Του Ηρακλή Αναγνωστόπουλου
Προέδρου της Ένωσης Συνταξιούχων ΙΚΑ Ν. Χανίων
Πολλές φορές που μου έρχονται στο μυαλό τα παλιά εκείνα χρόνια τότε, που όλοι κάναμε όνειρα για μια καλύτερη ζωή και μια κοινωνία ανθρώπινη χωρίς δάκρυα και στερήσεις, σκέφτομαι σήμερα που βιώνουμε πραγματικά δύσκολες και μαύρες μέρες, τα παιδιά και τα εγγόνια μας, τους σημερινούς εργαζόμενους που αγωνίζονται μια ζωή στο μεροκάματο και αγωνιούν πότε θα βγουν και αν θα καταφέρουν κάποτε να βγουν στην σύνταξη και ν’ απολαύσουν κι αυτοί τους καρπούς του μόχθου μιας ολόκληρης ζωής.
Και όμως, ποτέ δεν σου ήρθαν τα πράγματα συνάδελφε εργαζόμενε όπως τα ήθελες άλλες οι δικές σου βουλές βλέπεις και άλλες οι βουλές αυτών που σε κυβερνάνε. Έτσι κάθε φορά που ονειρευόσουν κάτι επενέβαιναν οι ανοικτίρμονες εξουσιαστές σου και σου έκλεβαν τις επιθυμίες και τις λαχτάρες σου και σου ψαλίδιζαν σύρριζα τα φτερά.
Ούτε ένα μέτρο δεν σε άφησαν να πετάξεις πάνω από τη χαμοζωή στην οποία σε έχουν καταδικάσει.
Και νάτοι πάλι οι αρπαγείς των ονείρων σου, οι ληστές της ζωής σου, να ξαναχτυπούν. Σήμερα με το πρόσχημα της κρίσης και της κατάρρευσης της οικονομίας και της χώρας γενικότερα, σου καταργούν ότι είχες κατακτήσει τόσα χρόνια. Αφού σε «ξεζούμησαν» για τα καλά, όλα τα χρόνια που ήσουν ακμαίος, επιχειρούν τώρα να σου στερήσουν και την τελευταία ελπίδα που έτρεφες.
Την ελπίδα που είχες να βγεις μετά από λίγα χρόνια στην σύνταξη και να ζήσεις μερικά χρόνια, χωρίς το άγχος του μεροκάματου, χωρίς την ταχύτητα γενικά της βιοπάλης.
Σκεφτόσουν μάλιστα – όπως έλεγες – όταν ερχόταν αυτή η στιγμή να φύγεις πλέον από την τσιμεντένια μεγαλούπολη που διέψευσε οικτρά τις προσδοκίες της νιότης σου και να επισκευάσεις το πατρικό σου σπίτι και να μείνεις πια εκεί, καλλιεργώντας το μικρό περιβολάκι και ξαναβρίσκοντας τους χυμούς της ψυχής σου.
Έτσι, σκεφτόσουν, έτσι ονειρευόσουν καημένε, ξεχνώντας φαίνεται πως στη βάρβαρη εποχή που ζούμε που όλα ξεπουλιούνται στο βωμό μεγάλων συμφερόντων, ακόμη και τα απλά όνειρα των φτωχών, σαν αυτά ακριβώς που έκανες κι εσύ δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθούν, εκεί μέσα στα ψηλά κτίρια που ασκείται η διακυβέρνηση του τόπου, με γνώμονα τα συμφέροντα των ολίγων, κάποιοι άρχοντες σε παρακολουθούν κάθε φορά που ονειρευόσουν και κάγχαζαν ειρωνικά: Για δες τον είλωτα – έλεγαν – τι σκέφτεται! Χαμπάρι δεν έχει πάρει ότι άλλαξαν πλέον τα πράγματα, και θα τον πατήσουμε τώρα στο λαιμό!
Θέλει – λέει – να πάρει σύνταξη σε λίγα χρόνια και να ξεκουραστεί.
Χα! Χα! Χα! Ποιος είναι τέλος πάντων και σκέφτεται έτσι;
Εφοπλιστής, τραπεζίτης, βιομήχανος, καλά τώρα θα δει τι έχει να γίνει. Θα φορτώσουμε άλλα δέκα χρόνια δουλειάς στην πλάτη του, θα του ψιλιδίσουμε για τα καλά την σύνταξη που θα πάρει στο τέλος, και άντε μετά απ’ όλα αυτά, ν’ απολαύσει τίποτε από όσα ελπίζει.
Στην κόλαση έζησε όλο του το βίο και στην κόλαση θα τον τελειώσει.
Αυτά έλεγαν πίσω από τους τοίχους των κτιρίων οι θλιβεροί κυβερνήτες και μαύρα σχέδια άρχισαν να διαλαλούν ύπουλα ότι τα ασφαλιστικά ταμεία βουλιάζουν, αποκρύπτοντας ότι μοναδικοί υπαίτιοι για την όποια κατάσταση αυτών των οργανισμών είναι οι ίδιοι οι μεγαλοεργοδότες που χρωστούν δισεκατομμύρια από εισφορές.
Κατόπιν, άρχισαν να λένε ότι ζεις πολύ και δεν συμφέρει να σου δίνουν σύνταξη για τόσα χρόνια!
Και εν τέλει βρήκαν τη «φόρμουλα» για να τακτοποιήσουν την κατάσταση. Βρήκαν ως πρόσχημα την οικονομική κρίση και σου κόβουν τα πάντα, γιατί λένε κινδυνεύει η οικονομία και πρέπει εσύ να δώσεις από το δικό σου υστέρημα για να σωθεί. Λες και φταις εσύ για την κατάντια της χώρας. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά τα σκληρά μέτρα που θεσπίζουν, τώρα σου πετσοκόβουν εκτός όλων των άλλων και αυτή την πενιχρή σύνταξη που παίρνουν και σου δίνουν ψίχουλα ίσα – ίσα για να ψωμοζητάς.
Αυτή κι αν είναι ληστεία δηλαδή και αισχροκέρδεια πρώτου μεγέθους. Γι’ αυτό μη μένεις στιγμή αδρανής.
Σήκωσε τη γροθιά σου και αντιστάσου σ’ αυτούς που θέλουν να σε λιώσουν εντελώς. Γιατί αν μείνεις με σταυρωμένα τα χέρια, αποχαιρέτα για πάντα φουκαρά μου κάθε όνειρο που έτρεφες για τα στερνά σου χρόνια.
Εκείνο το χέρσο περιβολάκι στο χωριό, μόνο αν σπείρεις με το σπόρο της αντίστασης και της πάλης, μπορεί να ξανακαρπίσει.
Στο κάτω – κάτω έχεις και παιδιά, οικογένεια. Θα τους αφήνεις να τους καταστρέψουν τα όνειρα για μια καλύτερη ζωή;
Όχι, να μην περάσουν τα σχέδιά τους και τα όνειρα που έκανες μια ολόκληρη ζωή, να πραγματοποιηθούν.
Γι’ αυτό απευθύνομαι σε σένα εργαζόμενε που αργότερα αν τα καταφέρεις θα βγεις στη σύνταξη, αγωνίσου με όλες σου τις δυνάμεις για ν’ αντισταθείς στη λαίλαπα και στην καταστροφή που ετοιμάζουν σε βάρος σου, για να μην σου κλέψουν τα όνειρα που έκανες μια ολόκληρη ζωή, και για να μπορείς να ελπίζεις σε μια καλύτερη και πιο ανθρώπινη και αξιοπρεπή ζωή, για σένα και τα παιδιά σου.