Κύριε διευθυντά,
Λίγες μέρες πριν εορτάστηκε η μνήμη των πεσόντων από τους Γερμανούς στο χωριό μου την Παναγιά και μετά λύπης μου παρατήρησα ότι όλο και πιο λίγος κόσμος έρχεται κάθε χρόνο.
Σχετικά με το θέμα αυτό θα ήθελα αν επισημάνω την παντελή αδιαφορία της πολιτείας. Στο χωριό μας υπάρχουν δύο σχολεία εγκαταλελειμμένα στην τύχη τους. Δεν είναι δύσκολο με μια μικρή παρέμβαση να επισκευαστεί έστω το ένα από τα δύο, αυτό που βρίσκεται απέναντι από το μνημείο. Ο χώρος αυτός μπορεί να λειτουργήσει ως πολιτιστικό κέντρο, το οποίο θα παρέχει τη δυνατότητα να φιλοξενούνται εκδηλώσεις όπως η προαναφερθείσα και να προσφέρεται ένας καφές ή μια τσικουδιά στον επισκέπτη του χωριού, ώστε οι κάτοικοι του χωριού να έρχονται σε επαφή με τους επισκέπτες και να ελαχιστοποιείται έτσι το αίσθημα της εγκατάλειψης του χωριού.
Πριν την καταστροφή του χωριού από τους Γερμανούς υπήρχαν τρία καφενεία, μετά την καταστροφή όμως ο κόσμος αναζήτησε αλλού μια καλύτερη ζωή και έτσι το χωριό έμεινε χωρίς ούτε ένα μαγαζί. Άρα είναι αναγκαία η δημιουργία ενός χώρου που θα φιλοξενεί εκδηλώσεις και θα δώσει πνοή στο χωριό. Ελπίζω οι αρμόδιοι να λάβουν γνώση και επιτέλους να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες ώστε να μην νιώθουμε ξεχασμένοι και εγκαταλελειμμένοι. Τα δικαιούμαστε άλλωστε!
Θα ήθελα να κλείσω με μερικούς στίχους:
Στην Παναγιά σαν έμπαινες, ήθελα συναντήσεις
αθρώπους μ’ ήθος κι αθρωπιά να κάτσεις να μιλήσεις!
Και γυρολόγος να ‘σουνε ήθελα βρεις να κάτσεις
σε μια γωνιά νιους φτωχικού, να μπεις να ξαποστάσεις.
Δυό τρεις ελιές κι ένα κρασί, ήθελα σου προσφέρει,
κι όντα σε συναπόβγανε σου έσφιγγε το χέρι.
Φιλοξενία ήθελα βρεις, αγάπη, περηφάνια
δικαίως κατατίθονται στη μνήμη τους στεφάνια.
Δε σου ‘πρεπε η εγκατάλειψη κι ο ξεχασμός απ’ Όλους,
γιατί ‘σουνε πάντα «παρών» σε όλα και για όλους.
Όποτε εχρειάστηκε κι εσύ «παρών» να δώσεις,
το μπέτη σου ‘βαλες μπροστά τον τόπο σου να σώσεις.
Τούτος ο τόπος έβγαλε ήρωες και άντρες στα ντουφέκια
κατακτητές γονάτισε με λιγοστά φυσέκια.
Καημένη Παναγιά μπαρουτοκαπνισμένη,
που έδωσες το αίμα σου μα ‘δα ‘σαι ξεχασμένη.
Μην την εγκαταλείπετε μην την περιφρονάτε
σ’ όλους τσ’ αγώνες έδωκε τιμές κι αυτό μην το ξεχνάτε!
Υ.Γ.: Προς τους υπεύθυνους:
Θα ‘ρθει καιρός που κάποτε θα μας εχρειαστείτε,
μα θα ‘ναι οι πόρτες σφαλιχτές και δε θα μας εβρείτε!
Κύριε δήμαρχε των Χανίων, αντιδήμαρχε και κύριε αντιπεριφερειάρχη, σας εφιστώ την προσοχή να λάβετε εις γνώση το πρόβλημά μας και παρακαλώ όπως μεριμνήσετε επί του θέματος.
Με τιμή
Μανώλης Μπικάκης,
Παναγιά