Δεκέμβρης του 1998. Η εταιρεία εισάγεται στο Χρηματιστήριο, σε μια εποχή που σύμπασα η ελληνική κοινωνία έχει ριχτεί με τα μούτρα στη φρενήρη κερδοσκοπία της αγοραπωλησίας μετοχών, υπό την καθοδήγηση των σομόν σελίδων του οικονομικού ρεπορτάζ. Η «λαϊκή βάση» εκλαμβάνεται πλέον ως αναχρονισμός που εμποδίζει τα «χαρτιά» ν’ απογειωθούν, ακολουθώντας τις υπόλοιπες φούσκες, και η ΑΝΕΚ περνά στον έλεγχο του ομίλου Βαρδινογιάννη.
Νοέμβρης του 2012. Εν μέσω μνημονιακής λαίλαπας, η ιστοσελίδα του χανιώτικου «Κύδων TV» καμαρώνει για την αντικατάσταση των πλοίων της ΑΝΕΚ που εκτελούν το δρομολόγιο Ελλάδα-Ιταλία με ιταλικά καράβια ναυλωμένα από την ίδια εταιρεία: «Με μία κίνηση που ταράζει τα νερά της Αδριατικής και αποδεικνύει ότι στη θάλασσα δεν υπάρχουν αδιέξοδα, η ΑΝΕΚ, προκειμένου να επιβιώσει του ανταγωνισμού, αποφάσισε να ναυλώσει πλοίο υπό ιταλική σημαία και να το δρομολογήσει στη γραμμή Πάτρα-Ηγουμενίτσα-Βενετία». Σύμφωνα με το ίδιο ρεπορτάζ, «η διοίκηση της ΑΝΕΚ προχώρησε στην κίνηση αυτή με γνώμονα το μικρότερο κόστος που σημαίνει για την εταιρεία η ναύλωση του πλοίου, καθώς θα είναι επανδρωμένο με βάση τις προβλέψεις της ιταλικής σημαίας, θα απασχολεί περί τα 60 άτομα, ενώ αν ήταν στην ελληνική σημαία θα έφτανε κοντά στα 85». Η είδηση συνοδεύεται από την απειλητική προειδοποίηση του προέδρου του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας, Μιχάλη Σακέλλη, για το σκοτεινό μέλλον των επιβατικών πλοίων με ελληνική σημαία αν οι κυβερνήσεις της Αθήνας δεν συνδράμουν τους εφοπλιστές μας με χαλάρωση των έννομων υποχρεώσεών τους όσον αφορά την επάνδρωση των καραβιών, κρατική επιδότηση των εργατικών εισφορών αλλά και «μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας των εταιρειών» από το καταχρεωμένο Ελληνικό Δημόσιο.
Δεκέμβρης του 2014. Η πολύνεκρη τραγωδία του «Norman Atlantic», απολύτως προβλέψιμη όπως διαπιστώνουμε από τις αφηγήσεις των διασωθέντων, έρχεται να επιβεβαιώσει με τον πιο οδυνηρό τρόπο τις συνέπειες αυτής της «φιλελεύθερης», φιλεργοδοτικής απορρύθμισης. Υπογραμμίζοντας, ταυτόχρονα, την ουσιαστική υποταγή των περισσότερων ΜΜΕ στις επιταγές του εφοπλιστικού κεφαλαίου, που αποτελεί εδώ και χρόνια τον βασικό ιδιοκτήτη τους: μια βδομάδα μετά το «ατύχημα» η υπόθεση είχε ήδη φύγει από την επικαιρότητα, ενώ η δημόσια αναζήτηση ευθυνών περιορίστηκε κυρίως στη στάση των ιταλικών αρχών, αφήνοντας στο απυρόβλητο τους Ελληνες «υπενοικιαστές».
Η σύγκριση με το προηγούμενο «δυστύχημα» της ίδιας κατηγορίας, το πολύνεκρο ναυάγιο του «Σάμινα» (26.9.2000), είναι αποκαλυπτική για το πόσο νερό έχει κυλήσει στο αυλάκι μέσα σε μιάμιση δεκαετία. Τα ΜΜΕ δεν δίστασαν τότε να επισημάνουν τις ευθύνες της πλοιοκτήτριας εταιρείας Minoan Lines, διαμορφώνοντας αντίστοιχα τη συλλογική συνείδηση (2), η δε αυτοκτονία του διευθύνοντος συμβούλου της Παντελή Σφηνιά έγινε ευρύτατα αντιληπτή σαν απόπειρα αυτοκάθαρσης (1)˙ εν έτει 2005, η φοιτητική παράταξη του ΚΚΕ ενθάρρυνε πάλι την παρακολούθηση της σχετικής δίκης από τους φοιτητές, ως διαδικασία συνειδητοποίησης του ταξικού χαρακτήρα της Δικαιοσύνης (3). Σήμερα, όχι μόνο δεν περιμένει κανείς από τον διευθύνοντα σύμβουλο της ΑΝΕΚ Γιάννη Βαρδινογιάννη να πηδήξει από το παράθυρο, αλλά η εταιρεία είχε επιπλέον το θράσος να καθησυχάσει με επίσημο δελτίο «το επενδυτικό κοινό» (29.12) ότι «δεν θα επέλθει σημαντική επίπτωση στα οικονομικά αποτελέσματά της» από την πολύνεκρη τραγωδία, «δεδομένου ότι το πλοίο δεν αποτελεί περιουσιακό στοιχείο της».