Άρθρο του Στρατή Παπαμανουσάκη
Επιτίμου Προέδρου Δικηγορικού Συλλόγου Χανίων
Τη νύκτα της 9ης Νοεμβρίου 1923, ύστερα από μια σημαδιακή μέρα, οι γερμανοί κοιμήθηκαν ανακουφισμένοι. Το ναζιστικό Κίνημα της Μπυραρίας είχε εξουδετερωθεί και ο Χίτλερ είχε φυλακισθεί. Τα γεγονότα που επακολούθησαν έδειξαν ότι έπρεπε να ήταν περισσότερο προσεκτικοί. Το σημερινό δίδαγμα είναι: Κανείς έλληνας δεν πρέπει να κοιμάται μακάρια μετά την 28η Σεπτεμβρίου 2013.Αν η Αθήνα είναι το υπόδειγμα του κλασσικού ιδεώδους, η πόλη του Σωκράτη, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, το λίκνο της αρχαίας ελληνικής Δημοκρατίας, η Βαϊμάρη θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως έκφραση του νεότερου γερμανικού, πνεύματος του κλασικισμού και του ρωμαντισμού, ως η πόλη του Γκαίτε, του Σίλλερ και του Νίτσε, ως το υπόδειγμα του συγχρόνου δημοκρατικού πολιτεύματος.
Αλλά αυτό που κυρίως έχει αποτυπωθεί στη μνήμη όλων των ιστορικών και των συνταγματολόγων είναι η τραγική αποτυχία του Συντάγματος και του καθεστώτος της Βαϊμάρης, η θλιβερή αναπηρία της γερμανικής δημοκρατίας της περιόδου 1919-1933, το αναγκαίο ιντερμέδιο μεταξύ του πρώτου και του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Πολλά από τα συμπτώματα της εποχής εκείνης, όπως το τεράστιο δημόσιο χρέος, η εκτόξευση της ανεργίας, η παρακμή της σοσιαλδημοκρατίας, θα μπορούσαν να ανευρεθούν τηρουμένων των αναλογιών και στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα. Η γενικότερη οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση, η ανάπτυξη δυναμικών κινημάτων και η απαξία της πολιτικής είναι εμφανείς και στη Βαϊμάρη του Μεσοπολέμου και στη σύγχρονη Αθήνα. Πολλοί μάλιστα φροντίζουν να το τονίζουν συχνά, όπως οι εκφραστές της θεωρίας των δυο άκρων, του δήθεν πρωτογενούς πλεονάσματος και της επερχόμενης και ουδέποτε εμφανιζόμενης ανάπτυξης.
Αλλά το ατελέσφορο των ιστορικών αναλογιών υπερισχύει κάθε ομοιότητας. Θα αποτελούσε καρικατούρα ο παραλληλισμός του γερμανικού εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος και της ελληνικής εκδοχής της Χρυσής Αυγής, των αρχών, των μεθόδων και των αρχηγών τους. Oι τελευταίες όμως εξελίξεις μας υποχρεώνουν να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα σοβαρότερα.
Εάν οι χειροπέδες των βουλευτών του ακροδεξιού κόμματος του ελληνικού κοινοβουλίου δεν αποτελούν απλή μεταβολή της πολιτικής εικόνας, στην απελπισμένη προσπάθεια διεξόδου από την κρίση, αλλά στοχεύουν πράγματι στην την προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος, τότε δικαιούμαστε να αναφωνήσομε: Ποιος θα μας προστατεύσει από τους προστάτες;
Η Δημοκρατία είναι το πλέον ευαίσθητο πολίτευμα, του οποίου οι γενικές αρχές της λαϊκής κυριαρχίας, της διακρίσεως των εξουσιών και του κράτους δικαίου οικοδομούνται έτσι ώστε κάθε απόπειρα διατάραξης της ισορροπίας τους να επιφέρει και την ανατροπή του. Είναι ουσιαστικά νόμοι καθολικής ισχύος, χωρίς εξαιρέσεις, χωρίς σκοπιμότητες, χωρίς σχετικότητες. Κατά τούτο διακρίνεται το δημοκρατικό του αυταρχικού κράτους, ο κυρίαρχος λαός του απλού υπηκόου, και η δικαιοσύνη του θετικού δικαίου.
Η πάγια εφαρμογή αυτών των βασικών αρχών του πολιτεύματος μας κατά την περίοδο της Μεταπολιτεύσεως φαίνεται ότι αρχίζει να κάμπτεται επικινδύνως κατά το τελευταίο διάστημα. Ενδεικτικά, η καταχρηστική έκδοση σωρηδόν πράξεων νομοθετικού περιεχομένου και η απαξίωση της Βουλής, δημιουργεί παραπλεύρως του συνταγματικού μας δικαίου και ένα ιδιάζον ¨μνημονιακό¨ δίκαιο. Αποκαλύφθηκε ότι χωρίς, καθώς λέγεται, δικαστικές εγγυήσεις παρακολουθούνται όχι μόνο τα προσωπικά, φορολογικά και τραπεζικά δεδομένα, αλλά και οι κινήσεις νομίμων πολιτικών κομμάτων. Και το τελευταίο, υπενθυμίζοντας την αλήστου μνήμης θεωρία του στιγμιαίου εγκλήματος, τροποποιείται η αντίληψη περί του διαρκούς εγκλήματος και επεκτείνεται ανέτως για τον προσδιορισμό του αυτοφώρου και τη σύλληψη εν ενεργεία βουλευτών χωρίς την άδεια της Βουλής. Βεβαίως χωρίς τη γνώση της δικογραφίας κανείς δεν μπορεί να επιχειρηματολογήσει ειδικότερα. Αλλά είναι ευδιάκριτη η τάση μιας σοβαρής μεταβολής της σχετικής νομικής αντιλήψεως, η οποία, και αν ακόμη βρίσκεται στο όριο της νομιμότητας, αν δεν κλονίζει, τουλάχιστον δεν ενισχύει τους συνταγματικούς μας θεσμούς Και είναι απορίας άξιον ότι, πέρα μεμονωμένων αντιρρήσεων, παραλείποντας το προεδρείο της Βουλής, τα πολιτικά κόμματα δεν έχουν ακόμη αντιδράσει έντονα σε αυτή την επιχειρούμενη πρακτική.
Κυρίως όμως δεν πρέπει κανείς να παραγνωρίσει ότι ο πολλαπλασιασμός των συμπτωμάτων αυτών, αν δεν οδηγεί κατευθείαν στο σύνδρομο της Βαϊμάρης, ανοίγει το δρόμο σε άγνωστες και επικίνδυνες εξελίξεις. Έτσι εκτός των οικονομικών ορίων της ελληνικής κρίσης, διανοίγονται νέα πρωτόγνωρα πολιτικά πλαίσια, μέσα στα οποία μόνον η Χρυσή Αυγή θα μπορεί να αισθάνεται άνετα. Η εκλογική της επιρροή αντί να συρρικνωθεί θα αυξηθεί.Oι χιλιάδες ψηφοφόροι και οπαδοί της δεν είναι ναζιστές, αλλά διαμαρτυρόμενοι κατά της πολιτικής της λιτότητας και των αδιαφανών διαδικασιών της. Δεν πρόκειται να πεισθούν για την ειλικρίνεια του πολιτικού συστήματος με την ευθεία ή εκ πλαγίου παραβίαση των δημοκρατικών κανόνων. Εάν δε, η κυβέρνηση, όπως ακούστηκε ήδη, νομοθετήσει την αδιανόητη κατάργηση των αναπληρωματικών εκλογών σε περίπτωση παραιτήσεως βουλευτών και ακρωτηριάσει τη Βουλή, διερωτάται κανείς τι θα έχει απομείνει πλέον για να αφαιρέσει το σημερινό εκτός ¨δημοκρατικού τόξου¨ κόμμα, εάν και όταν θα έχει την ευκαιρία να έρθει στην εξουσία, τερματίζοντας την ελληνική Βαϊμάρη.