυτοκίνητο, μην χάσουν τετραγωνικά από το καταπατημένο. Το κοτετσόσυρμα της περίφραξης που έγινε παγίδα. Οι αυλές γεμάτες καύσιμη ύλη για τον χιονιά γίναν φέρετρα για τους ίδιους, τα όνειρά τους ένας φρικτός εφιάλτης. Το χειρότερο σενάριο.
Όταν η παρανομία μετατρέπεται σε καθημερινότητα, γίνεται πλέον καθεστώς αρκεί να εισπράττει το κράτος. Όποιος και να φταίει, ο διπλανός, ο δήμαρχος, ο υπουργός, οι ξένοι πράκτορες, στο τέλος γίνεται συνήθεια σε όλους ο αριθμός των καμμένων, είτε άνθρωποι είναι αυτοί, είτε ζώα, είτε σπίτια, είτε στρέμματα.
Επίλογος σε αυτή την παράνοια η σιγανή βροχή που θα παρασύρει τα πάντα στη θάλασσα αποτελειώνοντας την καταστροφή. Και το δάκρυ αστείρευτο καλοκαίρι – χειμώνα. Ενώ ένα “γιατί” πλανάται στη σκέψη όλων μας και τότε έρχεται το αστείο μας κράτος με ανακοινώσεις για έργα τρανά, ενώ με παχειά λόγια μας καθησυχάζει ότι δεν θα ξαναγίνει τέτοιο κακό. Η ώρα των σκιών.
Και μόνο οι φιλότιμοι πυροσβέστες των 660 ευρώ από ξηρά και αέρα θα παλεύουν χειμώνα – καλοκαίρι να δίνουν αγώνα για να σώζουν ζωές, πολλές φορές, χωρίς νερό, χωρίς φαγητό, χωρίς ξεκούραση. Γιατί είναι αστείο το κράτος μας.
Προχθές το βράδυ στις πυρκαγιές της Ανατολικής Αττικής, σώπασαν οι λύκοι γιατί ούρλιαζαν οι άνθρωποι. Αίσχος.
Μιχαήλ Γ. Κελαϊδής