Σε πολιτικό και εκκλησιαστικό ζήτημα μείζονος σημασίας εξελίσσεται η απόφαση της Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου σχετικά με την εκλογή του Μητροπολίτη Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων, κ. Ειρηναίου, στη Μητρόπολη Μοσχονησίων. Η δημοτική παράταξη «Σφακιανή Σύμπραξη», με επικεφαλής τον Λευτέρη Κοπάση, χαρακτηρίζει την εξέλιξη ως παρέμβαση που εγείρει σοβαρά ερωτήματα για το ημιαυτόνομο καθεστώς της Εκκλησίας της Κρήτης, ενώ εκφράζει την έντονη ανησυχία της για την έλλειψη συναίνεσης του ιδίου του Ιεράρχη.
Η τοποθέτηση της δημοτικής παράταξης έρχεται να προστεθεί στο κλίμα προβληματισμού που έχει δημιουργηθεί στην τοπική κοινωνία και τον κλήρο της περιοχής. Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η οποία επικαλείται εκκλησιαστικούς κύκλους, η κίνηση του Φαναρίου αξιολογείται ως «πρωτοφανής», καθώς συνδέεται χρονικά και ουσιαστικά με ευρύτερες διεργασίες που αφορούν τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Κρήτης.
Ζήτημα αυτονομίας και μεθοδεύσεων
Στο επίκεντρο της κριτικής που ασκείται βρίσκεται η διαδικασία λήψης της απόφασης. Η «Σφακιανή Σύμπραξη» υποστηρίζει ότι η συγκεκριμένη ενέργεια, στην παρούσα χρονική συγκυρία, πλήττει το κύρος του θεσμού. Γίνεται λόγος για ενδεχόμενη «μεθόδευση επιβολής» στην ημιαυτόνομη Εκκλησία της Κρήτης, μια πτυχή που, σύμφωνα με την παράταξη, θα πρέπει να απασχολήσει σοβαρά την Τοπική Αυτοδιοίκηση του νησιού, καθώς αγγίζει τα ιστορικά συμφέροντα της Κρήτης και της Ορθοδοξίας.
Παράλληλα, επισημαίνεται η ταυτόχρονη απόφαση για αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη, γεγονός που εντείνει την ανησυχία για αλλαγή των ισορροπιών στις σχέσεις μεταξύ της Εκκλησίας της Κρήτης και του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Η στάση του Μητροπολίτη και η αντίδραση του Κλήρου
Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στο γεγονός ότι δεν έχει εξακριβωθεί η ύπαρξη συναίνεσης από την πλευρά του Μητροπολίτη Λάμπης για τη μετακίνησή του. Η έλλειψη αυτής της παραμέτρου, όπως αναφέρεται, προκαλεί έκπληξη και πικρία, στοιχεία που αποτυπώθηκαν ήδη στην έντονη διαμαρτυρία του Συνδέσμου των Κληρικών της Μητροπόλεως.
Ο κ. Κοπάσης και τα μέλη της παράταξης αναφέρονται με θερμά λόγια στο πρόσωπο του κ. Ειρηναίου, περιγράφοντάς τον ως μια προσωπικότητα ταπεινότητας και ποιμαντικής αγάπης, αφοσιωμένη στο εκκλησιαστικό έργο. Τονίζεται επίσης ο ρόλος του στην τοπική ανάπτυξη και πρόοδο, χαρακτηρίζοντάς τον οραματιστή με διορατικότητα.
Η παρέμβαση καταλήγει με την ευχή για αποκατάσταση της ηρεμίας και επικράτηση πνεύματος καταλλαγής στους κόλπους της τοπικής Εκκλησίας, υπογραμμίζοντας την ανάγκη σεβασμού στο έργο και την προσφορά του Ποιμενάρχη.



