Πεθαίνει ο Βέγγος και όλοι μιλάνε για τους δυο τρεις “σοβαρούς” ρόλους του. Το ίδιο και με τον Ψάλτη, το ίδιο και με τον Μουστάκα… Πεθαίνει τώρα ο Ξανθόπουλος και όλοι μιλάνε για τα βιβλία που τόσο διάβαζε και αγαπούσε.
Αυτό τους έκανε αγαπητούς; Η συμμετοχή του Ψάλτη στον “Συμβολαιογράφο” της ΕΡΤ στα 29 του; Η συμμετοχή του Μουστάκα στο “Ελ Γκρέκο” -που ανάθεμα αν κατάλαβα ποτέ γιατί θεωρήθηκε “σοβαρή”.
Τι ελιτίστικη προσέγγιση είναι αυτή και πόσο μακριά απ’ την αλήθεια;
Ένα “post mortem washing”, αυτόκλητο, χωρίς να το ζητάει κανείς και χωρίς να πρέπει κιόλας. Να βάλουμε κάπου και τη λέξη “comedy” στον παραπάνω όρο; Ας τη βάλουμε, καθώς συνήθως επιχειρείται όταν πεθαίνουν εκπρόσωποι αυτού του είδους.
Άλλες φορές προκειμένου ένας καλλιτέχνης να μπορεί να “υμνηθεί” την ημέρα του θανάτου του, ίσως να βαφτιστεί καλτ, ο ίδιος ή ένα κομμάτι του έργου του. Απαγορεύεται όμως να είναι ανάλαφρο ή ακόμα και κακής ποιότητας.
Αλλά αφού αγαπήθηκε επειδή άρεσε αυτό το “σκουπίδι” τι να κάνουμε τώρα; Να το αλλάξουμε;
Δεν αξίζει κάποιος να αγαπηθεί αν δεν είναι βασανισμένος καλλιτέχνης; Σοβαρός; Βαρύς και ασήκωτος; Δεν λέω ότι αυτό είναι το αντίθετο της ελαφρότητας, σχήμα λόγου είναι για να γίνω πιο κατανοητός και να περάσουμε στα επόμενα.
Ο Ξανθόπουλος έχει μια κορυφαία θέση στην ποπ κουλτούρα του ‘50 και του ‘60. Οι προαναφερόμενοι ηθοποιοί το ίδιο στην ποπ κουλτούρα του ‘80. Είναι σημάδι εστέτ αναθεωρητισμού αυτές οι προσεγγίσεις.
Θα βόλευε να σβηστεί το παρελθόν και να ξαναγραφεί ωραιοποιημένα, με το “παραπλανημένο” ελληνικό κοινό να μπορεί πια να μετανιώσει ανοιχτά για τις επιλογές του, αφού του προσφέρεται ως εκ θαύματος και γενναιόδωρα ένα νέο αποκούμπι, ώστε να μπορεί να πει “α, τελικά δεν είχα 100% άδικο. Κοίτα, είχε κάνει και καλά πράγματα, είχε όντως ταλέντο”.
Αλλά γιατί να μην μπορούμε να πούμε ότι τον Βέγγο τον αγαπήσαμε επειδή έτριβε τη μακαρονάδα στα μούτρα του Βασιλάκη Καΐλα ή τον Μουστάκα επειδή έλεγε στην Γκέλυ Γαβριήλ πόσο πολύ αγαπούσε την ποίηση;
Σίγουρα, έχει ενδιαφέρον να αναδεικνύονται πτυχές του έργου των τεθνεώτων, που πέρασαν σχεδόν απαρατήρητες όσο εκείνοι ήταν εν ζωή. Είναι μία ωραία πινελιά, ειδικά τη μέρα που το ένα copy paste κείμενο ακολουθεί το άλλο. Προσφέρεις μια πληροφορία, σε κάνει να ξεχωρίζεις. Το σέβομαι και το ψάχνω. Αλλά να μπαίνουν αυτές οι πτυχές σε πρώτο πλάνο; Όχι, με τίποτα.
Όλοι ξέρουμε γιατί αγαπήσαμε αυτούς τους ανθρώπους (ή λατρέψαμε όσον αφορά εμένα και τον 80s Δυναστεία-Ροζ Γάτο-Μουστάκα). Έπρεπε να γίνει έτσι; Δεν έπρεπε; Δεν έχω ιδέα. Αλλά αυτό είναι το γεγονός και δεν είναι ανοιχτό σε αναθεωρήσεις, πόσο μάλλον όταν αυτές θυμίζουν κεκαλυμμένα συγχωροχάρτια σοβαροφάνειας που δεν τα ζήτησε κανείς. Ούτε οι ίδιοι ούτε και το κοινό τους.