Του Στέλιου Κούλογλου
Σαράντα τέσσερα δισ. δολάρια είναι πολλά λεφτά, ακόμη και για τον πλουσιότερο άνθρωπο του κόσμου. Και η εξαγορά του twitter από τον Ελον Μασκ, δεν έχει σκοπό το κέρδος. Το twitter διαθέτει σημαντική επιρροή στις παγκόσμιες κοινωνικές, πολιτικές και επιχειρηματικές εξελίξεις, αλλά από οικονομικής πλευράς δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστικό: έχει άλλοτε κέρδη και άλλοτε ζημιές, όπως θα δείτε στον πίνακα που παραθέτω στο τέλος.
Το διευκρίνισε άλλωστε και ο ίδιος ο αγοραστής, στις δηλώσεις του, μόλις έκανε την προσφορά: «Δεν με ενδιαφέρουν καθόλου τα οικονομικά του». Αρα τι επιδιώκει ο Μασκ; Είναι ένα προσωπικό καπρίτσιο σαν και αυτά που είχε κατά καιρούς παλιότερα ο Αριστοτέλης Ωνάσης ή άλλοι Μεγιστάνες; ¨Η μήπως υπάρχουν κοινωνικά ή αλλά πολιτικά σχέδια;
Η ανίχνευση των προθέσεων του Μασκ γίνεται πιο δύσκολη, γιατί ο ίδιος δηλώνει «ελευθεριακός» και πέραν της πολιτικής. Στις αμερικανικές εκλογές, όπου ο κάθε ..σωστός επιχειρηματίας δίνει τον όβολο του, συχνά με το αζημίωτο, ο Μασκ δεν δείχνει κομματική προτίμηση: χρηματοδοτεί με μικρά ποσά πολιτικούς στις πολιτείες όπου βρίσκονται τα εργοστάσια της εταιρείας αυτοκινήτων Tesla, που τον έκανε τόσο πλούσιο.
Δηλώσεις τρίτων τον φέρνουν να είναι κατά των αμβλώσεων, την δια ώρα που ο ίδιος εμφανίζεται ως υπέρμαχος της θεωρίας ότι κάθε άνθρωπος πρέπει να είναι απολύτως ελεύθερος στις επιλογές του. Θεωρούσε «φασιστικά» τα lockdown -που έκλεισαν για λίγο και τα εργοστάσια του, μην ξεχνάμε- αλλά «διαφωνούσε πλήρως» με τα εμπόδια της κυβέρνησης Τραμπ κατά των μεταναστών.
Παρουσιάζεται ως ο πιο φανατικός υπερασπιστής του άρθρου του αμερικανικού Συντάγματος για την ελευθερία της έκφρασης, αλλά έκανε και η αγωγή εναντίον ρεπόρτερ για δυσφήμιση. Ο κάθε δημοσιογράφος μπορεί να γράφει ότι θέλει, αλλά πριν από τέσσερα χρόνια ήθελε να φτιάξει ένα site για τη βαθμολόγηση της αξιοπιστίας των ρεπόρτερ. Το μόνο βέβαιο, πιστεύει πώς στο twitter δεν πρέπει να υπάρχουν καθόλου περιορισμοί και ότι ο καθένας πρέπει να είναι ελεύθερος να γράφει «ότι βλακεία θέλει». «Πράγμα που κάνει πότε-πότε και ο ίδιος», σχολίασε ανώνυμα, ένας συνεργάτης του στους New York Times.
Η αμερικανική εφημερίδα, σε ένα άλλο άρθρο για την υπόθεση, γράφει ότι «η πλησιέστερη σύγκριση με τιν Μασκ μπορεί να είναι οι βαρόνοι εφημερίδων του 19ου αιώνα, όπως ο Χερστ και ο Πούλιτζερ -καθώς και ο φανταστικός Κέιν στη θρυλική ταινία «Πολίτης Κέιν» του Ορσον Ουέλλες- οι οποίοι χρησιμοποίησαν τα έντυπα τους για τις προσωπικές τους ατζέντες, για να σκανδαλοθηρίσουν με τα παγκόσμια γεγονότα και να παρενοχλήσουν τους εχθρούς τους».
Μόνο που η δύναμη που αποκτά o νέος ιδιοκτήτης του twitter είναι πολύ μεγαλύτερη από τους κίτρινους μεγαλοεκδότες στα τέλη του 19ου αιώνα. Πρόκειται για μια παγκόσμια ψηφιακή αυτοκρατορία, για ένα νέο κοινωνικό πείραμα όπου οι χρήστες της εφαρμογής θα γράφουν ακριβώς «ότι βλακεία θέλουν» χωρίς καμία επέμβαση από τους επόπτες που κόβουν τις προσωπικές βρισιές, τα fake news, την νεοναζιστική προπαγάνδα και τις θεωρίες συνομωσίας, όπως γίνεται μέχρι τώρα στο facebook αλλά και στο twitter.
Aπό αυτή την άποψη, η πρακτική που σκέπτεται να εφαρμόσει ταιριάζει απόλυτα με τις απόψεις των ακροδεξιών και των κάθε λογής Τραμπ, που διαμαρτύρονται για τη λογοκρισία στα social media. Και το πείραμα έγκειται στο γεγονός ότι ο σχολιασμός ίντερνετ ευνοεί ως γνωστόν τις ακραίες φωνές και τις ψεύτικες ειδήσεις, παρά τις ψύχραιμες απόψεις και τα εμπεριστατωμένα νέα.
Ο Ν.Φάρατζ, ο ακροδεξιός Βρετανός πολιτικός που παρέσυρε τη χώρα του στο Brexit, έγραψε στο Twitter: «υπέροχα νέα. Πολλά συγχαρητήρια, Έλον Μασκ. Ας ελπίσουμε ότι αυτό σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής».
Το πρώτο στάδιο του πειράματος έχει μάλιστα πετύχει, καθώς η όλη συζήτηση που ξέσπασε δεν θίγει καθόλου το κοινωνικό σκάνδαλο: το γεγονός ότι φτωχές χώρες της Αφρικής έχουν παραπλήσιο ΑΕΠ- δηλαδή πλούτο που παράγουν ετησίως- με τα 44 δις$ της εξαγοράς. Ποσό το οποίο η Αργεντινή, παραδείγματος χάριν, αναγκάστηκε να δανειστεί, βάζοντας στο κεφάλι της το ΔΝΤ με τις λιτότητες του.
Ευτυχώς στις ΗΠΑ βρέθηκαν κάποιες τέτοιες φωνές. «Φορολογήστε τους πλούσιους”, έγραψε η Δημοκρατική βουλευτής Π.Τζαγιαπάλ. «Είναι παράλογο ότι ένα άτομο μπορεί να αγοράσει το Twitter για περισσότερα από 40 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ οι εργαζόμενες οικογένειες σε ολόκληρη τη χώρα πρέπει να επιλέγουν καθημερινά μεταξύ της αγοράς ειδών παντοπωλείου ή των συνταγογραφούμενων φαρμάκων τους».
Η γερουσιαστής των Δημοκρατικών Γουόρεν, πρόσθεσε: «Αυτή η συμφωνία είναι επικίνδυνη για τη δημοκρατία μας. Οι δισεκατομμυριούχοι όπως ο Μασκ παίζουν με ένα διαφορετικό σύνολο κανόνων από όλους τους άλλους, συσσωρεύοντας δύναμη για δικό τους κέρδος. Χρειαζόμαστε φόρο για τον πλούτο και ισχυρούς κανόνες για τον έλεγχο των Ψηφιακών Γιγάντων».
«Όταν δισεκατομμυριούχοι όπως ο Έλον Μασκ δικαιολογούν τα κίνητρά τους χρησιμοποιώντας τη λέξη “ελευθερία”, προσέξτε. Αυτό που πραγματικά επιδιώκουν είναι η ελευθερία από τη λογοδοσία», τόνισε ο Ρ. Ράιχ, υπουργός Εργασίας επί προεδρίας Κλίντον.
Αυτή ακριβώς είναι και η περίπτωση Μασκ. Καταδικάζει τις ομοσπονδιακές επιδοτήσεις, αλλά οι εταιρείες του έχουν κερδίσει δισεκατομμύρια δολάρια σε φορολογικές ελαφρύνσεις και άλλα κίνητρα από ομοσπονδιακές, πολιτειακές και τοπικές κυβερνήσεις.
Έχει αντιταχθεί σθεναρά στον συνδικαλισμό, επικρίνοντας την κυβέρνηση Μπάιντεν για διευκολύνσεις σε συνδικαλιστικές οργανώσεις, ώστε να παράγουν ηλεκτρικά οχήματα.
Το βέβαιο είναι ότι το παγκόσμιο χωριό μπαίνει σε μια νέα φάση, στην οποία λίγες επιχειρήσεις γίγαντες ελέγχουν όλο και περισσότερο το διαδίκτυο, αποκτώντας χωρίς προηγούμενο επιρροή στη λήψη των αποφάσεων. Οσο για το αν είναι ευτυχισμένοι, οι New York Times παραπέμπουν στο φιλμ “Πολίτης Κέιν”:
«Τι θα γίνει αν ο Μασκ επιτύχει αυτό που νομίζει ότι θέλει; Δεν ξέρω αν έχετε δει την ταινία, να η σύντομη έκδοση της: ο Kέιν υλοποίησε τα πιο άγρια όνειρά του, αλλά ζει μια μίζερη ζωή».