Τρεις μήνες μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης που συγκλόνισε την τοπική κοινωνία και τους κόλπους της Εκκλησίας, η δικαστική διερεύνηση για την ακίνητη περιουσία της Μονής Αγίας Τριάδας Τζαγκαρόλων πέρασε σε επόμενο στάδιο. Ο πρώην Πρωτοσύγκελος της Μητρόπολης Κυδωνίας και Αποκορώνου πέρασε σήμερα το κατώφλι του Δικαστικού Μεγάρου Χανίων, βρισκόμενος αντιμέτωπος με κακουργηματικές διώξεις.
Η διαδικασία της απολογίας ενώπιον Ανακριτή και Εισαγγελέα υπήρξε μακρά και ολοκληρώθηκε με την απόφαση να αφεθεί ο κατηγορούμενος ελεύθερος. Ωστόσο, οι περιοριστικοί όροι που επιβλήθηκαν είναι ενδεικτικοί της βαρύτητας που αποδίδουν οι δικαστικές Αρχές στην υπόθεση: στον ιερωμένο επιβλήθηκε χρηματική εγγύηση ύψους 150.000 ευρώ –ποσό που προκαλεί αίσθηση– καθώς και η υποχρέωση τακτικής εμφάνισης στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής του.
«Μία και μόνη κατηγορία: Η απιστία»
Ο ανώτατος κληρικός κατηγορείται για κακουργηματική απιστία, σχετικά με την υπόθεση της φερόμενης εκποίησης και των βεβαιώσεων αποποίησης δικαιωμάτων επί της μοναστηριακής έκτασης στην περιοχή του Σταυρού Ακρωτηρίου.
Ο συνήγορος υπεράσπισης, κ. Γιώργος Φραντζεσκάκης, ο οποίος μαζί με τον συνάδελφό του κ. Βέρα εκπροσωπούν τον κατηγορούμενο, έσπευσε να ξεκαθαρίσει το τοπίο γύρω από το κατηγορητήριο, διαψεύδοντας φήμες που ενέπλεκαν τον πελάτη του σε ευρύτερα ποινικά αδικήματα.
«Υπάρχει μόνο μία κατηγορία, αυτή της απιστίας. Έχουν ακουστεί διάφορα για τάχα ηθικές αυτουργίες σε άλλες παράνομες πράξεις, όμως αυτά δεν υφίστανται», δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Φραντζεσκάκης, τονίζοντας πως ο εντολέας του αρνείται κατηγορηματικά την κατηγορία. Όπως υποστήριξε, ο κληρικός βρέθηκε «μέσα σε μία καταιγίδα», λόγω των ευρύτερων δικαστικών και αστυνομικών εξελίξεων που έλαβαν χώρα το προηγούμενο διάστημα στα Χανιά.
Η νομική και ουσιαστική υπερασπιστική γραμμή
Σύμφωνα με τον κ. Φραντζεσκάκη, το αδίκημα της απιστίας δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί νομικά, καθώς κατά τον χρόνο υπογραφής του επίμαχου εγγράφου, ο ιερωμένος «δεν είχε καμία διαχειριστική εξουσία» επί της περιουσίας της Μονής.
Επιπλέον, επί της ουσίας της υπόθεσης, η πλευρά του κατηγορουμένου υποστηρίζει ότι το περιεχόμενο του εγγράφου αποτυπώνει την αλήθεια. Το επιχείρημα εστιάζει στον γεωγραφικό διαχωρισμό των εκτάσεων: «Το έγγραφο αναφέρει ότι η επίδικη έκταση, δηλαδή το βουνό ανατολικά της παραλίας του Σταυρού, δεν περιλαμβάνεται στα 700 στρέμματα που διεκδίκησε και κέρδισε η Εκκλησία μετά από δικαστικούς αγώνες», εξήγησε ο δικηγόρος.
Επικαλέστηκε μάλιστα την απόφαση του Αρείου Πάγου του 2002, η οποία, όπως ανέφερε, αφορά εκτάσεις στα πεδινά και συνοδεύεται από συγκεκριμένα τοπογραφικά και συντεταγμένες που δεν σχετίζονται με τη σημερινή επίδικη περιοχή.
Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε από την υπεράσπιση στην αποκατάσταση της εικόνας του κληρικού αναφορικά με τη διαδικασία προσέλευσής του. Ο κ. Φραντζεσκάκης διέψευσε κατηγορηματικά τις φήμες περί έκδοσης εντάλματος σύλληψης, διευκρινίζοντας πως ο ιερωμένος έθεσε εαυτόν στη διάθεση των Αρχών από την πρώτη στιγμή και εμφανίστηκε αυτοβούλως όταν κλήθηκε.
Τέλος, απαντώντας εμμέσως πλην σαφώς σε φημολογίες που αφορούν υλικό ηθικής φύσεως ή εκβιασμούς (αναφερόμενος προφανώς σε πληροφορίες που δεν περιλαμβάνονται στο επίσημο κατηγορητήριο), ο δικηγόρος ήταν κάθετος:
«Εφόσον κάτι δεν υπάρχει στη δικογραφία, δεν υπάρχει και για εμάς. Εκεί σταματάει η συζήτηση».
«Δίκη εντυπώσεων» καταγγέλλει ο Διονύσης Βέρρας για τον Πρωτοσύγκελο
Ο κ. Βέρρας, συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορούμενου ιερωμένου, έκανε λόγο για επιβολή περιοριστικών όρων «για τα μάτια του κόσμου», χαρακτηρίζοντας νομικά αβάσιμη την κατηγορία της απιστίας.
Σε δηλώσεις του έξω από το Δικαστικό Μέγαρο, ο κ. Βέρρας εστίασε στον «τεράστιο θόρυβο» που έχει δημιουργηθεί γύρω από την υπόθεση, υποστηρίζοντας πως αυτός ο θόρυβος λειτούργησε ως βαρίδι για τον εντολέα του, οδηγώντας στην επιβολή της χρηματικής εγγύησης-μαμούθ των 150.000 ευρώ.
«Αν ήταν άλλος κατηγορούμενος, θα φεύγαμε ελεύθεροι»
Ο δικηγόρος υπεράσπισης ήταν κατηγορηματικός ως προς τη νομική υπόσταση της υπόθεσης. «Ειλικρινώς σας λέω, δεν υπάρχει κατ’ αρχήν καμία απιστία. Από άποψη νομική, η κατηγορία είναι αστεία», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Βέρρας υποστήριξε πως η θέση του κατηγορουμένου ως εκκλησιαστικού αξιωματούχου, αντί να λειτουργήσει προνομιακά, λειτούργησε ως μειονέκτημα λόγω της στοχοποίησης. «Με οποιοδήποτε άλλον κατηγορούμενο, με αυτή τη συγκεκριμένη δικογραφία, θα φεύγαμε ελεύθεροι και δεν θα ασχολείτο κανείς μαζί μας. Επειδή όμως δημιουργήθηκε αυτός ο θόρυβος, φτάσαμε στην επιβολή περιοριστικών όρων», σημείωσε, περιγράφοντας ένα κλίμα πίεσης προς τις δικαστικές Αρχές να δείξουν αυστηρότητα λόγω της δημοσιότητας.
Εγγύηση 150.000€ αλλά χωρίς απαγόρευση εξόδου
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε ο συνήγορος στο οξύμωρο –κατά τον ίδιο– των περιοριστικών όρων. Από τη μία πλευρά επιβλήθηκε η εγγυοδοσία των 150.000 ευρώ (η οποία μπορεί να καλυφθεί με προσημείωση ακινήτου), και από την άλλη δεν επιβλήθηκε ο συνήθης όρος της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα.
«Αν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής και φόβος φυγής, το πρώτο πράγμα που επιβάλλεται είναι η απαγόρευση εξόδου. Εδώ, αυτός ο άνθρωπος μπορεί να πάει οπουδήποτε στον κόσμο, να πάει στο Φανάρι, στο Πατριαρχείο», εξήγησε ο κ. Βέρρας. Ερμηνεύοντας την απόφαση, υποστήριξε πως η εγγύηση μπήκε «για να ακουστεί», ώστε να ικανοποιηθεί η κοινή γνώμη που έχει επηρεαστεί από τη φημολογία, ενώ η μη απαγόρευση εξόδου αποδεικνύει, κατά την υπεράσπιση, την έλλειψη πραγματικής επικινδυνότητας ή ενοχής.
«Άνθρακας ο θησαυρός» για βίντεο και διαβιβαστικά
Απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων σχετικά με την ύπαρξη διαβιβαστικών της Αστυνομίας που φέρονται να περιέχουν διαλόγους ή άλλο υλικό, ο κ. Βέρρας ήταν αφοπλιστικός, χρησιμοποιώντας τη φράση «άνθρακας ο θησαυρός».
Ο ποινικολόγος ξεκαθάρισε πως για την υπεράσπιση –αλλά και για τη Δικαιοσύνη– υπάρχει μόνο ό,τι περιλαμβάνεται στην επίσημη δικογραφία. «Για εμάς δεν υπάρχουν τα υπόλοιπα. Κανένα βίντεο δεν υπάρχει στη δικογραφία. Αυτά πουλάνε, γαργαλάνε, σκανδαλίζουν, αλλά νομικά δεν υφίστανται», τόνισε, καλώντας ουσιαστικά να σταματήσει η παραφιλολογία που δεν βασίζεται σε αποδεικτικά στοιχεία της δίκης.



