Η γάτα μου, η Σκατουλομύτα – συνεχώς βρωμάει η μύτη της – γέννησε δυο κεχαριτωμένα γατουλίνια.
Όταν λέω κεχαριτωμένα, το εννοώ.
Να δεις παιγνίδια, να δεις νάζια, να δεις κωλοτούμπες, να τρελλαίνεσαι.
Όμως αυτά δε χορταίνουν με τίποτε.
Έχουν κάνει τα βυζιά της μαμάς τους σαν μανιτάρια ανάποδα.
Κι’ αυτή η κακομοίρα έχει ρέψει.
Ούτε ο Γκάντι στα γεράματά του δεν ήταν έτσι.
Μου λένε: να τα βαφτίσεις. Εσύ είσαι εξπέρ στα βαφτίσια.
Το σκέφτηκα, το ξανασκέφτηκα και τα βάφτισα:
Το μαύρο το είπα Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και το σκατί το είπα Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Για να σώσω την Σκατουλομύτα, πήρα από τον σκατομουράκη ένα μεγάλο πακέτο τραχανά.
Τον βράζω, τον βράζω, τον ξαναμαναβράζω, όμως αυτός τίποτε.
Και ξαφνικά, ένα πρωινό, η γάτα άρχισε να νιαουρίζει περίεργα.
Νιαρνιαρνιαρνιάρ Νιαρνιανιαρ και ξανά Νιαρνιαρνιαρμαναρνιάρ.
Λέω: τι στο διάολο θέλει να πει;
Με τα πολλά μπήκα στο κόλπο.
Τι μου είπε η γάτα;
Μου είπε: Άδικα προσπαθείς, άδικα περιμένεις.
Ο τραχανάς δεν θα βράσει, αν δεν του βάλεις συναίνεση.
Τι έκανα; Αυτό θα σας το πω στο άλλο σημείωμα.
ΦΩΤΗΣ