Η καθηγήτρια Carmen Reinhart δήλωσε χθες στο συνέδριο της Αμερικανικής Οικονομικής Ένωσης ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί πιθανόν 12 χρόνια για να επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα. Ρεαλίστρια ή υπερβολική;
Το 2010, ο καθηγητής οικονομικών Kenneth Rogoff και η καθηγήτρια Carmen Reinhart έκαναν αίσθηση με τα συμπεράσματα μιας μελέτης τους που βασιζόταν στην έρευνα των κρίσεων από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα.
Το βασικό συμπέρασμα ήθελε η οικονομική ανάπτυξη σε χώρες των οποίων το δημόσιο χρέος υπερέβαινε το 90% του ΑΕΠ να παραπαίει.
Αρκετοί πολιτικοί την επικαλέστηκαν για να δικαιολογήσουν την πολιτική της λιτότητας σε χώρες με υψηλό χρέος όπως η Ελλάδα.
Οι δύο καθηγητές οικονομικών του Χάρβαρντ δεν ισχυρίσθηκαν ποτέ κάτι τέτοιο, αλλά η σιωπή τους ερμηνεύθηκε από πολλούς ως σιωπηρή επιδοκιμασία.
Λίγα χρόνια αργότερα ένας μεταπτυχιακός φοιτητής ανακάλυψε ότι το δίδυμο είχε κάνει κάποια λάθη στα νούμερα και αν επαναλάμβαναν την άσκηση χωρίς λάθη, ενσωματώνοντας παράλληλα φρέσκα νούμερα, το συμπέρασμα με το κατώφλι του χρέους στο 90% του ΑΕΠ δεν ήταν το ίδιο όπως πριν.
Και πάλι όμως η υπερχρέωση έβαζε προσκόμματα στην οικονομική ανάπτυξη.
Χθες, η Carmen Reinhart παρουσίασε μια νέα μελέτη στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Οικονομικής Ένωσης (American Economic Association) στη Φιλαδέλφεια για την ταχύτητα και τον χρόνο που απαιτείται για να επανέλθει μια οικονομία στα προ κρίσης επίπεδα.
Εν συντομία, η καθηγήτρια ανέφερε ότι η κρίση από το 2007 και δώθε μοιάζει περισσότερο με τους πανικούς των αρχών του 20ού αιώνα (π.χ. κραχ του 1929-1930) και στα τέλη του 19ου αιώνα.
Σύμφωνα με την ίδια, σ’ εκείνα τα επεισόδια, οι χώρες χρειάζονταν 5 με 10 χρόνια για να επαναφέρουν το κατά κεφαλήν εισόδημα στα προ κρίσης επίπεδα.
Μιλώντας ειδικότερα για την Ελλάδα και την Πορτογαλία, η ίδια ανέφερε ότι η ελληνική οικονομία είναι πιθανόν να χρειασθεί 12 χρόνια για να επανακάμψει στα προ κρίσης επίπεδα, ενώ δεν βλέπει η Πορτογαλία να τα καταφέρνει πριν από το 2018.
Η κ. Reinhart συμπέρανε ότι οι ανεπτυγμένες χώρες θα πρέπει να υιοθετήσουν ορισμένες από τις πολιτικές που εφαρμόσθηκαν στις αναδυόμενες οικονομίες όταν αντιμετώπισαν πρόβλημα χρέους για να μπορέσουν να ανακάμψουν ταχύτερα.
Τέτοιες είναι η αναδιάρθρωση του χρέους, ο υψηλότερος πληθωρισμός και η επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων.
Ίσως είναι εύλογα όλα αυτά, αλλά η δική μας περίπτωση δεν είναι καθόλου απλή, όπως γνωρίζουμε.
Το ελληνικό δημόσιο χρέος περνά συστηματικά στα χέρια των χωρών της Ε.Ε. και σε μικρότερο βαθμό του ΔΝΤ και ήδη χαρακτηρίζεται από πολύ χαμηλό επιτόκιο και μεγάλη μέση διάρκεια που φθάνει τα 17 χρόνια περίπου.
Οι κυβερνήσεις των βόρειων χωρών, ακόμη κι αν ξεπερνούσαν τους δισταγμούς τους για τον ηθικό κίνδυνο που συνεπάγεται το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, θα είχαν μεγάλο πρόβλημα με τους ψηφοφόρους τους.
Επιπλέον, η γερμανική κυβέρνηση θα είχε επίσης να αντιμετωπίσει το συνταγματικό δικαστήριο της Καρσλούης.
Μια άλλη προσφορότερη μέθοδος για την περίπτωση θα ήταν να ψαλιδισθούν κι άλλο τα επιτόκια των διακρατικών δανείων του 1ου πακέτου στήριξης από την Ε.Ε. και να μετακυλιστεί το χρέος προς την Ε.Ε. και το EFSF/ESM πιο μακριά στο μέλλον.
Είναι αυτή που συζητιέται ευρέως εδώ και καιρό και αντιπροσωπεύει μια μορφή χρηματοοικονομικής καταστολής (financial repression).
Φυσικά, υπάρχει επίσης η επιλογή της εγκατάλειψης του ευρώ και η μονομερής χρεοκοπία, που θα συνοδευθεί από ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων. Όμως, ενέχει τεράστιους κινδύνους, όπως αναφέραμε χθες.
Το κρίσιμο ερώτημα, που απαντά σε μεγάλο βαθμό στο άλλο ερώτημα σχετικά με τον χρόνο που θα πάρει το κατά κεφαλήν εισόδημα της Ελλάδας να επανέλθει στα επίπεδα του 2007-2008, είναι το εξής:
Θα μπορούσε ο συνδυασμός χαμηλών επιτοκίων και μεγάλης περιόδου αποπληρωμής, π.χ. μέση διάρκεια 30 χρόνια (η πιθανότερη λύση), να πείσει τις αγορές, τις επιχειρήσεις και τους ιδιώτες να αγνοήσουν το υψηλό ελληνικό δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ;
Αν η απάντηση είναι καταφατική, τότε η επάνοδος του κατά κεφαλήν εισοδήματος στα προ κρίσης επίπεδα θα μπορούσε να λάβει χώρα στις αρχές της επόμενης δεκαετίας, όπως εκτίμησε η κ. Reinhart.
Αν η απάντηση είναι αρνητική, θα χρειασθούν πιθανόν περισσότερα χρόνια από τα 12 στα οποία αναφέρθηκε η καθηγήτρια του Χάρβαρντ.