Στο «μικροσκόπιο» της Τράπεζας της Ελλάδος βρίσκονται τις τελευταίες ώρες οι Εταιρείες Διαχείρισης Κόκκινων Δανείων, καθώς βρίσκονται σε εξέλιξη επιτόπιοι έλεγχοι, προκειμένου να διαπιστωθεί ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούν σε σχέση με την ανάκτηση των «κόκκινων» δανείων, οι πρακτικές που εφαρμόζουν αλλά και κατά πόσο τηρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από τον νόμο και τον κώδικα δεοντολογίας, που έχει ήδη θεσπιστεί.
Πηγές με γνώση του θέματος κάνουν λόγο για ελέγχους που διεξάγονται στο πλαίσιο της εποπτείας αλλά και του συνολικότερου ρόλο της ΤτΕ ενώ όπως είναι φυσικό στο επίκεντρο των εποπτικών οργάνων βρίσκονται οι μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου οι οποίες έχουν αναλάβει να διαχειριστούν και την «μερίδα του λέοντος» των κόκκινων δανείων.
Οι συγκεκριμένοι έλεγχοι της ΤτΕ αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη σημασία από το γεγονός ότι διεξάγονται για πρώτη φορά, ενώ σύμφωνα με τις ίδιες πηγές η επιλογή της χρονικής στιγμής συνδέεται με τη σχετική πρόσφατη σύσταση του θεσμού των Εταιρειών Διαχείρισης Κόκκινων Δανείων. Ρόλο πάντως στην διεξαγωγή των ελέγχων την δεδομένη χρονική στιγμή παίζει – έστω και εάν επισήμως δεν αναφέρεται – ότι οι Εταιρείες Διαχείρισης έχουν βρεθεί το τελευταίο διάστημα στο «στόχαστρο» φορέων, αλλά και της αντιπολίτευσης με αφορμή την απόφαση του Αρείου Πάγου που τις επιτρέπει να πραγματοποιούν πλειστηριασμούς για λογαριασμό των funds.
Προειδοποίηση Στουρνάρα
Πάντως ο Διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας είχε δώσει εδώ και μήνες δείγματα γραφής για την στρατηγική εποπτείας που πρόκειται να ακολουθήσει ενώ δεν είχε κρύψει και τον προβληματισμό του για τις πολιτικές που ακολουθούσαν οι Εταιρείες Διαχείρισης ύστερα από καταγγελίες που είχαν φτάσει τόσο από ιδιώτες όσο και από επιχειρήσεις
«Τα θέματα διαφάνειας των διαδικασιών και των όρων των συναλλαγών (conduct of business) είναι μία περιοχή, την οποία λαμβάνουμε σοβαρά και αξιολογούμε στο πλαίσιο των εποπτικών μας δραστηριοτήτων. Η ουσιαστική τήρηση του κώδικα δεοντολογίας που έχει θεσμοθετήσει η ΤτΕ αποτελεί υποχρεωτικό θεσμικό πλαίσιο, τόσο για τα πιστωτικά ιδρύματα, όσο και για τους servicers. Η διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων πρέπει να γίνεται με πλήρη σεβασμό προς τον δανειολήπτη και με βάση τις βέλτιστες πρακτικές», είχε σχολιάσει παλαιότερα, κατά την ομιλία του στην ετήσια τακτική γενική συνέλευση της ΕΕΔΑΔΠ.
Τι απαντούν οι Servicers
Σύμφωνα πάντως με την Ένωση Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΕΔΑΔΠ), ο κλάδος είναι από τους πλέον δεσμευτικά ρυθμιζόμενους στην οικονομία, με την κλήση του οφειλέτη προς ρύθμιση να διασφαλίζεται στο πλαίσιο του κώδικα δεοντολογίας της ΤτΕ για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ιδιωτικών οφειλών, αλλά και των πολιτικών διαχείρισης που εφαρμόζουν οι ίδιοι.
Όπως οι ίδιες ξεκαθαρίζουν, βέβαια, το νομικό ζήτημα που έφτασε στο Ανώτατο Δικαστήριο δεν είχε να κάνει με το εάν μπορούν να γίνουν πλειστηριασμοί, αλλά με το ποιο πρόσωπο έχει τη δυνατότητα (ή, στη νομική ορολογία, τη «νομιμοποίηση») να κάνει πλειστηριασμό, όταν το δάνειο έχει μεταβιβαστεί σε fund, στο πλαίσιο τιτλοποίησης με τον Νόμο 3156/2003. «Μέχρι το 2022 τα δικαστήρια δέχονταν πάγια ότι οι servicers έχουν νομιμοποίηση να προβαίνουν σε τέτοιες ενέργειες, τόσο για δάνεια που έχουν πωληθεί με τον νεότερο Νόμο 4354/2015, όσο και για δάνεια που έχουν τιτλοποιηθεί με τον παλαιότερο Νόμο 3156/2003. Το 2022 υπήρξαν αντίθετες δικαστικές αποφάσεις για το συγκεκριμένο ζήτημα. Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου έλυσε αυτή τη διχογνωμία, κρίνοντας ότι οι servicers έχουν τη νομιμοποίηση να προχωρούν σε πλειστηριασμούς ή άλλες δικαστικές ενέργειες και για τα δάνεια που έχουν μεταβιβαστεί στο πλαίσιο τιτλοποίησης με τον Ν. 3156/2003. Πρακτικά, με την απόφαση του Αρείου Πάγου δεν αλλάζει κάτι για τους δανειολήπτες σε σχέση με τους προγραμματισμένους ή μελλοντικούς πλειστηριασμούς, εκτός, ίσως, από το χρόνο πραγματοποίησης ενός αριθμού από αυτούς», αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Υπεραμυνόμενες δε, των ρυθμίσεων, σημειώνουν πως παρέχουν πολυάριθμες δυνατότητες σε οποιοδήποτε οφειλέτη επιθυμεί να ρυθμίσει με βιώσιμους όρους την οφειλή του. «Η προσήλωση των εταιρειών διαχείρισης σε μεθόδους συμβιβαστικής διευθέτησης οφειλών αποδεικνύεται έμπρακτα από το γεγονός ότι έχουν ήδη προχωρήσει σε ρυθμίσεις δανείων, ύψους 35 δισ. ευρώ έως τα τέλη του 2022. Επομένως, ανεξάρτητα από το εάν εφαρμόζεται ο Ν. 3156/2003 ή ο Ν. 4354/2015, είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι στην πράξη δεν ξεκινά καμία διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης εάν ο δανειολήπτης δεν έχει κληθεί προηγουμένως να ρυθμίσει συμβιβαστικά τις οφειλές του (και μάλιστα, επανειλημμένα), προσθέτουν.
Η μερίδα του λέοντος
Σημειώνεται τέλος πως τη μερίδα του… λέοντος στην αγορά των κόκκινων δανείων κατέχουν οι doValue, Intrum, Cepal και Quant, με τις τρεις πρώτες να προέρχονται ουσιαστικά από τις ίδιες τις συστιμικές τράπεζες (η DoValue για παράδειγμα απέκτησε μερίδιο 80% στην Eurobank FPS το γ’ τρίμηνο του 2020, η Cepal αποκόπηκε από την Alpha Bank, με ένα μερίδιο της τάξεως του 80% να έχει πωληθεί στην Davidson Kempner τον Φεβρουάριο του 2021 και η Intrum απέκτησε το 80% της πλατφόρμας της Τράπεζας Πειραιώς τον Οκτώβριο του 2019).
Συνολικά ο κλάδος, σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ, είχε το γ’ τρίμηνο του 2022 υπ’ ευθύνη του δάνεια, ύψους 86,8 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 32,2 δισ. ευρώ επιχειρηματικά, περίπου 24 δισ. ευρώ στεγαστικά και 18 δισ. ευρώ καταναλωτικά.