Με δύο παγκόσμιους πολυεθνικούς κολοσσούς να κυριαρχούν στην ελληνική αγορά μπύρας, η δειλή αλλά σταθερή άνοδος των ανεξάρτητων ελλήνων παραγωγών στα χρόνια της κρίσης και των Μνημονίων ήταν εύλογο να φέρει και τον πόλεμο: Είναι ο πόλεμος που πυροδοτήθηκε από το «μπες-βγες» στο πολυνομοσχέδιο των προαπαιτούμενων της διάταξης για αύξηση της φορολόγησης των ανεξάρτητων μικρών ζυθοποιών της Ελλάδας – μιας διάταξης με προσδοκώμενο έσοδο μόλις 3,4 εκατ. ευρώ για το 2016.
Στην ουσία, όμως, είναι ένας πόλεμος με μακρύ παρελθόν και μέλλον, που αφορά μια βιομηχανία με ετήσια κατανάλωση 3.900.000 εκατόλιτρων ετησίως και με τζίρους εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ. Και που εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τον ρόλο του lobbying στη διαμόρφωση των Μνημονίων, για τις σχέσεις και την επιρροή των πολυεθνικών στις ευρωπαϊκές ντιρεκτίβες και εντολές, καθώς και για τα πραγματικά περιθώρια ύπαρξης των ανεξάρτητων παραγωγών και επιχειρήσεων στην ελεύθερη, ενιαία αγορά.
Οι αριθμοί της ελληνικής αγοράς μπύρας
Η απλή αλήθεια των αριθμών λέει πως την ελληνική αγορά ελέγχουν σχεδόν μονοπωλιακά δύο πολυεθνικές κολοσσοί – η Ολλανδική Heineken, που είναι ο τρίτος μεγαλύτερος όμιλος παραγωγής μπύρας παγκοσμίως και η δανέζικη Carlsberg, που βρίσκεται στην τέταρτη θέση της παγκόσμιας λίστας. Οι δύο πολυεθνικοί κολοσσοί ελέγχουν περίπου το 86% της ελληνικής αγοράς μέσω των δύο θυγατρικών τους, της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας η Heineken και της Μύθος Ζυθοποιία η Carlsberg. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, δε, όταν η Carlsberg δεν είχε αποκτήσει ακόμη την Ολυμπιακή Ζυθοποία που παράγει την Fix, και πριν αρχίσουν να κυκλοφορούν οι ετικέτες ελληνικής μπύρας, το μερίδιο αγοράς της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας ξεπερνούσε το 90%, ενώ ακόμη και σήμερα η ελληνική θυγατρική της Heineken εξακολουθεί να ελέγχει πάνω από το 50% των ελληνικών εξαγωγών μπύρας.
Με αυτά τα δεδομένα, οι μικροί ανεξάρτητοι ζυθοποιοί καταγγέλουν, ουσιαστικά, ότι η εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ βάσει της οποίας δρομολογήθηκε η πρόσθετη φορολόγησή τους είναι απλώς το εργαλείο που χρησιμοποιούν οι λομπίστες των πολυεθνικών για να εξαφανίσουν ή να απορροφήσουν τις εγχώριες νέες ετικέτες. Σήμερα, υπάρχουν στην αγορά περίπου 30 μικρές ανεξάρτητες ζυθοποιίες που παράγουν πάνω από 100 ετικέτες ελληνικής μπύρας με τιμές από 0,5 έως και 6 ευρώ.
Ο πρόεδρος του συνδέσμου μικρών ανεξάρτητων ζυθοποιών Ελλάδος Δημήτρης Πολιτόπουλος υποστήριξε, χαρακτηριστικά, στη Βουλή ότι η ρύθμιση για πρόσθετη φορολόγηση των μικρών ζυθοποιών – μια ρύθμιση με δημοσιονομικό έσοδο μόλις 3,4 εκατομμύρια ευρώ ετησίως – είναι το «όπλο του λόμπινγκ εναντίον της πατρίδας μας». Kαι πρόσθεσε ότι η διάταξη για εξομοίωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης «μπήκε στην εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ με ψευδή στοιχεία» τα οποία αφορούν τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές. Ομως, όπως ο ίδιος υποστήριξε, υπάρχει σειρά χωρών της ΕΕ όπως η Ρουμανία και η Βουλγαρία, όπου διατηρείται ο κλιμακωτός συντελεστής στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωση…»
Η «ξεχασμένη» έρευνα για το μονοπώλιο
Η μάχη της μπύρας ξαναφέρνει στο προσκήνιο και τα ερωτήματα από την δεκαετή σιωπή της Επιτροπής Ανταγωνισμού σε σχέση με τις καταγγελίες για μονοπώλιο και χειραγώγηση στην ελληνική αγορά ζυθοποιίας.
Η υπόθεση είχε ξεκινήσει το 2005 με αυτεπάγγελτη έρευνα στον κλάδο της ζυθοποιίας, και με ερώτημα την τυχόν κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης από την «Αθηναϊκή Ζυθοποιία», η οποία κατείχε τότε μερίδιο κοντά στο 70% της αγοράς. Το 2006 η «Μύθος» κατέθεσε καταγγελία στην Επιτροπή Ανταγωνισμού για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης της «Αθηναϊκής Ζυθοποιίας». Το αίτημα της «Μύθος» εξετάστηκε το 2009 και αποφασίστηκε να συνεκδικαστεί με την αυτεπάγγελτη έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Η Αθηναϊκή Ζυθοποιία όμως, προσέφυγε στο Διοικητικό Εφετείο, από το οποίο εξασφάλισε την προσωρινή αναστολή της απόφασης συνεκδίκασης που έλαβε η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Το 2010 όμως το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, στο οποίο προσέφυγε η «Μύθος» ακύρωσε την απόφαση της προσωρινής αναστολής και άνοιξε τον δρόμο στην Επιτροπή Ανταγωνισμού να εξετάσει το όλο θέμα επί της ουσίας. Από την πλευρά της όμως, η Αθηναϊκή Ζυθοποιία έβαλε ένα δίλημμα. Ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει στο επενδυτικό της πρόγραμμα μετά την απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και νέες θέσεις εργασίας. Άφησε δηλαδή να εννοηθεί πως στην περίπτωση που τιμωρηθεί, θα αναστείλει ή θα μειώσει το πρόγραμμά της.
Εν τέλει, η 600 σελίδων εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού κοινοποιήθηκε στα εμπλεκόμενα μέρη στα τέλη Δεκεμβρίου 2013, ενώ οι συνεδριάσεις της ολομέλειας ολοκληρώθηκαν το πρώτο εξάμηνο του 2014, οπότε και ελήφθη η απόφαση, η οποία για να κοινοποιηθεί πρέπει να δημοσιευθεί στο ΦΕΚ. Εκτοτε όμως… καθαρογράφεται και δεν έχει δημοσιευθεί σε κανένα ΦΕΚ, ούτε ‘exei επίσης δημοσιοποιηθεί.
Χθες, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Τέρενς Κουίκ με επιστολή του επιστολή στους υπουργούς Ανάπτυξης Γιώργο Σταθάκη και Πάταξης της Διαφθοράς Δημήτρη Παπαγγελόπουλο κατήγγειλε την 17μηνη καθυστέρηση κάνοντας, ταυτόχρονα, λόγο για «σχεδόν μονοπωλιακό καθεστώς των γνωστών ξένων πολυεθνικών» στην ελληνική αγορά. Ανάλογες καταγγελίες είχε κάνει πρόσφατα και η βουλευτής του Ποταμιού Κατερίνα Μάρκου.
Η απάντηση από την Επιτροπή Ανταγωνισμού ήταν πως η απόφαση θα βγει στη δημοσιότητα εντός του μήνα. Η μάχη όμως δεν αναμένεται να σταματήσει εκεί, πόσο μάλλον από τη στιγμή που η μνημονιακή κρίση και η πτώση της κατανάλωσης έχει οδηγήσει την τελευταία διετία τους μεγάλους, πολυεθνικούς ομίλους σε αισθητή πτώση των τζίρων και, κυρίως, απώλεια κερδών…