Όταν τη δεκαετία του ’70, γεννιόταν το breaking (γνωστό ως breakdance) στις φτωχογειτονιές του Μπρονξ, κανείς δεν φανταζόταν πως θα αναγνωριζόταν κάποτε ως Ολυμπιακό άθλημα. Κι όμως, αυτό το δυναμικό είδος χορού, κάνει το ολυμπιακό ντεμπούτο του.
Το γεγονός σηματοδοτεί αφενός τη συνεχόμενη διεύρυνση των Ολυμπιακών Αγώνων αλλά και την αυξανόμενη τάση αναγνώρισης της κουλτούρας του δρόμου παγκόσμια. Γιατί αναγνωρίστηκε ως άθλημα το breaking και ποιες είναι οι αντιρρήσεις που έχουν εκφραστεί στο δρόμο προς την αναγνώριση του; Έχουν δίκιο όσοι ανησυχούν πως η λαϊκή αυτή τέχνη με ρίζες στην χοπ χοπ, θα αφανιστεί στα σαλόνια του πιο εμπορευματοποιημένου διαγωνισμού;
Oι πρωτομάστορες ήταν τα B-boys και τα B-girls, οι breakers που έκαναν breaking. Έσπαγαν δηλαδή τα σώματα τους αλλά και το σύστημα, τους κανόνες μιας κοινωνίας που τους έθετε μονίμως στο περιθώριο. Το B στην αρχή προερχόταν από τη γεννέτηρα του το Bronx.
Οι όροι breakdancer και breakdancing επινοήθηκαν από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης όταν το breaking άρχισε να κερδίζει την προσοχή και κάπως έπρεπε να το βαφτίσει το star system.
Από το Μπρονξ του ’70 μεταφερόμαστε σήμερα στην εμβληματική Place de la Concorde, έναν ιστορικό χώρο που συμβολίζει τόσο την ομορφιά όσο και την πολυπολιτισμικότητα της Γαλλίας. Αυτή η επιλογή του χώρου, έχει σχέση με έναν από τους λόγους που έγινε το Breaking ολυμπιακό άθλημα. Η Ολυμπιακή Επιτροπή έχει δεσμευτεί να ενσωματώσει πολιτιστικά ορόσημα στους αγώνες. Αυτό λοιπόν θα είναι το κατάλληλο σκηνικό για έναν χορό που ξεκίνησε από το Μπρονξ κατά τη δεκαετία του 1970 και σήμερα έρχεται να συμβολίσει την ενότητα σε μια γιορτή πολυπολιτισμικότητας.
Πως αξιολογούνται οι διαγωνιζόμενοι
Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες πτυχές της πρωτότυπης αυτής εισαγωγής στους Ολυμπιακούς είναι το σύστημα αξιολόγησης των αθλητών, το οποίο αποκλίνει σημαντικά από τα παραδοσιακά αθλήματα. Η Liberation σημειώνει πως:
«Οι διαγωνιζόμενοι θα αξιολογούνται με βάση πέντε κριτήρια: τεχνική, εκτέλεση, πρωτοτυπία, μουσικότητα και λεξιλόγιο, καθένα από τα οποία συνεισφέρει 20% στη συνολική βαθμολογία. Αυτή η διαφοροποιημένη προσέγγιση αναγνωρίζει την καλλιτεχνική φύση του χορού, επιτρέποντας στους κριτές να εκτιμήσουν τη δημιουργικότητα και τις δεξιότητες».
Οι κριτές θα χρησιμοποιούν ψηφιακές ταμπλέτες για τη βαθμολόγηση των παραστάσεων, μια κίνηση που εκσυγχρονίζει τη διαδικασία κρίσης και στοχεύει στην ελαχιστοποίηση της προκατάληψης. Κάθε παράσταση θα είναι ένας διάλογος μεταξύ των χορευτών, δίνοντας έμφαση στη διαδραστική φύση του breaking. Η Sofiane Kinzi, προπονήτρια της γαλλικής ομάδας, εξηγεί: «Η μάχη είναι ένας διάλογος. Η ιδέα είναι να φέρεις τον αντίπαλό σου στο γήπεδό σου και το αντίστροφο, αλλά η καλλιτεχνική πλευρά μπορεί μερικές φορές να αγνοηθεί από τους κριτές».
Το soundtrack για τους διαγωνισμούς θα περιλαμβάνει 160 ειδικά δημιουργημένα κομμάτια, που προέρχονται από είδη όπως το funk, η ραπ και η soul.
Αυτή η έμφαση στη μουσική, όχι μόνο ενισχύει το θέαμα στον αγώνα, αλλά συνδέει και το breaking με τις πολιτιστικές του ρίζες. Οι ρίζες του είδους είναι βαθιά συνυφασμένες με την κουλτούρα του χιπ-χοπ, καθιστώντας την ένταξή του στους Ολυμπιακούς Αγώνες μια σημαντική αναγνώριση της επιρροής της αστικής μουσικής του δρόμου στο διεθνές μωσαϊκό της τέχνης. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζουν οι διοργανωτές. Γιατί υπάρχουν κι αντιρρήσεις.
Τι δουλειά έχει η λαϊκή τέχνη στα σαλόνια του εμπορίου;
Υπήρξαν και φωνές που διαφωνούσαν έντονα με την ένταξη του breaking στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Η μεγαλύτερη ένσταση αφορούσε τον κίνδυνο εμπορευματοποίησης της κουλτούρας του. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες, ως ο πιο εμπορευματοποιημένος αθλητικός θεσμός, μπορεί να αποδυναμώσουν την αυθεντικότητα και τη λαϊκή φύση του. Φοβούνται ότι το άθλημα θα χάσει την πολιτιστική του σημασία και τη σύνδεσή του με τις ρίζες του με την χιπ-χοπ παράδοση.
Άλλοι εξέφρασαν ενστάσεις σχετικά με τη δυσκολία της αξιολόγησης καθώς η υποκειμενική φύση της κρίσης στο breaking δημιουργεί ανησυχίες. Οι επικριτές ανησυχούν ότι το σύστημα βαθμολόγησης μπορεί να μην αποτυπώνει επαρκώς την καλλιτεχνική έκφραση και τη δημιουργικότητα που ενυπάρχει στον χορό, οδηγώντας ενδεχομένως σε διαμάχες σχετικά με τη δικαιοσύνη και τη μεροληψία.
Υπάρχουν ανησυχίες όμως και σχετικά με την πολιτισμική οικειοποίηση, με ορισμένες φωνές να υποστηρίζουν ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες μπορεί να εκμεταλλευτούν το breaking, χωρίς να σεβαστούν πλήρως τις ρίζες του στην αστική κουλτούρα και τους αγώνες των κοινοτήτων που το δημιούργησαν.
Ενστάσεις υπήρξαν όμως και από υποστηρικτές των παραδοσιακών αθλημάτων οι οποίοι εκφράζουν την ανησυχία ότι η συμπερίληψη νέων αγωνισμάτων όπως αυτό, θα μπορούσε να επισκιάσει τα καθιερωμένα αθλήματα, αποσπώντας την προσοχή και πόρους.
Τέλος εύλογες ανησυχίες ακούγονται και σε σχέση με το ίδιο το πνεύμα του breaking. Ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας των Ολυμπιακών Αγώνων μπορεί να δημιουργήσει πιέσεις που είναι αντίθετες με το πνεύμα του breaking, το οποίο συχνά θεωρείται ως μια μορφή αυτοέκφρασης και κοινωνικής δέσμευσης παρά ως ένα αυστηρά ανταγωνιστικό άθλημα. Το breaking είναι ελευθερία, όχι πειθαρχία και ψυχαναγκασμός.