Υπόλογη για συγκάλυψη των εγκληματικών ευθυνών που απορρέουν από την εθνική τραγωδία στα Τέμπη με τους 57 νεκρούς είναι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, καθώς, όπως αποκαλύπτει το Politico σε σημερινό δημοσίευμα «φωτιά», απέρριψε την κλήση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας να προχωρήσει σε δράση για την πιθανή ποινική ευθύνη δύο πρώην υπουργών Μεταφορών.
«Διαδηλωτές ξεχύθηκαν στους δρόμους πέρυσι αφού 57 άνθρωποι -πολλοί από τους φοιτητές- έχασαν τη ζωή τους στο χειρότερο σιδηροδρομικό δυστύχημα της χώρας, στις 28 Φεβρουαρίου. Κατηγόρησαν την κακοδιαχείριση και διαφθορά σε ανώτατο επίπεδο για τη μετωπική σύγκρουση ανάμεσα σε φορτηγό τρένο και επιβατικό στα Τέμπη στα βόρεια της χώρας», υπενθυμίζει το δημοσίευμα.
Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) υποστήριξε αυτές τις υποψίες τον περασμένο μήνα (ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ), όταν κατηγόρησε 23 υπόπτους -συμπεριλαμβανομένων 18 δημοσίων υπαλλήλων- για εγκλήματα που συνδέονται με την εκτέλεση συμβάσεων για συστήματα τηλεχειρισμού και σηματοδότησης στο δίκτυο, συγχρηματοδοτούμενα από την ΕΕ.
Η αναφορά σε Καραμανλή και Σπίρτζη
Ωστόσο, η EPPO είχε ακόμη μεγαλύτερους στόχους στο στόχαστρό της: δύο πρώην υπουργούς.
Σε επιστολή που απέστειλε η εισαγγελέας της EPPO Πόπη Παπανδρέου στις 2 Ιουνίου στις ελληνικές αρχές -και η οποία ήρθε σε γνώση του Politico- σημείωσε ότι κατά τη διάρκεια της έρευνας για το δυστύχημα «προέκυψαν υποψίες σχετικά με φερόμενα ποινικά αδικήματα που διαπράχθηκαν από πρώην μέλη της ελληνικής κυβέρνησης».
«Αυτά τα φερόμενα ποινικά αδικήματα αφορούν παράβαση καθήκοντος που διέπραξε ο πρώην υπουργός Χρήστος Σπίρτζης και κατάχρηση που διέπραξε ο πρώην υπουργός Κωνσταντίνος Αχ. Καραμανλής», έγραφε στο έγγραφο η Πόπη Παπανδρέου, σύμφωνα με το δημοσίευμα.
«Σας ζητάμε να προχωρήσετε τις δικές σας ενέργειες», συνέχιζε η ίδια.
«Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έθαψε την υπόθεση»
Όπως γράφει το Politico, αυτή η απαίτηση για δράση κατά των δύο πρώην υπουργών βασίζεται σε μια ιδιαιτερότητα της ελληνικής νομοθεσίας, σύμφωνα με την οποία μόνο η Βουλή μπορεί να διεξάγει έρευνες για τέτοιες καταγγελίες σε βάρος πρώην υπουργών.
Ωστόσο, «η ελληνική κυβέρνηση έθαψε πολιτικά την υπόθεση», γράφει το Politico, «χρησιμοποιώντας την κοινοβουλευτική της πλειοψηφία για να απορρίψει την ανάγκη σύστασης διερευνητικής επιτροπής».
Αρχικά, ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης απέδωσε το περιστατικό σε «τραγικό ανθρώπινο λάθος», αλλά αναγκάστηκε να αλλάξει στάση αφού κατηγορήθηκε ότι προσπάθησε να συγκαλύψει τον ρόλο της κυβέρνησης.
Η EPPO θεωρεί ότι η ελληνική συνταγματική ιδιορρυθμία -ότι μόνο η Βουλή μπορεί να αναλάβει δράση κατά των υπουργών- παραβιάζει το δίκαιο της ΕΕ και έχει αναφερθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
«Εναπόκειται στην Επιτροπή να παρακολουθήσει τις ασυμβατότητες της εθνικής νομοθεσίας με τη νομοθεσία της ΕΕ», δήλωσε η γενική εισαγγελέας της Ευρώπης Laura Codruța Kövesi σε συνέντευξή της στο Politico, όταν ρωτήθηκε για το μπλόκο στην Ελλάδα. «Η Επιτροπή γνωρίζει την κατάσταση, είναι πολύ δημόσια, αλλά τι θα κάνουν, δεν μπορώ να σχολιάσω», πρόσθεσε.
Υπουργική ευθύνη
Ο Κώστας Αχ. Καραμανλής παραιτήθηκε μετά το δυστύχημα, δηλώνοντας ότι παραιτείται «ως ελάχιστη ένδειξη σεβασμού στη μνήμη των ανθρώπων που έφυγαν τόσο άδικα». Επανεξελέγη στην εκλογική του περιφέρεια στις Σέρρες με το κυβερνών κόμμα της Νέας Δημοκρατίας στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου.
Ο Χρήστος Σπίρτζης, ο οποίος διετέλεσε υπουργός Μεταφορών στην προηγούμενη αριστερή κυβέρνηση του Σύριζα, δεν επανεξελέγη.
Η Παπανδρέου της EPPO έγραψε ότι αναφερόταν στον Σπίρτζη για «το έγκλημα της παράβασης καθήκοντος».
Έδωσε περισσότερες λεπτομέρειες για τον Καραμανλή, λέγοντας ότι αναφέρεται στην υπόθεσή του για «το αδίκημα της κατάχρησης κατά των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ελληνικού Δημοσίου, από το οποίο η ζημιά που προκλήθηκε ξεπερνά συνολικά τις 120.000 ευρώ» σχετικά με επισκευές και αναβαθμίσεις σε σήματα και διακλαδώσεις σιδηροδρομικών γραμμών.
Η δικογραφία της EPPO για τους Σπίρτζη και Καραμανλή παραπέμφθηκε στο Ελληνικό Ανώτατο Δικαστήριο και από εκεί στο ελληνικό κοινοβούλιο. Στη συνέχεια, το Κοινοβούλιο έπρεπε να αποφασίσει εάν θα συγκροτούσε προανακριτική επιτροπή για να εξετάσει εάν η υπόθεση έπρεπε να παραπεμφθεί ενώπιον ειδικού δικαστηρίου.
Το ελληνικό Ανώτατο Δικαστήριο έστειλε τις δικογραφίες στον Κωνσταντίνο Τασούλα, πρόεδρο της Βουλής, στις 29 Ιουνίου, σύμφωνα με έγγραφο που ήρθε σε γνώση του Politico.
Τον Νοέμβριο, η Βουλή εξέτασε εάν θα συγκροτούσε προανακριτική επιτροπή για πρώην υπουργούς, συμπεριλαμβανομένων των Σπίρτζη και Καραμανλή. Το κεντροαριστερό κόμμα ΠΑΣΟΚ αναφέρθηκε στα ευρήματα της EPPO κατά τη διάρκεια της συζήτησης και υποστήριξε την ιδέα. Τελικά, όμως, η πρόταση απορρίφθηκε και η υπόθεση αρχειοθετήθηκε.
Η απάντηση Σπίρτζη στο Politico – Κανένα σχόλιο από Καραμανλή, Τασούλα και κυβέρνηση
Ο Σπίρτζης δήλωσε στο Politico ότι προσωπικά είχε υποστηρίξει τη σύσταση προκαταρκτικής έρευνας από τη Βουλή ως έναν τρόπο απόρριψης των καταγγελιών εναντίον του και πρόσθεσε ότι είχε ζητήσει να αντιμετωπίζεται όπως οποιοσδήποτε άλλος Έλληνας πολίτης. Πρόσθεσε ότι δεν πρέπει να υπάρχει παραγραφή λόγω της ειδικής ρύθμισης για τους υπουργούς. «Δυστυχώς, η Νέα Δημοκρατία δεν υποστήριξε το αίτημά μου», πρόσθεσε. Μιλώντας στο κοινοβούλιο στα τέλη Νοεμβρίου, είπε ότι η έρευνα θα αποδείξει την αθωότητά του και θα δώσει «μια οριστική απάντηση στην προσπάθεια της Νέας Δημοκρατίας να διασπείρει πολιτική ευθύνη».
Ο Καραμανλής δεν απάντησε σε αίτημα για σχόλιο και αναφέρθηκε σε μια ομιλία που έκανε στη Βουλή τον Νοέμβριο. Τότε, ο κ. Καραμανλής είπε ότι αντιτίθεται στην πρόταση του ΠΑΣΟΚ για μια ερευνητική επιτροπή. «Αμέσως παραιτήθηκα και δημοσιοποίησα την παραίτησή μου στον δρόμο της επιστροφής [σ.σ από τα Τέμπη] και πριν καν φτάσω στην Αθήνα», είπε. «Αυτό υπαγορεύτηκε από τα ήθη και τις αρχές μου. Ανέλαβα αντικειμενική πολιτική ευθύνη όχι μόνο για τη δική μου θητεία, αλλά και για τους όρους όλων των προκατόχων μου. Αυτό είναι εξαιρετικά σπάνιο στα πολιτικά ήθη της χώρας μας».
Ούτε η ελληνική κυβέρνηση και το γραφείο του κ. Τασούλα απάντησαν στα αιτήματα του Politico για σχολιασμό.
«Δεν θα φορτώναμε ούτε λαχανικά στον ελληνικό σιδηρόδρομο»
Η Βουλή αποφάσισε τελικά να συστήσει μια ευρύτερη κοινοβουλευτική έρευνα για να «διερευνήσει το έγκλημα στα Τέμπη και όλες τις σχετικές πτυχές».
«Ωστόσο, η αξιοπιστία της έχει ήδη διαβρωθεί», σχολιάζει το Politico και συνεχίζει: Αντί να επικεντρωθεί στο δυστύχημα, η έρευνα διατρέχει ολόκληρη την ιστορία του ελληνικού σιδηροδρομικού συστήματος των τελευταίων δεκαετιών, ενώ η κυβερνητική πλειοψηφία της Νέας Δημοκρατίας απέρριψε προτάσεις για διακομματική εκπροσώπηση στην προεδρία.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατηγορούν την κυβέρνηση για συγκάλυψη, ενώ την περασμένη εβδομάδα η οικογένεια του μηχανοδηγού που έχασε τη ζωή του στο δυστύχημα έστειλε νομική ειδοποίηση στην επιτροπή, κατηγορώντας τον εκπρόσωπο της Νέας Δημοκρατίας στην επιτροπή ότι «προσπάθησε να ρίξει την ευθύνη στον αποθανόντα οδηγό χρησιμοποιώντας ιατρικά έγγραφα, δημιουργώντας εντυπώσεις για ιατρικά ζητήματα που υποτίθεται ότι τον κατέστησαν ανίκανο για εργασία».
«Πού είναι λοιπόν η προσπάθεια ότι θα αποκαλύψουμε την αλήθεια;» ρώτησε η Μαρία Καρυστιανού, που έχασε την 20χρονη κόρη της στο δυστύχημα, κατά την ομιλία της (ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ) στην επιτροπή την Τετάρτη. «Όταν έμαθα πώς λειτουργούσε ο σιδηρόδρομος, ούτε λαχανικά δεν θα φόρτωνα πάνω του», είπε.
Η ίδια υπογράμμισε ότι θα έπρεπε να καταθέτει σε δικαστήριο και όχι στο κοινοβούλιο, σημειώνοντας ότι οι βουλευτές δεν είχαν την επάρκεια για μια τέτοια έρευνα. Διαμαρτυρόμενη για την ασυλία που δόθηκε στον Καραμανλή ως βουλευτή, κατηγόρησε τους συναδέλφους του ότι δεν έχουν «νομική ικανότητα», για να αναλάβουν μια υπόθεση που είχε στερήσει ο «τις ζωές τόσων νέων ανθρώπων».