Του Στρατή Παπαμανουσάκη
Τι είναι λοιπόν η Αριστερά σήμερα, στην προεκλογική Ελλάδα του Μνημονίου, της καταρρέουσας Ευρώπης της παγκοσμιοποίησης και της ρευστότητας της απερχόμενης νεοτερικότητας;
Όσο ακόμη η μετανεοτερικότητα δεν έχει ανατρέψει τη γνωσιολογία μας ας εξετάσομε με τη γνωσιοθεωρία, τη λογική και τη θεωρία της αλήθειας αυτό το άμεσο, ουσιώδες και επείγον ζήτημα, που φαίνεται να έχει αναδειχθεί ασυνειδήτως ίσως, σε κεντρικό ερώτημα των εκλογών της Κυριακής.
Ποιός αριστερός μπορεί να ισχυριστεί ότι γνωρίζει την Αριστερά, ως φαινόμενο και καθ’ εαυτή; Πως μπορεί να συμπέσει η νόηση με το είναι της Αριστεράς; Και πότε η γνώση μας για την Αριστερά θα ολοκληρωθεί, ώστε να μας επιτρέπει ορθή κρίση και συνακόλουθη πράξη;
Στα πλαίσια της δυνατότητας της γνώσης ο δογματισμός απορρίπτει κάθε αμφιβολία για την απόλυτη κατοχή της αλήθειας της Αριστεράς, ο σκεπτικισμός αρνείται όλως διόλου την ύπαρξη της Αριστεράς και ο κριτικισμός διχοτομεί τη γνώση της Αριστεράς σε a priori νοητική και a posteriori αισθητική γνώση, χωρίς κανείς να απαντά ικανοποιητικά στο ερώτημα μας.
Με τους κανόνες της λογικής, με τους οποίους εξετάζεται η πηγή της γνώσης, και πάλι ο ορθολογισμός βασίζεται μονομερώς στο λόγο της αναγκαιότητας της Αριστεράς, ο εμπειρισμός απλά στην εμπειρία των αγώνων της Αριστεράς, η δε κριτική θεωρία διακηρύσσει το συμβιβασμό εμπειρίας και νόησης χωρίς και πάλι να οδηγεί κανείς σε αδιαμφισβήτητη λύση στο πρόβλημα της Αριστεράς.
Και η θεωρία της αλήθειας ερευνώντας το αντικείμενο της γνώσης μας, για την Αριστερά, ξεχωρίζει τον ιδεαλισμό, όπου κυριαρχεί το πνεύμα, η ιδέα και το νόημα της Αριστεράς, από τον ρεαλισμό, όπου επιβάλλεται η πραγματικότητα, η δύναμη, το φαινόμενο της Αριστεράς, αφήνοντας ανικανοποίητη την ανάγκη μας για πλήρη, απόλυτη και αποτελεσματική αντιμετώπιση του ζητήματος.
Κάθε αριστερός, με την ευρύτατη έννοια, θα μπορούσε να αναγνωρίσει τον εαυτό του σ’ αυτές τις μεγάλες κατηγορίες δογματικών και σκεπτικιστών, ορθολογιστών και εμπειριστών, ιδεαλιστών και ρεαλιστών, είτε απομονώνοντας είτε συνδυάζοντας τις μεταξύ τους. Πέρα όμως από την προσπάθεια για την κατάκτηση της θετικής γνώσης της Αριστεράς, η αποφατική έρευνα, η ενόραση, και κυρίως η διαλεκτική γνώση που φαίνεται να συναρμόζει θεωρία και πράξη, μέσα στον διαλεκτικό και στον ιστορικό υλισμό, μπορεί να προσδώσει μια πρόσκαιρη τουλάχιστον βεβαιότητα για τη φύση και τη μορφή της Αριστεράς.
Αλλά μέσα στην πολυμορφία αυτή το ειδικότερο και ουσιαστικό ερώτημα που έχει διατυπωθεί τώρα με επιτακτικούς όρους, είναι η επιλογή μεταξύ φαντάσματος και οράματος της Αριστεράς. Το φάντασμα έρχεται ως τιμωρός από το παρελθόν για να ζήσει στο εφιαλτικό παρόν. Το όραμα έρχεται ως λύτρωση από το μέλλον για να πραγματώσει σήμερα το ελπιδοφόρο αύριο. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το μαρξιστικό φάντασμα του κομμουνισμού, ως απολυτοποίηση της ευρωπαϊκής Αριστεράς του 19ου αιώνα, φαίνεται να στέκεται αντιμέτωπο με το πανανθρώπινο όραμα του σοσιαλισμού, ως ζητούμενο της ελληνοευρωπαϊκής Αριστεράς του 21ου αιώνα. Στην πραγματικότητα αλλού βρίσκονται τα φαντάσματα που μας τρομάζουν. Πέρα από την Αριστερά στα κόμματα και στους φορείς της νέας οικονομικής και εθνικής κατοχής της πατρίδας μας. Αλλά και μέσα στην Αριστερά σε εκείνους πού δεν οραματίζονται, που αρνούνται τις υπαρκτές αντιθέσεις και αγνοούν το συναμφότερον καλού και κακού, ενοχής και αθωότητας, συγκυρίας και απολύτου.
Άραγε είναι η ώρα κάποιου Εισαγγελέα Κυρίλλοβιτς να μας απαλλάξει από τα φαντάσματα, κατηγορώντας αυτή την περίφημη οικογένεια των Καραμαζώφ, αναδεικνύοντας μέσα της τις φοβερές αντιφάσεις Ρωσίας και Δύσης, αισθησιασμού και πίστης, αθανασίας και οπορτουνισμού; Αυτό σημαίνει παραβολικά ότι ο ελληνικός λαός, αυτός ο υπέρτατος δικαστής στις εκλογές αυτές, με την πολυδιασπασμένη Αριστερά μπροστά στα πραγματικά φαντάσματα της τρόϊκας, μπορεί να ξεχωρίσει το όραμα από το φάντασμα της Αριστεράς, τη δυναμική από την αδράνεια, την ενότητα από τη διαίρεση;
Η συντομότερη Μεγάλη Αφήγηση της φύσης, του ανθρώπου και της ιστορίας περιγράφει απλά την κίνηση από την αρχική ενότητα στη διάσπαση και την επάνοδο από την πολλαπλότητα στην απλότητα. Το είναι κινείται από το ένα στα πολλά, αρνούμενο τη θέση του, για να μεταβληθεί από είναι σε μη είναι, σε γίγνεσθαι και να επιστρέψει στον εαυτό του, αρνούμενο την άρνηση του, ως σύνθεση ενός νέου είναι. Και τώρα μπορεί να είναι ακριβώς η στιγμή της επαλήθευσης αυτής της αφήγησης στον τόπο μας και στην εποχή μας. Η στιγμή της απόρριψης των φαντασμάτων και της επιλογής του οράματος της Δικαιοσύνης, της Πατρίδας και του Μέλλοντος μας.