«Δεν είναι πρώτη φορά που το ΔΝΤ εκβιάζει χώρες που ζητούν την οικονομική του στήριξη», υπογραμμίζει σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο», ο πρώην εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ, Παναγιώτης Ρουμελιώτης.
Ο γνωστός οικονομολόγος και νυν πρόεδρος του ΔΣ του αεροδρομίου «Ελ. Βενιζέλος», θυμίζει τον ρόλο του ΔΝΤ στις κρίσεις της Αργεντινής το 2001 (όταν εκβιαστικά την οδήγησε σε πτώχευση), της Ρωσίας το 1998 (πίεζε για σκληρότερα μέτρα ως προϋπόθεση για χρηματοδοτική στήριξη) και στην κρίση στη Νοτιοανατολική Ασία.
Ο κ. Ρουμελιώτης τονίζει ότι το Ταμείο είναι μία τράπεζα και συμπεριφέρεται ως τράπεζα, που την ενδιαφέρει να πάρει πίσω τα χρήματά της. Εγείρει, ωστόσο, κατά τον ίδιο, ερωτηματικά, η επιλογή του ταμείου να πετύχει τον στόχο του με πολιτικές λιτότητας και όχι αναπτυξιακές. Ερωτηματικά που, μέχρι σήμερα, έχουν μείνει αναπάντητα.
Αναφερόμενος στον Πόλ Τόμσεν, τον χαρακτηρίζει «μοιραίο άνθρωπο» για την Ελλάδα, καθώς δεν αποδέχτηκε την πρόταση για αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους, το 2009, πριν η χώρα μας μπει σε πρόγραμμα, ευθυγραμμιζόμενος με τους Ευρωπαίους, κάτι για το οποίο πίεζαν τόσο ο τότε Γ. Δ. του Ταμείου, Ντομινίκ Στρος Καν, όσο και ο διευθυντής Στρατηγικού Σχεδιασμού του ΔΝΤ.
Σύμφωνα με τον κ. Ρουμελιώτη, ο κ. Τόμσεν προσπαθεί, τώρα, να «διασωθεί» και να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Να δικαιολογήσει γιατί έκανε τις λάθος επιλογές σε σχέση με το Ελληνικό πρόγραμμα και τους δείκτες της Ελληνικής Οικονομίας και γιατί επιμένει στην πολιτική λιτότητας και όχι σε μια πολιτική ανάπτυξης. Ουσιαστικά, δηλαδή, προσπαθεί να «ρίξει το μπαλάκι» στους Ευρωπαίους.
«Αμφιβάλλω», τονίζει ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης, κλείνοντας «ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να καλύψει το χρηματοδοτικό υπόλοιπο του ΔΝΤ για την Ελλάδα, απλά, οι λόγοι που το κάνει είναι πολιτικοί. Κάποιες Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θέλουν να δείξουν στην κοινή τους γνώμη, σε παραμονές εκλογών, ότι κρατούν σκληρή στάση προς στην Ελλάδα. Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι πλέον Ελληνικό, είναι πρόβλημα μεταξύ του ΔΝΤ και των Ευρωπαίων και πρέπει να υπάρξει ένας συμβιβασμός μεταξύ τους».