Γράφει ο Αλέξανδρος Μανωλάτος | Η Ισλανδία εξετάζει μια ριζοσπαστική λύση για την πρόληψη νέων οικονομικών κρίσεων. Έκθεση ειδικής επιτροπής της Βουλής προτείνει να αφαιρεθεί η δυνατότητα των εμπορικών τραπεζών να δημιουργούν νέο χρήμα. Ο νέος ρόλος της κεντρικής τράπεζας.
Μια χώρα με πληθυσμό περίπου χίλιες φορές μικρότερο από αυτό των ΗΠΑ εξερευνά πρωτότυπες μεθόδους για την πρόληψη οικονομικών κρίσεων, λίγα μόλις χρόνια μετά την εκκωφαντική κατάρρευση του τραπεζικού της συστήματος.
Το 2008 το ισλανδικό χρηματοπιστωτικό σύστημα κατέρρευσε εν μια νυκτί, όντας ένα από τα πρώτα θύματα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Είχε προηγηθεί μια δεκαπενταετία όπου οι ισλανδικές τράπεζες είχαν μετατρέψει την χώρα σε ένα παγκόσμιο hedge fund.
Σήμερα η Ισλανδία είναι πρόθυμη να εξετάσει οποιοδήποτε μέτρο θα απέτρεπε να επαναληφθεί κάτι τέτοιο. Η ισλανδική κυβέρνηση, μετά την απόφαση να κρατήσει την κορώνα ως εθνικό νόμισμα, σκέφτεται να απαγορεύσει στις τράπεζες της να δημιουργούν χρήμα όταν εκδίδουν νέα δάνεια. Η αύξηση της προσφοράς χρήματος θα ελέγχεται αποκλειστικά από την κεντρική τράπεζα.
Συγκεκριμένα, πριν από μερικές εβδομάδες ο επικεφαλής της Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της ισλανδικής βουλής, ο Frosti Sigurjonsson, δημοσίευσε μια έκθεση που τάσσεται υπέρ της δημιουργίας ενός «κρατικού συστήματος χρήματος».
Διαχωρισμός χρήματος και πιστώσεων
Όπως αναφέρουν οι F.T., η βασική πρόταση της έκθεσης, την οποία ζήτησε ο πρωθυπουργός της Ισλανδίας, είναι η εξής: διαχωρίστε τα χρήματα από τις πιστώσεις. Η κεντρική τράπεζα της Ισλανδίας θα είναι ο αποκλειστικός προμηθευτής νέου χρήματος.
Σε όλα τα κράτη οι κεντρικές τράπεζες είναι αυτές που ελέγχουν την δημιουργία νέων χαρτονομισμάτων και κερμάτων αλλά όχι και την συνολική δημιουργία χρήματος, όπως αυτού που δημιουργείται όταν μια τράπεζα χορηγεί ένα δάνειο.
Η Τράπεζα της Αγγλίας περιγράφει την διαδικασία δημιουργίας χρήματος από τις εμπορικές τράπεζες ως εξής: «Oι εμπορικές τράπεζες δημιουργούν χρήμα, με την μορφή τραπεζικών καταθέσεων, δημιουργώντας νέα δάνεια.Όταν μια τράπεζα χορηγεί ένα δάνειο, για παράδειγμα σε κάποιον που βάζει υποθήκη για να αγοράσει ένα σπίτι, δεν το κάνει δίνοντας τους χαρτονομίσματα αξίας χιλιάδων στερλινών. Αντίθετα, πιστώνει τον τραπεζικό του λογαριασμό με μια τραπεζική κατάθεση όση και η υποθήκη. Εκείνη, την στιγμή δημιουργείται νέο χρήμα».
Η έκθεση της ισλανδικής επιτροπής προτείνει να αφαιρεθεί από τις εμπορικές τράπεζες αυτή η δυνατότητα.
Τράπεζες «δύο λογαριασμών»
Οι τράπεζες θα έχουν την δυνατότητα να ανοίγουν μόνο δύο ειδών λογαριασμούς. Πρώτον, θα ανοίγουν και θα διαχειρίζονται «λογαριασμούς συναλλαγών», που ουσιαστικά θα αποτελούν μια ηλεκτρονική μορφή χαρτονομίσματος. Η τράπεζα θα είναι απλά ο «φρουρός» του λογαριασμού, καταγράφοντας τις κινήσεις και εκτελώντας τις συναλλαγές.
Δεύτερον, θα ανοίγουν και θα διαχειρίζονται επενδυτικούς λογαριασμούς. Η τράπεζα θα επενδύει τα χρήματα που είναι κατατεθειμένα στους λογαριασμούς αυτούς, είτε σε δάνεια είτε σε ομόλογα και μετοχές. Οι αναλήψεις θα είναι περιορισμένες και η τελική τους αξία δεν θα είναι εγγυημένη.
Το σημαντικό είναι πως οι δύο αυτοί τύποι λογαριασμών θα είναι εντελώς διακριτοί και τα χρήματα θα φυλάσσονται είτε για συναλλαγές είτε για επενδύσεις.
Όπως επισημαίνει ο Edward Hadas του Reuters, η ρύθμιση αυτή αποτρέπει δύο σημαντικούς κινδύνους του σημερινού τραπεζικού συστήματος. Τις απώλειες και τις μαζικές αναλήψεις από τους λογαριασμούς συναλλαγών και τις επενδυτικές «φούσκες» που δημιουργούνται από την υπερβολική μόχλευση.
O ρόλος της κεντρικής τράπεζας
Φυσικά η δημιουργία χρήματος είναι απαραίτητη για την οικονομία. Με βάση την οικονομική θεωρία, η προσφορά χρήματος πρέπει να αυξάνεται με τον ίδιο ρυθμό με την αύξηση της παραγωγής.
Από την στιγμή που στο σύστημα που προτείνει ο κ. Sigurjonsson oι τράπεζες δεν δημιουργούν χρήμα, τον ρόλο αυτό αναλαμβάνει αποκλειστικά η κεντρική τράπεζα. Ειδικότερα η κεντρική τράπεζα θα έχει την αποκλειστική ευθύνη για την ποσότητα του νέου χρήματος, ρυθμίζοντας τις αποφάσεις της με βάση την απασχόληση, την παραγωγή, τον πληθωρισμό και την κατάσταση του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Ωστόσο, η κεντρική τράπεζα δεν θα είναι σε θέση να χρησιμοποιεί τα επιτόκια ή προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης. Αντίθετα, η κυβέρνηση και το κοινοβούλιο θα παίρνει την πολιτική απόφαση για την κατανομή του νέου χρήματος, είτε μέσω αύξησης των κρατικών δαπανών, είτε μέσω ενός «μπόνους» στους πολίτες ή χορήγησης δανείων στις τράπεζες με σαφείς οδηγίες να χρηματοδοτήσουν επιχειρήσεις.