Προς 7 Ιουλίου τελικώς φαίνεται να πηγαίνει η ημερομηνία των εθνικών εκλογών λόγω των πανελλαδικών εξετάσεων που ολοκληρώνονται στις 2 Ιουλίου. Η κατεύθυνση φάνηκε χθες να αλλάζει μετά την σχετική ενημέρωση του υπουργού Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου στον πρωθυπουργό καθώς οι αρχικές πιθανές ημερομηνίες ήταν η 23η ή 30η Ιουνίου με επικρατέστερη τη δεύτερη.
Η νέα ημερομηνία δίνει χρόνο στον ΣΥΡΙΖΑ μία εβδομάδα παραπάνω, χρόνος που φαίνεται πως εσωτερικά κρίνεται απαραίτητος για την ανασύνταξή του ενόψει της πολύ κρίσιμης κάλπης των βουλευτικών εκλογών, που ακόμη και κατά την πρωθυπουργική ρητορική, αποτελεί το δεύτερο και κρίσιμο ημίχρονο της εκλογικής μάχης – το πρώτο ήταν οι ευρωεκλογές.
Πάντως, σύμφωνα με τα όσα έγιναν γνωστά χθες δεν προβλέπεται ο ορισμός υπηρεσιακής κυβέρνησης, παρά μόνο η αντικατάσταση του υπουργού Εσωτερικών όπως συνηθίζεται.
Το διάστημα των επόμενων ημέρων θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο για τον ΣΥΡΙΖΑ καθώς θα πρέπει πολύ γρήγορα να κάνει την αποτίμηση του αποτελέσματος ώστε να εντοπίσει τα «στραβά» που πρέπει να διορθώσει στην νέα του εκλογική εκστρατεία προκειμένου να καλύψει χαμένο έδαφος.
Ο πρωθυπουργός κατά τη χθεσινή ευρεία σύσκεψη της Κεντρικής Επιτροπής, από κοινού με την Συντονιστική Επιτροπή της Προοδευτικής Συμμαχίας, σημείωσε ότι «κάναμε λάθη και συμβιβασμούς» και «λάβαμε το μήνυμα», χωρίς βέβαια να προσδιορίσει ποια είναι τα λάθη αυτά.
Πάνω απ’ όλα ο Αλέξης Τσίπρας στη χθεσινή του ομιλία μια μέρα μετά την απροσδόκητα συντριπτική ήττα, επιχείρησε να στείλει το «τονωτικό» μήνυμα στο εσωτερικό του κόμματος κι ευρύτερα του συμμαχικού σχήματος, ότι τίποτα δεν πρέπει να προεξοφληθεί αντιθέτως ένα νικηφόρο αποτέλεσμα είναι εφικτό.
Το ερώτημα είναι λοιπόν αν στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθεί μια κοινή συνισταμένη για το τι έφταιξε χωρίς να παρασυρθεί σε εσωστρέφεια, που θα ήταν καταστροφική εν όψει της κάλπης.
Στο στόχαστρο των κομματικών μελών και στελεχών, μπαίνουν πρόσωπα και επιμέρους στρατηγικές ως υπεύθυνα για την εκλογική ήττα, ενώ κάποιοι, όπως ο Νίκος Φίλης θέτουν συνολικά θέμα του ύφους άσκησης της εξουσίας παραπέμποντας σε φαινόμενα αλαζονείας, κλπ.
Ο Γραμματέας της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Σκουρλέτης, μιλώντας χθες σε βραδινή εκπομπή της ΕΡΤ, παραδέχτηκε την ύπαρξη συμπεριφορών από κυβερνητικά στελέχη που “δεν ήταν μετρημένες και νουνεχείς όσο θα έπρεπε” ενώ σε άλλο σημείο τόνισε ότι “ενδεχομένως μερίδα του κόσμου ενόχλησε το ότι μεμονωμένα κυβερνητικά στελέχη με το ύφος τους θυμίζανε αυτό που είχε απορρίψει, στελέχη των παλαιών κυβερνήσεων”. Παραδέχτηκε επίσης ότι σωστές κατά βάση στρατηγικές όπως η Προοδευτική Συμμαχία υλοποιήθηκαν με λάθος τρόπο: “εισπράχθηκαν από τον κόσμο – μέσα από επιλογές ή ανάδειξη κάποιων προσώπων – ότι γίνεται μια διαδικασία ξεπλύματος ενός πολιτικού προσωπικού το οποίο ο άλλος το απορρίψει, σε έβαζε στο κάδρο του παλαιών”.
Σε ό,τι αφορά τα πρόσωπα, καταρχάς μοιάζει να είναι γενικευμένη μια κριτική και δυσαρέσκεια για το ρόλο του υπουργού Επικρατείας Χριστόφορου Βερναρδάκη ο οποίος εισηγήθηκε πρόσωπα για το ευρωψηφοδέλτιο και προηγούμενα για την διεύρυνση προς την κεντροαριστερά, φάνηκε να εκπέμπει αλαζονικά μηνύματα όπως ότι το ΚΙΝΑΛ μπορεί να μπει στη Βουλή στις επόμενες εκλογές και πάνω από όλα έδινε – όπως πιστοποιείται εκ των υστέρων – λανθασμένη εικόνα για τις δημοσκοπήσεις, τα περιθώρια του ΣΥΡΙΖΑ, τη διαφορά με τη ΝΔ (ακόμη και την ημέρα των εκλογών έβρισκε μικρή διαφορά).
Από εκεί και πέρα πρόσωπα και συμπεριφορές όπως η περίπτωση του Παύλου Πολάκη μπαίνουν επίσης στο στόχαστρο ενώ ερωτηματικά υπάρχουν και για το κατά πόσο ωφέλησε τελικά το κυβερνών κόμμα η στρατηγική της πόλωσης. Κριτική φαίνεται να ασκείται και σε άλλα πρόσωπα από το περιβάλλον του πρωθυπουργού αλλά και από το κόμμα.
Άλλοι βρίσκουν ένα επιμέρους πρόβλημα στα εχθρικά προς τον ΣΥΡΙΖΑ ΜΜΕ, ωστόσο η θέση αυτή κοντράρεται από το επιχείρημα ότι και ο ΣΥΡΙΖΑ είχε πλέον ικανό αριθμό μέσων στην επιρροή του.
Τις επόμενες ημέρες και μετά την επιστροφή του Αλέξη Τσίπρα από τις Βρυξέλλες αναμένονται αλλεπάλληλες συσκέψεις και συνεδριάσεις των κομματικών οργάνων προκειμένου να γίνει ο απολογισμός των λαθών και να χαραχθεί νέα εκλογική στρατηγική.