Του Γιώργου Αλεξάκη
“Ένα τσουβάλι λίπασμα έκανε πέρυσι 13 ευρώ, φέτος το παίρνω 26 – 30 ευρώ. Ανάλογες αυξήσεις καταγράφονται και σε άλλα αγροεφόδια. Πώς, άραγε, θα καλλιεργήσουμε και βέβαια σε τι τιμές θα πουλήσουμε;”. Αυτό είναι ένα απόσπασμα από μια κουβέντα, το περασμένο ανοιξιάτικο Σαββατόβραδο, σε καφενείο της περιοχής του Δομοκού μεταξύ αγροτών. Κουβέντα, που αποτυπώνει το κλίμα στον κόσμο της παραγωγής, αλλά και στέλνει μηνύματα στους καταναλωτες.
Ανάλογες συζητήσεις γίνονται και σε συντροφιές αγροτών της γειτονικής Θεσσαλίας που ήδη “βράζει” λόγω της εκτίναξης του κόστους παραγωγής. “Ένα τσουβάλι με 40 κιλά λίπασμα το έπαιρνα πέρυσι για 19-20 ευρώ, ενώ πλέον η τιμή του έχει φτάσει τα 42-44 ευρώ” αναφέρουν αγρότες για άλλους τύπους λιπασμάτων, όπως αυτά με αμμωνία, ενώ εκφράζουν αγωνία για το τι θα γίνει με τις τιμές και την εφοδιαστική αλυσίδα. Να σημειωθεί ότι τόσο τα καλιούχα όσο και αυτά με την αμμωνία είναι βασικά για την εγχώρια παραγωγή, όμως κατά κόρον παράγονται στην Ουκρανία και Ρωσία.
Δεν είναι τυχαίο ότι σε ένα από τα τελευταία Συμβούλια Υπουργών Γεωργίας αναφέρθηκε ότι η ουρία παρουσιάζει αύξηση κατά 245% και τα φωσφορικά κατά 111% σε σχέση με πέρυσι.
Ρεκόρ στις διεθνείς τιμές τροφίμων
Στο μεταξύ με βάση τελευταίες ανακοινώσεις που έκανε ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO) οι παγκόσμιες τιμές των τροφίμων έφτασαν σε υψηλό όλων των εποχών τον Μάρτιο, καθώς η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία εκτίναξε τις τιμές βασικών δημητριακών και φυτικών ελαίων. Όπως ανέφερε ο FAO «oι παγκόσμιες τιμές των βασικών προϊόντων διατροφής έκαναν σημαντικό άλμα τον Μάρτιο για να φτάσουν στα υψηλότερα επίπεδά τους από ποτέ, καθώς ο πόλεμος προκάλεσε σοκ στις αγορές βασικών δημητριακών και φυτικών ελαίων».
Έτσι, ο δείκτης τιμών των τροφίμων του FAO, ο οποίος είχε ήδη καταγράψει ρεκόρ τον Φεβρουάριο, αυξήθηκε κατά 12,6% τον περασμένο μήνα, «κάνοντας ένα τεράστιο άλμα σε ένα νέο υψηλότερο επίπεδο από την ίδρυσή του το 1990». Συγκεκριμένα, ο δείκτης, που αποτυπώνει τη μηνιαίας μεταβολή στις διεθνείς τιμές ενός καλαθιού προϊόντων διατροφής, ήταν κατά μέσο όρο 159,3 μονάδες τον Μάρτιο. Το άλμα περιλαμβάνει νέα υψηλά όλων των εποχών για τα φυτικά έλαια, τα δημητριακά και τα κρέατα, ανέφερε ο FAO, προσθέτοντας ότι οι τιμές της ζάχαρης και των γαλακτοκομικών προϊόντων «αυξήθηκαν επίσης σημαντικά».
Εκτίναξη του κόστους στη μεταποίηση
Αυτή είναι η μια όψη μια “ωρολογιακής” βόμβας που έχει μπει στα τρόφιμα αλλά και στο κόστος παραγωγής, που ήδη καταγράφει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Η άλλη έχει να κάνει με την μεταποίηση και τη βιομηχανία. Εκεί τα κόστη έχουν τριπλασιαστεί και βέβαια πλέον αποτελούν μια βασική εστία προβληματισμού. Υπενθυμίζεται ότι τεράστια αύξηση της τάξης του 33,6% σημείωσε ο γενικός δείκτης τιμών παραγωγού στη βιομηχανία (σύνολο εγχώριας και εξωτερικής αγοράς) τον Φεβρουάριο εφέτος σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Φεβρουαρίου 2021, έναντι μείωσης 0,03% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των δεικτών το 2021 με το 2020.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από την αρχή του χρόνου π.χ. βασικές συσκευασίες για τρόφιμα και αναψυκτικά, όπως γυαλί και PET έχουν πάει στα ύψη και βέβαια αναμένονται και νέες. Έτσι μόνο για συγκεκριμένες ετικέτες βασικών πχ αναψυκτικών μεγάλης κυκλοφορίας οι τιμές έχουν τσιμπήσει από την αρχή του χρόνου 12% στη γυάλινη συσκευασία και 5% στην πλαστική (PET) με νέες ανατιμήσεις να αναμένονται, λόγω του ράλι των πρώτων υλών.
Εκτίναξη βασικών αγαθών
Έτσι, πριν στεγνώσει το μελάνι από τις ανακοινώσεις για τον πληθωρισμό Μαρτίου, που άγγιξε το 9% (8,9%) αναμένονται ανατιμήσεις σε ψωμί, δημητριακά αλλά και λαχανικά και κρέας λόγω του Πάσχα. Είναι ενδεικτικό ότι σε σχέση με την 1η Μαρτίου το αλεύρι στα ράφια των σούπερ μάρκετ έχουν ανατιμηθεί κατά 19,5% (από 1,28 ευρώ στην αρχή του προηγούμενου μήνα, έχει φτάσει στο 1,53 ευρώ την πρώτη εβδομάδα Απριλίου). Με βάση, επίσης, το στατιστικό δελτίο του Οργανισμού Κεντρικής Αγοράς Αθηνών (τιμοληψία περασμένης Πέμπτης) η επικρατούσα χονδρική τιμή στις ντομάτες ήταν στο 1,70 από 1,10 πέρυσι. Το δε αρνί με βάση τις χονδρικές τιμές του ΟΚΑΑ της περασμένης Παρασκευή ήταν στα 8,50 ευρώ από 6-6,80 πέρυσι. Το , δε, κατσίκι στα 9,30 από 6-6,80 πέρυσι.
Θα πρέπει να σημειωθεί βέβαια ότι σε σχέση με τον Μάρτιο του 2021, οι τιμές τον ίδιο μήνα 2022 ανέβηκαν στα έλαια και λίπη κατά 19,9%, στα λαχανικά κατά 13,6%, στον ηλεκτρισμό κατά 79,3%, στο φυσικό αέριο κατά 68,3%, στο πετρέλαιο θέρμανσης κατά 58,5%, στα καύσιμα και λιπαντικά κατά 29,0%, στην μεταφορά επιβατών με πλοίο κατά 16,0% και στα δημητριακά και ψωμί κατά 7,6%.
“Πληθωρισμός των φτωχών”
Και βέβαια το ράλι αυτό των τιμών πλήττει κύρια τα φτωχότερα στρώματα που δαπανούν το μεγαλύτερο μέρος τους εισοδήματός τους σε βασικά αγαθά. Άρα το “ράλι του πληθωρισμού των φτωχών” είναι πολλαπλάσιο από αυτό που καταγράφεται επίσημα με το Δείκτη Τιμών Καταναλωτή. Και βέβαια σε αυτό έρχεται να προστεθεί και η εκτόξευση του κόστους στέγασης που με βάση την ΕΛΣΤΑΤ τον περασμένο μήνα κατέγραψε ετήσια αύξηση 29,9% λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: ενοίκια κατοικιών, είδη επισκευής και συντήρησης.
Απειλή τα ενοίκια
Να σημειωθεί ότι ένας σοβαρός παράγων που πρέπει να ληφθεί υπόψη για τα ήδη βεβαρημένα οικονομικά των νοικοκυριών είναι και οι ενδεχόμενες νέες αυξήσεις σε ενοίκια, καθώς πολλοί ιδιοκτήτες μπορούν να ζητήσουν αυξήσεις στη βάση του πληθωρισμού. Υπενθυμίζεται ότι μόνο στα επαγγελματικά μπήκε πλαφόν αυξήσεων στο 3%.
Σενάρια
Αναπόδραστα στο φόντο αυτό τα διάφορα ακραία σενάρια για τον πληθωρισμό δεν φαντάζουν και τόσο … ακραία. Να σημειωθεί ότι το Γραφείο Προϋπολογισμού στην τελευταία Έκθεσή του επισημαίνει ότι «όσον αφορά τον πληθωρισμό, το σενάριο αναφοράς προέβλεπε 6,99% και αυξάνεται 7,43% στο ήπιο σενάριο και 11,01% στο δυσμενές σενάριο».
Επίσης η Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), Γιάννη Στουρνάρα για το 2021 αναφέρει ότι «σύμφωνα με το βασικό σενάριο, το 2022 αναμένεται επιτάχυνση του πληθωρισμού σε 5,2%, ενώ στο δυσμενές σενάριο προβλέπεται περαιτέρω αύξηση σε 7%. Το 2023 αναμένεται αποκλιμάκωση, υπό την προϋπόθεση της πλήρους αποκατάστασης της λειτουργίας των εφοδιαστικών αλυσίδων και της υποχώρησης των τιμών της ενέργειας».
Παράλληλα, όπως αναφέρει στην τελευταία έκθεση Global Economic Outlook για το πρώτο εξάμηνο του 2022 της KPMG, «τα ζητήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας έχουν μετατραπεί από ένα θέμα της μετά-Covid εποχής σε μια σημαντική άμεση απειλή, με πιθανές τις ελλείψεις σε φυσικό αέριο, μέταλλα και σιτηρά, μεταξύ πολλών άλλων. Ενώ οι ελλείψεις θα επηρεάσουν κάθε περιοχή, αναμένουμε δυσανάλογο αντίκτυπο σε ορισμένα από τα φτωχότερα μέρη και ανθρώπους του κόσμου, επιτείνοντας τις μακροπρόθεσμες προκλήσεις για τη συλλογική ανάκαμψη του πλανήτη. Επιπλέον, ο πληθωρισμός φαίνεται ότι θα αναδειχθεί σε κρίσιμο ζήτημα για όλους μας, καθιστώντας πιθανή την απειλή μιας παγκόσμιας κρίσης κόστους ζωής » σημειώνει το “Global Economic Outlook” της KPMG.
Καμπανάκι στην πολιτική ηγεσία
Με αυτά τα δεδομένα και με τα νοικοκυριά να αντιμετωπίζουν ακραίες καταστάσεις, αλλά και την απειλή στάσης πληρωμών για λογαριασμούς ή για φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις ante portas, είναι προφανές ότι δε χωρά εφησυχασμός ή αλαζονικές συμπεριφορές. Αυτό είναι ένα μήνυμα που περνούν συνεχώς βουλευτές τόσο της ΝΔ, όσο και των άλλων κομμάτων στην ηγεσία της κυβέρνησης, που με διάφορους εκπροσώπους της, σε τηλεοπτικούς διαύλους επιμένει πως έχουν ληφθεί επαρκή μέτρα αλλά και ότι η μείωση του ΦΠΑ είναι στο τραπέζι.
Βέβαια, στα καφενεία και στις συντροφιές, εν όψει και του Πάσχα, ερώτημα είναι εάν οι επιταγές των 200 ευρώ, τα μέτρα για τα καύσιμα (ανοίγει άλλωστε και η σχετική πλατφόρμα) θα αρκέσουν για να γίνει η σχετική πολιτική διαχείριση. Με βάση πάντως την Αντιπολίτευση τέτοιες δράσεις δεν αρκούν μια και η “επιταγή αγωνίας” είναι πολλαπλάσιας έντασης. Ενδεικτική η αναφορά που έκανε ο βουλευτής Μεσσηνίας και τομεάρχης Ανάπτυξης και Επενδύσεων του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Χαρίτσης σε δηλώσεις στον Ρ/Σ «Real Fm».
Όπως τόνισε ότι «το πρόβλημα θα έπρεπε να έχει αντιμετωπιστεί στον πυρήνα του εδώ και καιρό, καθώς η ακρίβεια επηρεάζει κυρίως τις πιο βασικές βιοτικές ανάγκες των πολιτών, όπως η ενέργεια, η θέρμανση και τα είδη διατροφής», συνέχισε ο κ. Χαρίτσης. «Η ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης που ψήφισε η ΝΔ πριν λίγους μήνες κοστίζει μεσοσταθμικά στα δημόσια ταμεία 1,5 δισ. ετησίως για τα επόμενα 50 χρόνια». «Ήταν πολιτική επιλογή της κυβέρνησης να επιλέξει αυτή την δημοσιονομική δαπάνη, αντί της ισόποσης μείωσης του ΕΦΚ που θα έδινε μεγάλη ανακούφιση σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις», τόνισε, υπογραμμίζοντας: «Υπάρχουν πεπερασμένες αλλά σημαντικές δημοσιονομικές δυνατότητες. Το ζήτημα είναι τι πολιτικές επιλογές κάνει η κυβέρνηση».